Monthly Archives: Αύγουστος 2011

Και ξαφνικά θυμήθηκαν τον Marx

Εαν δεν ήταν τόσο τραγική η τρέχουσα ιστορική συγκυρία θα προκαλούσε ειρωνικά χαμόγελα η ξαφνική ανακάλυψη – από μέρους τμήματος των Ορθόδοξων Οικονομικών – του Marx. Ενώ όλο το προηγούμενο διάστημα κορρυβαντυούσαν επάνω στο υποτιθέμενο πτώμα του – με εξαίρεση κάποιους ευφυέστερους που προσπάθησαν να τον αναπαραστήσουν σαν θεωρητικό της καπιταλιστικής «παγκοσμιοποίησης» – τώρα, μέσα στην οικονομική κρίση (που παρά τους στρουθοκαμηλισμούς τους περί ξεπεράσματος της επανέρχεται δριμύτερη), κάποιοι τον «ανακαλύπτουν»  ξανά. Βέβαια πρόκειται για μία καρικατούρα του Marx. Τόσο η οικονομική του ανάλυση γίνεται αντιληπτή μέσα από τους προβληματικούς φακούς των Ορθόδοξων Οικονομικών όσο και ο στόχος της ανάλυσης του διαστρέφεται και γίνεται (αντί της ανατροπής τουκαπιταλισμού) η ανακάλυψη δρόμων για τη σωτηρία του καπιταλιστικού συστήματος.

Η αρχή έγινε με τον Nouriel Roubini (http://online.wsj.com/video/roubini-warns-of-global-recession-risk/C036B113-6D5F-4524-A5AF-DF2F3E2F8735.html) που δήλωσε σε συνέντευξη του στη Wall Street Journal ότι «ο Marx είχε δίκιο,  o Καπιταλισμός ίσως να είναι αυτοκαταστροφικός». Φυσικά κατανοεί την θεωρία οικονομικής κρίσης του Marx σαν υποκαταναλωτισμό. Και εύκολα από εδώ βγάζει τα τετριμμένα συμπεράσματα περί μίας σωτηρίας του συστήματος μέσω ενός «σεμνού» νέου Κεϋνσιανισμού.

Ακολούθησαν άλλοι, όπως ο George Magnus της UBS στο Bloomberg (http://www.bloomberg.com/news/2011-08-29/give-marx-a-chance-to-save-the-world-economy-commentary-by-george-magnus.html) που επίσης ζήτησε «να δοθεί μία ευκαιρία στον Κάρολο Μάρξ να σώσει την παγκόσμια οικονομία». Στο άρθρο του ο Magnus, πολύ πιο συγκροτημένα ομολογουμένως από τον Roubini (ίσως να έχει κάποιο ευκόλως υποτιθέμενο παρελθόν ο εν λόγω αναλυτής), παρουσιάζει μία ανάγνωση του Marx τυπικά υποκαταναλωτική. Καταλήγει δε προτείνοντας μία βεντάλια 5 αξόνων για την σωτηρία του καπιταλισμού. Και το σχέδιο αυτό είναι μία νέα Κεϋνσιανή πρόταση.

Μπορεί να καταλάβει κανείς την προσπάθεια των πιο ευφυών κύκλων του συτήματος να ξεπεράσουν τα όρια καιτης αδυναμίας των δικών τους Οικονομικών για να μπορέσουν να σώσουν το σύστημα που τα τελευταία κατασκευάστηκαν για να δικαιολογήσουν. Για άλλη μία φορά τα τελευταία αποδείχθηκαν καλά για παπαδίστικα ευχολόγια και κοροϊδίες αλλά ανίκανα να αντιμετωπίσουν σοβαρά προβλήματα’ άσε που βάζουν πολλές φορές το χέρι τους για να τα επιδεινώσουν.

Όμως ο Marx δεν χωρά στα καλούπια τους, γι’ αυτό και σπάνια μπορούν να τον κατανοήσουν αποτελεσματικά. Πόσο μάλλον η ανάλυση του δεν είναι φτιαγμένη για να διασώσει το σύστημα τους αλλά για να το εκπαραθυρώσει. Οπότε μάλλον μάταιες οι προσπάθειες τους.

Υ.Γ. (1/9/2011):  Φαίνεται ότι τα φαινόμενα της προαναφερθείσας» καλής συνήθειας» προβληματισμένων αστών αναλυτών συν τω χρόνω (και της διπλής βουτιάς βοηθούσης) πολλαπλασιάζονται. Παραδείγματος χάριν,  ο George Magnus επανέρχεται στους FT με θέμα ‘Capitalism is having a very Marxist crisis’ (και κατά βάση την ίδια επιχειρηματολογία συν μία  ενδιαφέρουσα εκθείαση της Πολιτικής Οικονομίας έναντι της πομφόλυγας της «νέας οικονομίας», που εννοεί το νεοφιλελευθερισμό – http://www.ft.com/intl/cms/s/0/a1cd5b74-cfd7-11e0-a1de-00144feabdc0.html#axzz1Wdw1OXrW).  Μάλιστα αναφέρεται σε ένα αντίστοιχο κείμενο του Samuel Brittan (Mistaken Marxist moments – http://www.ft.com/intl/cms/s/0/8779690c-ce60-11e0-99ec-00144feabdc0.html#axzz1WN36xOff) που προσπαθεί να αντιμετωπίσει αυτή την αναθέρμανση του ενδιαφέροντος για τον Marx κάνοντας μία ψύχραιμη αποτίμηση της θεωρητικής συνεισφοράς του (πέρα από φθηνούς αντικομμουνισμούς). Βέβαια, η κριτική του Brittan (ιδιαίτερα η απόρριψη της έννοιας της εκμετάλλευσης) είναι το λιγότερο επιπόλαιη.  Όπως επίσης βολική γι’ αυτόν αλλά μη-ρεαλιστική είναι η προτίμηση του στο Hilferding ως ατελή θεωρητικό μιάς έστω ατελούς «χρηματιστικοποίησης». Τα όρια της κριτικής του Brittan είναι μόνο τα golden boys του χρηματοπιστωτικού συστήματος και όχι φυσικά ο καπιταλισμός. Όμως και ο George Magnus, αν θέλει (κατά δήλωσητου) να είναι μέλος της Marx-is-relevant school (σχολή ο Μαρξ είναι σχετικός [επίκαιρος]) θα πρέπει να προσπαθήσει περισσότερο.

Advertisement

Ένα ενδιαφέρον σχόλιο στο Badmoney.gr: ιδιαίτερη σημασία έχουν οι επισημάνσεις για την εκταμίευση της επόμενης δόσης των δανείων

Ένα ενδιαφέρον σχόλιο στο Badmoney.gr. Ιδιαίτερη σημασία έχουν οι επισημάνσεις για την εκταμίευση της επόμενης δόσης των δανείων. Γίνεται ολοένα και πιο πιθανό ένα μεγάλο πατατράκ στους κυβερνητικούς και συστημικούς σχεδιασμούς. Η χρεοκοπία που χρησιμοποιείται σαν φόβητρο για τους εργαζόμενους μπορεί να προκύψει οποιαδήποτε στιγμή από τους σκυλοκαβγάδες των αστικών τάξεων της ΕΕ.

Η αποτυχία της ελληνικής αστικής τάξης, ακόμη και με τα δικά της κριτήρια και με βάση τα δικά της συμφέροντα, είναι προφανής.

Το πρώτο Μνημόνιο έχει ήδη πέσει έξω (παρά τις διαδοχικές αναθεωρήσεις του επί το αντιλαϊκότερο) ακόμη και με τα δικά του τεχνικά κριτήρια. Το Μεσοπρόθεσμο είναι ήδη ξεπερασμένο. Όσο για τη νέα «σωτηρία» της χώρας με την συμφωνία των Βρυξελλών αποδεικνύεται ήδη ότι έχει μικρότερη υπόσταση από τα ντοματάκια Βρυξελλών.

Τα αδιέξοδα και οι αντιθέσεις των ηγεμόνων της ΕΕ είναι τόσο μεγάλα που αδυνατούν να παράγουν έστω και βραχυπρόθεσμες λύσεις. Όσο για την ελληνική αστική τάξη, αυτή «μοιραία και άβουλη» (όπως έλεγε ο ποιητής), προτάσσει πειθήνια τα οπίσθια στους προηγούμενους και ταυτόχρονα λυσσομανά ενάντια στους εργαζόμενους. Μάλιστα όσο περισσότερες καρπαζιές μαζεύει από τους πρώτους τόσο περισσότερο αγριεύει με τους δεύτερους.

Οι ανοησίες με τους Φινλανδούς του κατά τα άλλα πολυπράγμονος Ευαγγ.Βενιζέλου είναι απλά το κερασάκι στην τούρτα. Το πιο ενδιαφέρον – και τραγικό για τους απλούς εργαζόμενους – είναι η δήλωση του για την πιθανότητα νέων μέτρων εάν πέσουν έξω τα τωρινά σχέδια. Φυσικά ακολούθησαν οι γνωστές διαψεύσεις δια πρωθυπουργικών χειλέων, που όπως συνήθως πρακτικά επιβεβαιώνουν την απειλή. Η σημερινή εξουσία μοιάζει ολοένα και περισσότερο με την Μαρία Αντουανέττα και τα γνωστά ευφυολογήματα της περί παντεσπανίου ως αντίδοτο στην έλλειψη ψωμιού. Ξεχνά όμως τις γκιλοτίνες που ακολούθησαν.

 

Η χρεοκοπία που έρχεται και τα σενάρια διαφυγής με πρόωρες κάλπες

http://www.badmoney.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=3194&catid=44&Itemid=73

Monday, 22 August 2011 00:58

titanikosΠριν στεγνώσει το μελάνι των συγκρατημένα αισιόδοξων δηλώσεων του πρωθυπουργού και άλλων κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών περί «αποφυγής της χρεοκοπίας» με το νέο «πακέτο» δανείων, που συμφωνήθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της 21ης Ιουλίου, οι Ευρωπαίοι επαναφέρουν την απειλή μη εκταμίευσης της επόμενης δόσης του δανείου των 110 δισ. ευρώ, που αν επαληθευθεί οδηγεί τη χώρα όχι σε επιλεκτική, αλλά σε κανονική και άτακτη χρεοκοπία!

Ο εκπρόσωπος του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, μόνιμου προεδρεύοντος του Eurogroup, ξεκαθάρισε την Παρασκευή ότι η επόμενη δόση του δανείου δεν θα εκταμιευθεί τελικά από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Οικονομικής Σταθερότητας τον Σεπτέμβριο, όπως είχαν σχεδιάσει οι ηγέτες της ΕΕ στις 21 Ιουλίου, ώστε να μιλάμε για μια επανεκκίνηση του ελληνικού προγράμματος, με τα νέα δάνεια και τα απομεινάρια των παλαιών να ενσωματώνονται σε ένα νέο δανειακό πρόγραμμα, που θα εκτελεσθεί από το EFSF. Αυτό θα συμβεί διότι, όπως εξήγησε ο εκπρόσωπος, δεν υπάρχει ο απαραίτητος χρόνος για να εγκριθούν οι τροποποιήσεις στο καταστατικό του EFSF από ορισμένα εθνικά Κοινοβούλια, μεταξύ των οποίων και το γερμανικό. Αυτό σημαίνει ότι τον Σεπτέμβριο πάμε για άλλη μία εκταμίευση δόσης από το αρχικό δάνειο των 110 δισ. ευρώ, που είχε χορηγηθεί σε διακρατική βάση από τις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης.

Η έκτη, λοιπόν, δόση του «παλαιού» δανείου (και όχι η πρώτη του «νέου») θα εκταμιευθεί τον Σεπτέμβριο, αλλά οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης προχωρούν σε μια υπενθύμιση με νόημα, που μας επαναφέρει στην παλιά, γνωστή συζήτηση νέων μέτρων υπό την απειλή χρεοκοπίας: «Η Ελλάδα θα λάβει τη νέα δόση ύψους 8 δισ. ευρώ από την ΕΕ και το ΔΝΤ τον Σεπτέμβριο», τόνισε ο εκπρόσωπος του Γιούνκερ, «με την προϋπόθεση ότι θα έχει εκπληρώσει τους συμφωνηθέντες στόχους». Όπως πρόσθεσε ο εκπρόσωπος του Γιούνκερ, «δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα. Η »τρόικα» θα είναι στην Αθήνα από τα μέσα Αυγούστου και μετά και θα παραδώσει την έκθεσή της στις αρχές Σεπτεμβρίου και τότε είναι που θα ληφθεί η απόφαση».

Η διατύπωση «δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα» θα μπορούσε να εκληφθεί και ως μαύρο χιούμορ από τον εκπρόσωπο του προεδρεύοντος του Eurogroup. Ο κ. Βαγγ. Βενιζέλος διαπίστωσε από πρώτο χέρι, στις συζητήσεις που είχε με τους εκπροσώπους του ΔΝΤ στην Ουάσινγκτον, αυτήν την εβδομάδα, ότι μπορεί οι Ευρωπαίοι να μην έχουν πρόβλημα στη διαδικασία εκταμίευσης της δόσης, έχει όμως η ελληνική κυβέρνηση τεράστιο πρόβλημα στην εκπλήρωση των (ανεδαφικών) στόχων του Μνημονίου!

Θα πρέπει να σημειωθεί σε αυτό το σημείο κάτι που δεν είναι ευρέως γνωστό στην Ελλάδα, αλλά έχει μεγάλη σημασία για τη συνέχιση της χρηματοδότησης της χώρας από τον διεθνή μηχανισμό στήριξης: Στην τελευταία αξιολόγηση της Ελλάδας, μετά την οποία εγκρίθηκε η εκταμίευση της πέμπτης δόσης, η «τρόικα» έκανε ουσιαστικά μια λαθροχειρία ολκής, προκειμένου να παρακάμψει την αδυναμία της χώρας να εκπληρώσει τους στόχους του Μνημονίου:

Με το πρόσχημα ότι δεν υπήρχαν διαθέσιμα τελικά στοιχεία από την Αθήνα, η «τρόικα» άφησε… λευκά τα κρίσιμα «κουτάκια» στον πίνακα, όπου σε κάθε αξιολόγηση αναφέρονται τα τελευταία δημοσιονομικά στοιχεία, ώστε να αντιπαραβληθούν με τους συμβατικούς στόχους και να βγει συμπέρασμα για το αν η Ελλάδα είναι συνεπής στις υποχρεώσεις της. Αυτό έγινε, στην πραγματικότητα, επειδή όλα τα στοιχεία που υπήρχαν παρέπεμπαν σε ιλιγγιώδεις αποκλίσεις, όπως φάνηκε πριν από λίγες ημέρες, όταν δημοσιοποιήθηκαν από το υπουργείο Οικονομικών τα στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού κατά το α’ εξάμηνο του έτους. Εκεί είδαμε ότι το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού «ξέφυγε» στα 12,747 δισ. ευρώ, δηλαδή σχεδόν 2,4 δισ. ευρώ πάνω από τον στόχο των 10,374 δισ. ευρώ.

Όμως, αυτή η μεθόδευση, όπου ουσιαστικά το ΔΝΤ παραβίασε τις πάγιες αρχές του καταστατικού του, χρηματοδοτώντας μια χώρα που δεν εκπληρώνει το «conditionality» (όροι) του δανείου, δεν μπορεί να συνεχισθεί, γιατί έχει προκαλέσει τεράστιες αντιδράσεις από εκπροσώπους μεγάλων αναπτυσσόμενων οικονομιών στο συμβούλιο του Ταμείου, όπως ενημέρωσε η κ. Κ. Λαγκάρντ τον κ. Βενιζέλο στην Ουάσινγκτον. Αυτές οι ενστάσεις κορυφώθηκαν στην πρώτη συζήτηση του ελληνικού προβλήματος που έγινε την Πέμπτη, με τους εκπροσώπους της Βραζιλίας, της Ινδίας και της Ρωσίας, δηλαδή τριών επιφανών μελών του G20, να διατυπώνουν ζωηρές αμφιβολίες για το αν πρέπει να συνεχισθεί η χρηματοδότηση της Ελλάδας, ενώ δεν πιάνει τους στόχους του προγράμματός της. Μάλιστα, ο εκπρόσωπος της Βραζιλίας αμφισβήτησε τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους ακόμη και μετά την τελευταία ρύθμιση (βλ. αναδιάρθρωση), που αποφασίσθηκε στις 21 Ιουλίου.

Ένα άλλο αξιοσημείωτο στοιχείο, που έμεινε «αφανές» από την προηγούμενη διαδικασία αξιολόγησης, είναι ότι οι εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για πρώτη φορά αρνήθηκαν να προσυπογράψουν την έκθεση βιωσιμότητας του χρέους, που συνοδεύει κάθε έκθεση της «τρόικας», ρίχνοντας νερό στον μύλο όσων πιστεύουν ότι το ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης είναι μια χαμένη υπόθεση.

Ένα έξυπνο άρθρο στο Foreign Affairs για τις ταραχές στην Αγγλία

Ένα έξυπνο άρθρο στο Foreign Affairs για τις ταραχές στην Αγγλία

Πολύ καλή ανάλυση (αφήνοντας στην άκρη την ιδεολογική σκοπιά της).

Ένα σημείο, μεταξύ άλλων έχει ενδιαφέρον: οι ταραχές του Μπρίξτον επί Θάτσερ έγιναν σε μία περίοδο που η νεοφιλελεύθερη καπιταλιστική αναδιάρθρωση κατόρθωσε και έδωσε το αμέσως επόμενο διάστημα μία μερική ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Αυτή η ανάκαμψη έδωσε περιθώρια για την λεγόμενη «κοινωνία των 2/3», δηλ. για μία διατήρηση του βιοτικού επιπέδου μικροαστικών και μεσοαστικών στρωμάτων (που άλλωστε προσπαθούσε συστηματικά να στηρίξει ο Θατσερισμός) αλλά και μισθωτών στρωμάτων (κυρίως μέσω του δανεισμού και της [στη συνέχεια] υπερχρέωσης, που όμως ήταν διαχειρίσιμα για ένα διάστημα).

Η διαφορά με σήμερα είναι ότι η αγγλική κοινωνική έκρηξη γίνεται μέσα στο βάθεμα της οικονομικής (και όχι απλά χρηματοπιστωτικής) κρίσης.

 

The Sons of Brixton

Cameron’s Failed Politics of Austerity

Matthias Matthijs

August 11, 2011

Foreign Affairs

http://www.foreignaffairs.com/articles/68030/matthias-matthijs/the-sons-of-brixton?page=show

London is burning. And over four consecutive nights, the conflagration has engulfed multiple cities across the United Kingdom, including Manchester, Birmingham, Liverpool, Bristol, Nottingham, and Leeds. According to some early estimates, the total cost of the vandalism and extra police could run into the hundreds of millions of pounds. In response, British Prime Minister David Cameron has recalled parliament from summer recess for an emergency session, “to stand together” against the looters. He condemned what he dubbed the “sickening scenes of people looting, vandalizing, thieving, and robbing.”

The unrest traces its immediate roots to last Saturday in Tottenham, a London suburb where a protest to commemorate the death of a man who was shot by police trying to arrest him turned violent. What followed was a viral response across the country that spurred many young people to violence, looting, and general disorder.

The riots are set against the backdrop of Britain’s ongoing fiscal and sovereign debt crisis and the coalition government’s politics of austerity. They illustrate the critical connection between class politics and fiscal retrenchment. In some ways, they resemble the British riots of 30 years ago. But the policy solutions of the past — a strong response by the state together with the fruits of neoliberal deregulation — may no longer be available today.

During the summer of 1981, the United Kingdom saw the Brixton riot in London, during which Afro-Caribbean young people battled with the police and set cars and buildings on fire, as well as parallel outbreaks of social unrest in Liverpool. (Coincidentally, 1981 also saw a fairy tale royal wedding. One year later, British troops engaged in active military combat abroad; the Falklands and Argentina then, rather than Libya and Afghanistan today.)

Cameron’s assumptions have been challenged by these riots, and it is not at all clear that he has an alternative to offer.

The most important parallel between the United Kingdom in 1981 and today is economic. In 1979, after constructing a “winter of discontent” — during which public-sector unions battled an exhausted Labour government — as a “crisis of the state” that required her decisive intervention, Margaret Thatcher swept to power as the country’s first female prime minister. But her Conservative government would soon face a summer of discontent in 1981 over what is known colloquially as “austerity politics.”

Cameron has also adopted an austerity program of his own but for different reasons. Whereas Thatcher’s austerity program undercut the power of the trade unions and reduced inflation, Cameron’s austerity program — a response to the bank bailouts of 2008 — hoped to inspire what he called a “Big Society” that would spontaneously replace state functions (such as youth centers, elderly care, and so on) with volunteer citizen efforts.

Although Thatcher and Cameron differed in overall intent, they shared the same method: slashing public expenditure. The problem with doing so, then as now, is the unequal burden that such cuts put on various parts of the United Kingdom’s income distribution. Whereas the country’s top earners can afford alternatives to state largesse and thus do not feel the weight of fiscal austerity, fiscal retrenchment hurts those at the bottom who directly rely on government services such as welfare, public education, and transportation. Put simply, those who do not rely on state functions have no incentive to replace them, whereas those who do rely on them have no means to do so. Conversely, tax increases hurt those at the top while sparing those at the bottom, so long as the tax is progressive.

Since Thatcher was explicit about targeting the welfare state — her cuts to welfare were expected and her taxes were regressive — her policies were predicted to cause social strife among those at the bottom. Thatcher instinctively understood that her austerity politics required a strong state to police the dangers posed to the social fabric by exposing whole communities to the sharp end of the free market. For this reason, she increased the police budget and available manpower — and actually “planned” for civil disorder. When it hit, she was ready.

In contrast, today’s riots seemed to catch Cameron completely off guard. He sold the public on the idea that the total cost of the bank bailout in 2008 would require a turn to austerity to balance the books. In a sense, the 2008 financial crisis was rather convenient for Cameron and his chancellor-in-waiting, George Osborne, who came to office wanting to reduce the size of the state drastically. Indeed, since Cameron formed his coalition government with the Liberal Democrats in May 2010, cuts easily outpaced tax increases on a scale of four to one. However, unlike Thatcherite austerity, everything was to be cut now: civil service, benefits, even the army and police. The state had to be slashed in order to save the state. It is thus ironic that Cameron occasionally likes to stress his Thatcherite credentials; he seems not to have read her playbook on how to make austerity policies actually stick.

Cameron forgot that rising income and wealth inequality, starting in 1979 with Thatcher and continuing under New Labour in the 1990s and 2000s, is of great consequence, especially when inequality expands rapidly in an economic bust. In the boom of the 1980s and 1990s, consumption rose thanks to the expansion of consumer credit and massive increases in overall personal debt, which occurred as a result of deregulation and liberalization. Average U.K. household debt in 1990 was well below 100 percent of total income; by 2007, it had grown to over 160 percent. Since the onset of the 2008 financial crisis, available credit to maintain this debt plummeted. And although the state stepped in to rescue the banks, no one stepped in to save the poor. Instead, they face cuts to welfare and social programs.

However, unlike in the United States, London’s financial elite are demonized and vilified in the mainstream media. The tabloids and the Rupert Murdoch-dominated press have created a narrative that describes bankers carrying on as they did before, raking in record bonuses, eating at expensive restaurants, and vacationing in the French Riviera as if the crisis never happened. The only perceived villain in the 1981 protests was Thatcher herself. However, today’s rioters, like the rest of the population, understand that the debt crisis is first and foremost a bankers’ crisis. The result, as in 1981, can hardly be unexpected: violent reaction among those most affected. The only question is why Cameron did not foresee it.

Whereas the 1980s riots had a significant element of racial tension, the bigger battle of that decade was between organized labor and the state — a fight the Thatcher government won hands down. Both rioters and unionists were finally subdued by a strong state, not replaced by the sort of mythical Big Society of which Cameron dreamed. By the time the battle was over, around 1986, unemployment had fallen, economic growth had started to pick up, and the benefits (or so they seemed until 2007) of market liberalization were reaped in the form of higher mass consumption and rising home and stock prices. Until the bust came, class politics had been abolished and Thatcher’s approach had been vindicated.

Today, the battle lines are drawn quite differently. Class politics are back, but in a new way. The 1980s were marked by a more traditional struggle between the state and organized labor. The present moment, however, is defined by a more disorganized class politics of reaction, propelled by huge inequalities and a perceived injustice and indifference by the state to the fate of those involved. This time it is also not about race. The looting youngsters in London are a mixture of both immigrants and English natives, and they have quickly and deliberately made their way into the fancier neighborhoods of the city. An incident from the much-gentrified Notting Hill neighborhood in London is particularly telling. Hooded rioters armed with bats invaded the Ledbury, a two-star Michelin restaurant, demanding that diners hand over their wallets and wedding rings. As two female rioters told the BBC, “We’re just showing the rich people we can do what we want.”

Most likely, as David Lewis-Baker from the University of Warwick argued, Cameron will frame the current riots as a “crisis of the family” rather than blame his own austerity policies for explaining the disaffection among the youth in the country’s underprivileged neighborhoods. His ideological counterpart in France, President Nicolas Sarkozy, tried to do much the same in 2005 as interior minister, when he famously referred to the protesters in Paris’ banlieues as “rabble.” The main problem for Cameron’s austerity politics today is that the benefits of neoliberalism from the 1980s — higher consumption thanks to ever more personal debt — are no longer on the table.

So class politics are back in what many political scientists see as their most traditional home: the United Kingdom. Most of the country perceives Cameron’s policies as the poor paying for the mistakes of the rich. Thatcher’s neoliberal medicine was equally unpopular in 1981, but she was under no illusions as to what was required to enforce austerity and remains famous to this day for having argued in a 1987 interview that “there [was] no such thing as society.” Cameron’s assumptions have been challenged by these riots, and it is not at all clear that he has an alternative to offer. The rest of the world should take notice: After all, the perverse experiment of high inequality, low growth, and now fiscal austerity is hardly a uniquely British phenomenon.

 

Μελέτη των Allen, Eichengreen και Evans στο Bloomberg που δείχνει ότι η πολυδιαφημισμένη συμφωνία των Βρυξελλών είναι ένα κακόγουστο θέατρο και ότι δεν θα μειώσει ουσιαστικά τα ελληνικά χρέη

«Κούρεμα»; Ποιο κούρεμα;

του Σταύρου Δ. Μαυρουδέα (*)

Δημοσιεύθηκε σε:

Αριστερό Βήμα:

http://aristerovima.gr/details.php?id=2656

Inprecor.gr:

http://www.inprecor.gr/index.php/archives/100050

Euro2Day.gr:

http://www.euro2day.gr/specials/opinions/132/articles/653866/Article.aspx

Η κυβέρνηση καθώς και η μεγάλη πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης διαφήμισαν την «συμφωνία των Βρυξελλών» σαν σωτηρία της χώρας από την χρεοκοπία (ξανά; αυτή δεν σώθηκε με το Μνημόνιο και το Μεσοπρόθεσμο;) και σαν απόδειξη ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να αργεί αλλά τελικά λειτουργεί (υποτίθεται προς όφελος των χειμαζόμενων μελών της). Ιδιαίτερα, προβλήθηκε ότι θα υπάρξει μία αισθητή μείωση του ελληνικού χρέους που θα απαλύνει το βάρος εξυπηρέτησης του και θα το κάνει βιώσιμο. Σημειωτέον ότι υποτίθεται ότι το πρώτο μειώνει τα βάρη για τους πολίτες ενώ το δεύτερο διασφαλίζει τους δανειστές ότι θα πληρωθούν εν τέλει.

Βέβαια πολύ γρήγορα τα κυβερνητικά πανηγύρια αποδείχθηκαν άλλο ένα κακόγουστο θέατρο που το μόνο που κάνει είναι να επιχειρεί να διασκεδάσει (προσωρινά όπως ήδη έχει αποδειχθεί) τις αγορές, να διασφαλίσει τα συμφέροντα των δανειστών και να δώσει ένα προπαγανδιστικό παιχνιδάκι στην κυβέρνηση.

Ιδιαίτερα διαφημίσθηκε ότι θα υπάρξει «κούρεμα» του ελληνικού χρέους. Μάλιστα το τραπεζικό λόμπι (το Institute of International Finance) υποστηρίζει ότι θα υπάρξει «κούρεμα» της παρούσας αξίας των ανά χείρας των ιδιωτών ελληνικών ομολόγων κατά 21%. Όμως μία πρόσφατη μελέτη των Allen, Eichengreen και Evans στο Bloomberg δείχνει ότι το «κούρεμα» δεν θα ξεπεράσει το 1.78%. Το υποτιθέμενο «κούρεμα» του 21% προκύπτει σε σύγκριση με την σημερινή απόδοση του 9%. Όμως, όπως υποστηρίζει η μελέτη, η σύγκριση πρέπει να γίνει με το επιτόκιο του 5,02% που είναι το μέσο επιτόκιο που πληρώνει η Ελλάδα σήμερα. Στην περίπτωση αυτή το «κούρεμα» δεν είναι παρά μία μικρή έκπτωση στην ονομαστική αξία, βάσει της οποία τα νέα ομόλογα (που θα αντικαταστήσουν τα λήγοντα) θα διαπραγματεύονται στη δευτερογενή αγορά. Κι αυτό γιατί τα τοκομερίδια θα είναι ψηλότερα για τα νέα ομόλογα απ’ ότι γι’ αυτά που θα αντικατασταθούν. Παραδείγματος χάριν, ένα νέο τριακονταετές ομόλογο (που θα αντιστοιχεί στο 80% ενός προηγούμενου) θα έχει ένα τοκομερίδιο που θα αρχίζει από 6%, στην πενταετία θα γίνεται 6.5% και από την δεκαετία και μετά θα φθάνει 6.8%. Συνεπώς, σύμφωνα με τους υπολογισμούς των Allen, Eichengreen και Evans, η Ελλάδα θα έχει μόνο εξοικονόμηση μόνο 22 μονάδων βάσης επιτοκίου την πρώτη πενταετία ενώ για τα επόμενα 25 χρόνια θα έχει αρνητικές εξοικονομήσεις. Επιπλέον, η χώρα μας – για να καταφέρει να προσελκύσει πιστωτές στην διαδικασία επιμήκυνσης – θα πρέπει να δανεισθεί επιπλέον το 26.1% της αρχικής αξίας των ομολόγων (περίπου 42 δισ. ευρώ) σε ομόλογα μηδενικού τοκομεριδίου για να εγγυηθεί τις αποπληρωμές τόκων των νέων ομολόγων. Συνεπώς, μπορεί μεν να επιμηκύνεται η αποπληρωμή του χρέους, αλλά η σημερινή αξία του χρέους πέφτει μόνο κατά 9,15 δισ. ευρώ, ακόμα και αν υποθέσουμε ότι η συμμετοχή φτάσει το 90%. Εάν δε ληφθεί υπ’ όψη το ποσό που θα χρειαστεί για εγγυήσεις τότε η ετήσια δαπάνη για την εξυπηρέτηση του χρέους αυξάνει αντί να μειώνεται.

Σε κάθε περίπτωση, ακόμη και με το υποτιθέμενο «κούρεμα» του 21% το ελληνικό χρέος δεν είναι διαχειρίσιμο καθώς θα περιορισθεί έστω στο 150% του ΑΕΠ που πάλι είναι ένα εξωπραγματικό μέγεθος. Με την οικονομία μάλιστα να βυθίζεται στην ύφεση (καθώς οι επιπτώσεις της νέας λιτότητας λόγω Μεσοπρόθεσμου δεν έχουν μάλιστα ακόμη συνυπολογισθεί) ακόμη και το μέγεθος αυτό μάλλον θα αποδειχθεί εξαιρετικά αισιόδοξο.

Η καπιταλιστική οικονομική κρίση, παρά τα ξόρκια και τις αισιόδοξες (πλέον συγκρατημένα) προβλέψεις είναι πάντα εδώ: κρίση βαθειά και μάλιστα της πραγματικής οικονομίας και όχι απλά χρηματοπιστωτική φούσκα. Και με επιταχυνόμενους ρυθμούς εμπλέκει όχι μόνο τους αδύναμους κρίκους αλλά πλέον και τους βασικούς πυλώνες του παγκόσμιου συστήματος. Η πρόσφατη αναταραχή σχετικά με το χρέος των ΗΠΑ είναι ενδεικτική. Όσον αφορά την ΕΕ, η κρίση θα αναδεικνύει και θα οξύνει συνεχώς τις εγγενείς αντιφάσεις της. Για την χώρα μας και το λαό της αυτό θα φέρνει συνεχώς στην επιφάνεια το βασικό δίλημμα: μέσα στον αδιέξοδο λαβύρινθο του ευρωενωσιακού μινώταυρου ή αποδέσμευση από αυτόν; Όσο και να το καταγγέλλει το εγχώριο κατεστημένο αυτό το δίλημμα θα επανέρχεται ολοένα και δριμύτερο. Μάλιστα το ενδιαφέρον είναι ότι οι ηγεμόνες της ΕΕ ήδη εξετάζουν αναδιατάξεις, εξόδους από την ΟΝΕ και πρώτες και δεύτερες ζώνες της ΕΕ. Η υπαγωγή σε αυτές φυσικά δεν θα σημαίνει αποδέσμευση από την κυριαρχία τους αλλά συνέχιση της με άλλους τρόπους. Το ουσιαστικό ζήτημα για τη χώρα μας και τον λαό της είναι να αποδεσμευθεί από την κυριαρχία τους και να ανοικοδομήσει την οικονομία προς όφελος της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας.

Europe’s Plan Won’t Cut Greek Debt: Allen, Eichengreen and Evans

By Peter Allen, Barry Eichengreen and Gary Evans Aug 5, 2011

http://www.bloomberg.com/news/2011-08-05/europe-s-plan-won-t-cut-greek-debt-allen-eichengreen-and-evans.html

Postmortems of last month’s European Union summit meeting have now turned to why the Greek debt rescue failed to restore investor confidence in the country’s finances. Many reasons are advanced: the failure to communicate clearly; the complexity of the plan; the inability to coordinate with the International Monetary Fund.

There’s a simpler explanation: The debt-reduction deal failed because it didn’t reduce the debt.

Instead, Greece gets a reduction in interest rates and a lengthening of maturities on its loan from the European Financial Stability Facility. But that loan also has been supersized, and the country has to pay back the additional official debt.

The government in Athens also gets a 20 billion-euro ($28.7 billion) bond-buyback program funded by the EFSF. But again, the country will have to repay the money used to finance the buybacks, plus 3.5 percent interest.

All this is modestly helpful because the Greek government has to pay more than 3.5 percent to fund itself on the market. The European taxpayer has at least done something to reduce Greece’s crushing debt load.

But the “contribution” the banks are required to make is a different story. We are told that the financial institutions holding Greek government bonds will have to write off some of the debt. We are told by the bankers’ lobby, the Institute of International Finance, that the reduction in the net present value of their bonds is 21 percent.

No Haircut

This number has nothing to do with the amount by which Greece’s debt will be reduced. What some analysts have mistakenly been calling a “haircut” is simply the discount relative to par value at which the new bond options will trade in the secondary market, assuming a Greek sovereign yield of 9 percent.

To correctly measure the service and reduction of debt, these must be compared with the 5.02 percent average interest rate that Greece currently pays on its bonds. When this is taken into account, even the much-touted 20 percent principal reduction on the discount bond option is much lower on a present-value basis, because the coupon rates are higher on the new bond than on the old bonds.

The 30-year discount-bond option, which would swap new debt for existing obligations at 80 percent of face value, for example, has a coupon starting at 6 percent, rising to 6.5 percent in year five and 6.8 percent in years 10 through 30. Greece realizes only 22 basis points of interest savings in the first five years and will have negative annual interest savings for the next 25 years.

Small Discount

Even after taking into account that Greece pays back only 80 percent of the original principal in year 30, the present value of debt falls only 1.78 percent under this option. This is a far cry from the 20 percent discount applauded by many analysts. And, to entice bondholder participation, Greece must borrow an additional 26.10 percent of the original face value to purchase the zero-coupon bonds’ principal collateral for the discount security.

In the attached table we use Institute of International Finance assumptions to show how the deal affects Greece’s finances.

The deal helps to extend Greece’s bond maturities. Yet, once it is concluded, the present value of the debt tendered falls by only 6.78 percent, or 9.15 billion euros, even if one accepts the surely over-optimistic assumption that 90 percent of bondholders will participate. This is an expensive proposition given that Greece must purchase 42 billion euros of zero-coupon bonds to collateralize the principal payments.

Raw Deal

Obviously, this is a raw deal for Greece. It also is a bad deal for the euro area, whose leaders again failed to contain the crisis. And it is a bad deal for the European taxpayer, who will shoulder all the sacrifices, while the banks make none.

How could things have gone so wrong?

One answer is that none of the participants involved — the EU, the French and German leaders, the Institute of International Finance — knew what they were doing. A 21 percent reduction in net present value sounds impressive, but it has no bearing on the amount by which the exchange will reduce Greece’s debt. No one appreciated that 30-year zero-coupon bonds are much more expensive in today’s low-interest-rate environment than they were 20 years ago, in the days of the Brady Plan. No one understood that the debt exchange effectively increased Greece’s annual interest payments once the cost on the debt to purchase the principal collateral was taken into account.

Hit to Lenders

It may be hard to believe that the experts could be so ill- informed. The only other explanation is that the sole purpose of the exercise was to mislead. The banks can claim that they are taking a hit when in reality they can exchange bonds currently trading at hefty discounts for debt whose market value will be half in the form of AAA collateral. German parliamentarians can be told that the private sector was forced to “participate” in the Greek rescue when in fact, even after rescheduling maturities, those lenders will still receive a large fraction of their original interest payments.

This deal should be thrown out. In its place, the EU should create a real debt exchange with real haircuts for the banks and a significant reduction in Greece’s debt stock.

The good news is that there will be an opportunity to change course. Greece’s debt is still unsustainable, and it will have to be restructured again.

(Barry Eichengreen is professor of economics and political science at the University of California, Berkeley. Peter Allen and Gary Evans are economists who worked on the Brady Plan restructurings of emerging-market debt in the 1990s and served as financial advisers to the government of Poland during its debt restructuring. The opinions expressed are their own.)