Tag Archives: Αριστερά

«Υποθέσεις εργασίας για την πολιτική οικονομία των σύγχρονων επιδημιών», Στ. Μαυρουδέας – ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ

ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ

νο.12, καλοκαίρι 2020

«Υποθέσεις εργασίας για την πολιτική οικονομία των σύγχρονων επιδημιών»

Σταύρος Μαυρουδέας

  1. Ο καπιταλισμός τα τελευταία 30-40 χρόνια διαπερνάται ολοένα και συχνότερα από επιδημικά κύματα, όταν προηγουμένως επικρατούσε η πεποίθηση ότι οι πρόοδοι της ιατρικής και η δημιουργία καθολικών και αναπτυγμένων συστημάτων υγείας είχε θέσει τέρμα σε τέτοια φαινόμενα. Ιδιαίτερα μετά το1975 έχουμε την εμφάνιση των «αναδυομένων επιδημιών», δηλαδή δεκάδων νέων ασθενειών, οφειλόμενων κυρίως σε ιούς, με μια συχνότητα που δεν έχει ανάλογο στην ιστορία. Οι νέες αυτές επιδημίες προέρχονται κυρίως από ζωοανθρωπονόσους, δηλαδή από την μεταφορά ζωικών ιών στον άνθρωπο.

 

  1. Η γενική απάντηση στο φαινόμενο αυτό βρίσκεται στη Μαρξιστική θέση περί «μεταβολικού χάσματος», δηλαδή στο ρεαλιστικό επιχείρημα ότι ο καπιταλισμός επιδεινώνει δραστικά τις σχέσεις ανθρώπου – φύσης καθώς προωθεί τυφλά την εμπορευματοποίηση και εκμετάλλευση της τελευταίας παραγνωρίζοντας φυσικούς περιορισμούς και κοινωνικές επιπτώσεις. Η θέση αυτή δεν σημαίνει αποδοχή διάφορων έξαλλων οικολογικών απόψεων περί επιστροφής στη φύση και απο-ανάπτυξης, που παραγνωρίζουν ότι (α) όλα τα ανθρώπινα κοινωνικο-οικονομικά συστήματα επεμβαίνουν και μεταβολίζουν την φύση και επίσης ότι (β) αυτός ο μεταβολισμός είναι αναγκαίος για την εξασφάλιση ακόμη και της απλής επιβίωσης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού. Όμως σημαίνει ότι ο καπιταλισμός επεκτείνει ανεξέλεγκτα αυτό τον μεταβολισμό καθώς το κεντρικό του κίνητρο είναι η κερδοφορία του κεφαλαίου, η οποία λειτουργεί με λουδοβίκεια λογική («μετά από εμένα ο κατακλυσμός»).

 

  1. Όμως αυτή η γενική μακροπρόθεσμη απάντηση δεν αρκεί για να ερμηνεύσει αυτή την αύξηση των επιδημιών τα τελευταία 30-40 χρόνια και χρειάζεται συμπλήρωση με μεσοπρόθεσμους ιστορικούς προσδιορισμούς. Μπορούμε βάσιμα να αναγνωρίσουμε τους ακόλουθους. Πρώτον, η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη της (αναγκαίας κατά τα άλλα) βιομηχανικής γεωργίας έχει οδηγήσει στη χρήση προβληματικών υγειονομικά μεθόδων που όμως ενισχύουν την καπιταλιστική κερδοφορία και έχει προκαλέσει ήδη σημαντικά προβλήματα (π.χ. σαλμονέλα). Δεύτερον, λόγω της διεθνοποίησης του κεφαλαίου (της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης») η αύξηση του ανταγωνισμού επιβαλλει διεθνώς την υιοθέτηση αυτών των μεθόδων παραγωγής καθώς συνεπάγονται χαμηλότερα κόστη. Τρίτον, η ανεξέλεγκτη ανάπτυξη του καπιταλιστικού αγροτο-βιομηχανικού συμπλέγματος περιορίζει δραματικά τις παρθένες περιοχές και φέρνει σε επαφή την ανθρωπότητα με ασθένειες και ιούς που μέχρι πρότινος ήταν περιορισμένοι εκεί και αφορούσαν μικρές ιθαγενείς κοινότητες. Οι τελευταίες είτε είχαν αποκτήσει σχετική ανοσία σ’ αυτούς είτε οι επιδημίες περιορίζονταν μόνο στις κοινότητες αυτές και δεν εξαπλώνονταν σημαντικά. Τέταρτον, η διεθνοποίηση του κεφαλαίου με τον πολλαπλασιαμό των μεταφορών και των δρόμων επικοινωνίας μεταξύ των απομακρυσμένων περιοχών του κόσμου διευκολύνει την ταχύτατη μετάδοση των επιδημιών σε όλη την υφήλιο, ενώ παλιότερα ήταν πιο περιορισμένες και συνεπώς πιο ελεγχόμενες. Πέμπτον, η εμπορευματοποίηση της χρήσης και κατανάλωσης εξωτικών ειδών ενισχύει τις ζωοανθρωπονόσους.

 

  1. Οι περισσότερες από τις νέες αυτές επιδημίες (α) δεν έχουν αυστηρούς ταξικούς φραγμούς αλλά (β) έχουν ταξικά ασύμμετρες επιπτώσεις. Δεν έχουν αυστηρούς ταξικούς φραγμούς γιατί μεταφέρονται μέσω καταναλωτικών ειδών (στη διατροφή) και κοινωνικής συνεύρεσης και συνεπώς δεν μπορούν να εφαρμοσθούν εύκολα κλασικές μέθοδοι ταξικού διαχωρισμού (π.χ. «να αφήσουμε τους πληβείους να ψοφήσουν στα γκέτο τους»). Όμως έχουν ασύμμετρες επιπτώσεις καθώς οι εργαζόμενοι είναι πιο εκτεθειμένοι στις μολύνσεις (π.χ. εργάτες «πρώτης γραμμής»), έχουν πιο ανθυγιεινές συνθήκες εργασίας και διαβίωσης (π.χ. αγορά φθηνότερων και χειρότερης ποιότητας καταναλωτικών προϊόντων) και φυσικά χειρότερη υγειονομική περίθαλψη.

 

  1. Οι νεοσυντηρητικές καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών αδυνάτισαν τα δημόσια καθολικά συστήματα υγείας καθώς ιδιωτικοποίησαν (κυρίως έμμεσα) τμήματα και λειτουργίες τους, μείωσαν την χρηματοδότηση τους και ενίσχυσαν τον ιδιωτικό τομέα υγείας. Όμως τα πρώτα είναι τα μόνα που μπορούν να επωμισθούν το μεγάλο κόστος της αντιμετώπισης επιδημικών κυμάτων που δεν αφήνει περιθώρια για κερδοφορία. Γι’ αυτό ο ιδιωτικός τομέας στην υγεία, εμπρός σε τέτοια επιδημικά κύματα, αποσύρεται και παραμένει μόνο σε «φιλέτα» που υπόσχονται σημαντική κερδοφορία (πρόσθετα κέρδη), π.χ. έρευνα σε θεραπείες, φάρμακα και εμβόλια. Σε καμία όμως περίπτωση δεν επωμίζεται το κόστος της περίθαλψης του πληθυσμού συνολικά.

 

  1. Η αντιμετώπιση κάθε νέας επιδημίας – και μέχρι να βρεθούν φάρμακα και εμβόλια – επιβάλλει τον περιορισμό κοινωνικών και ιδιαίτερα οικονομικών δραστηριοτήτων. Οι περιορισμοί αυτοί προκαλούν ύφεση ή και κρίση της οικονομικής δραστηριότητας. Εδώ προκύπτει για το κεφάλαιο το δίλημμα του ποια καμπύλη να εξομαλύνει: της επιδημίας ή της οικονομικής ύφεσης. Επάνω στην αντίφαση αυτή ταλαντεύονται οι πολιτικές των αστικών κρατών.

 

  1. Ταυτόχρονα όμως, το κεφαλαίο αντιμετωπίζει την κατάσταση αυτή όχι μόνο ως κίνδυνο αλλά και ως ευκαιρία. Έτσι πειραματίζεται πλέον ολοένα και πιο έντονα με την δημιουργία μίας «νέας νέας» οικονομικής και κοινωνικής κανονικότητας ου να ενισχύει την κερδοφορία και την κυριαρχία του.

 

  1. Στο κοινωνικό επίπεδο η «νέα νέα κανονικότητα» σημαίνει την επιβολή της «κοινωνικής αποστασιοποίησης» κυριολεκτικά ως νέο δυστοπικό τρόπο ζωής. Έχει όμως ένα σημαντικό όφελος για το καπιταλιστικό σύστημα καθώς εντείνει τις τάσεις εξατομίκευσης και λειτουργεί απαγορευτικά σε μαζικές λαϊκές κινητοποιήσεις. Οι επιδημίες προκαλούν αντιφατικές μαζικές κοινωνικές ψυχολογίες θυμού και φόβου. Ο πρώτος οδηγεί στην εξέγερση απέναντι στο σύστημα που αφήνει ανοχύρωτη την κοινωνία. Ο δεύτερος οδηγεί στην πειθήνια στοίχιση πίσω από την κρατική εξουσία και στην υποταγή. Για την Αριστερά είναι κρίσιμο να βασισθεί στον πρώτο και να τον μετατρέψει από τυφλό συναίσθημα σε λογική κατανόηση (συνείδηση) και πρόγραμμα πάλης. Ταυτόχρονα δεν πρέπει να υποτιμήσει τον δεύτερο καθώς υπάρχουν αντικειμενικοί υγειονομικοί κίνδυνοι χωρίς όμως να αποδέχεται την δυστοπία της «κοινωνικής αποστασιοποίησης». Η αντίφαση αυτή έχει και ταξική διάσταση που εκδηλώνεται επίσης διαφορετικά σε χώρες με διαφορετικό επίπεδο καπιταλιστικής ανάπτυξης. Τα εργαζόμενα στρώματα, υπό την απειλή της ανεργίας και της φτώχειας, συχνά επιλέγουν την επιστροφή στην εργασία (ακόμη και υπό την απειλή της επιδημίας) έναντι της «κοινωνικής αποστασιοποίησης»: το δίλημμα «θα πεθάνω από πείνα ή από τον ιό». Αντίθετα, μεσοαστικά στρώματα με σχετικά αποθέματα πλούτου και εμμονές με τον «ποιοτικό τρόπο ζωής» γίνονται φανατικοί υποστηρικτές των πιο ακραίων μορφών περιορισμού των κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων και ακόμη και θιασώτες κυριολεκτικά φασιστικών μέτρων ελέγχου. Κατ’ αντιστοιχία, σε αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες τα στρώματα αυτά είναι ισχυρότερα και επηρεάζουν έντονα τις εξελίξεις. Αντιθέτως, σε λιγότερο αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες (ή σε καθυστερημένες πολιτικά χώρες όπως στις ΗΠΑ) τα εργατικά και λαϊκά στρώματα πιέζουν για επιστροφή στην εργασία – εφόσον δεν έχουν πολιτική συνείδηση έτσι ώστε να αρθρώσουν πιο ολοκληρωμένα τις διεκδικήσεις τους και να τις κατευθύνουν ενάντια στο καπιταλιστικό σύστημα.

 

  1. Στο οικονομικό επίπεδο η «νέα νέα κανονικότητα» σημαίνει εκτεταμένα πειράματα με την τηλε-εργασία. Η τελευταία δίνει δυνατότητες αλλά εμπεριέχει και προβλήματα για το κεφάλαιο. Οι δυνατότητες της είναι ο περιορισμός και ο εξορθολογισμός του κόστους παραγωγής (τόσο στο μισθολογικό όσο και στο μη-μισθολογικό τμήμα του). Στον τομέα του μισθού, η τηλε-εργασία μπορεί να οδηγήσει σε πολλές κατηγορίες εργαζομένων. Ιδιαίτερα στον τομέα των υπηρεσιών και λιγότερο στην μεταποίηση, κάποιες δουλειές μπορούν να γίνουν μέσω τηλε-εργασίας στο σπίτι. Εδώ εμφανίζονται δύο δυνητικές περιπτώσεις. Στην πρώτη οι τηλε-εργαζόμενοι ανήκουν στην επιχείρηση αλλά αμείβονται με μικρότερους μισθούς. Στην δεύτερη οι τηλε-εργαζόμενοι μπορεί να είναι τυπικά ανεξάρτητοι και να αμείβονται «με το κομμάτι» (ένα τρόπο αμοιβής που αυξάνει το ποσοστό υπεραξίας). Και στις δύο περιπτώσεις το κεφάλαιο μειώνει το μισθολογικό κόστος του και επίσης κάνει οικονομία σε κατά κεφαλή πάγια έξοδα. Ένα συνεπακόλουθο όλων αυτών των πειραματισμών είναι η ραγδαία αύξηση της ανεργίας (του εφεδρικού στρατού εργασίας), με αποτέλεσμα την περαιτέρω συμπίεση των μισθών. Τα προβλήματα αφορούν την δυνατότητα εξάσκησης του διευθυντικού ελέγχου και την διαρκή πίεση για αύξηση της παραγωγικότητας. Η τηλε-εργασία δημιουργεί προβλήματα και στα δύο αυτά – αλληλοδιαπλεκόμενα άλλωστε – πεδία. Στην περίπτωση του μισθού «με το κομμάτι» η πίεση για αύξηση της παραγωγικότητας μπορεί να γίνει ευκολότερα μέσω της απαίτησης μεγαλύτερης παραγωγής. Όμως έχει το αρνητικό ότι θα πρέπει να υπάρχει μία έστω και μικρή αύξηση της αμοιβής. Στη περίπτωση της τηλε-εργασίας που αμείβεται με μισθό τότε οι αυξήσεις της παραγωγικότητας περνάνε ευκολότερα στο σύνολο τους σχεδόν στο κεφάλαιο. Όμως είναι δυσκολότερος ο διευθυντικός έλεγχος. Γι’ αυτό γίνονται εκτεταμένα πειράματα με κάμερες, καταγραφή πράξεων, πολλαπλές τηλε-συσκέψεις κλπ. Όμως, όλες αυτές οι διαδικασίες ελέγχου και εντατικοποίησης της εργασίας απαιτούν σημαντικό χάσιμο χρόνου και έχουν επίσης κόστη.

 

  1. Στον αντίποδα αυτών των πειραματισμών του συστήματος, το εργατικό κίνημα και η Αριστερά πρέπει να διεκδικήσουν αξιοποίηση των εργαλείων της πληροφορικής και της τηλε-εργασίας για μείωση του χρόνου εργασίας έτσι ώστε αντί να αυξηθεί να μειωθεί η ανεργία. Ταυτόχρονα, η αξιοποίηση αυτών των εργαλείων μπορεί να γίνει μόνο βοηθητικά στη ζωντανή ανθρώπινη συνεργασία και αλληλεπίδραση και, φυσικά, να υποβοηθά αλλά να μην υποκαθιστά την ανθρώπινη επαφή και τις συλλογικές διαδικασίες.
Advertisement

ΣΥΡΙΖΑ & ΝΔ: Δύο πανομοιότυπα οικονομικά προγράμματα – Στ. Μαυρουδέας ΠΡΙΝ 23-6-2019

 

 

 

 

 

 

ΠΡΙΝ

23-6-2019

 

Οικονομικά προγράμματα ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ: λαγοί με πετραχήλια μέσα στην φυλακή των Μνημονίων

 

Στ. Μαυρουδέας

 

Προεκλογικές υποκρισίες

Εμπρός στις επερχόμενες εκλογές τα δύο βασικά κόμματα του αστικού πολιτικού συστήματος, ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΝΔ, επιδίδονται σε ένα κακόγουστο θέατρο με προγράμματα που υπόσχονται την βελτίωση της οικονομικής κατάστασης της χώρας και των πολιτών. Κατ’ αρχήν κανένα από τα δύο δεν είναι οικονομικό πρόγραμμα με την πλήρη έννοια του όρου. Το οικονομικό πρόγραμμα του συστήματος είναι τα μνημονιακά Προγράμματα Οικονομικής Προσαρμογής (ΠΟΠ) που δεσμεύουν την χώρα για πολλές δεκαετίες και που επιβάλλουν ασφυκτικούς στόχους και περιορισμούς για όλες τις βασικές μακροοικονομικές παραμέτρους. Επίσης επιβάλλουν μία συγκεκριμένη νεοσυντηρητική λογική για την διαχείριση της οικονομίας καθώς και για την παραγωγική διάρθρωση της που υπακούουν στις επιταγές της ΕΕ και στα συμφέροντα του κεφαλαίου. Συνεπώς, τα προγράμματα της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ είναι απλά συμπιλήματα υποσχέσεων μέσα στα μικρά περιθώρια ελευθερίας που αφήνουν τα μνημονιακά Προγράμματα στις εκάστοτε κυβερνήσεις της ελληνικής μπανανίας.

Δεύτερον, παρά τις φωνασκίες των δύο συστημικών αστικών κομμάτων, οι καρικατούρες προγραμμάτων τους είναι εξαιρετικά όμοιες όσον αφορά την μακροοικονομική δομή τους και διαφέρουν κυρίως στο ύψος των μέτρων και στον χρονισμό τους. Και οι δύο υπόσχονται μειώσεις φορολογίας (α) για τις επιχειρήσεις και (β) για τα νοικοκυριά καθώς και (γ) μεγέθυνση του ΑΕΠ μέσω «μεταρρυθμίσεων». Οι ομοιότητες στα δύο πρώτα είναι εξωφρενικές. Στο τρίτο, ενώ ουσιαστικά ακολουθούν και οι δύο τις επιταγές των μνημονίων εμφανίζονται να διαφοροποιούνται – αλλά μόνο λεκτικά – στην έκταση των ιδιωτικοποιήσεων και του εργασιακού μεσαίωνα.

 

Δύο πανομοιότυπα «προγράμματα»

Η μακροοικονομική δομή και των δύο «προγραμμάτων» είναι πανομοιότυπη. Στα πλαίσια των μνημονίων επιδιώκεται να υπάρξει ένας δημοσιονομικός χώρος, δηλαδή κάποια περιθώρια δημοσιονομικής πολιτικής – μέσα στα ασφυκτικά όρια των μακροχρόνια υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που απαιτούν τα ΠΟΠ – ώστε να μπορεί το κυβερνητικό κόμμα να καταπραΰνει με κάποια ψίχουλα την λαϊκή δυσαρέσκεια και να ενισχύσει τα επιχειρηματικά συμφέροντα με τα οποία συνδέεται. Αυτός ο δημοσιονομικός χώρος μπορεί να προκύψει μέσω (α) μείωσης δημόσιων δαπανών, (β) αύξησης της φορολογίας και (γ) μεγέθυνσης του ΑΕΠ (που ενισχύει τα φορολογικά έσοδα) κυρίως μέσω μίας σειράς θεσμικών αλλαγών. Τα ΠΟΠ αφήνουν το περιθώριο, εφόσον επιτυγχάνονται οι στόχοι (κυρίως του πρωτογενούς πλεονάσματος) και εγκρίνει η τρόικα, να επιστραφεί η «υπεραπόδοση» με κάποια «αντίμετρα» που μετριάζουν τις υφεσιακές επιπτώσεις της λιτότητας που επιβάλλουν τα ΠΟΠ.

Όλες οι μέχρι τώρα μνημονιακές κυβερνήσεις μείωσαν δραματικά τις δημόσιες δαπάνες σε βαθμό δυσλειτουργίας βασικών υπηρεσιών (ιδιαίτερα στην υγεία, την εκπαίδευση και την άμυνα) και με την κυριολεκτική εξαϋλωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ – δηλαδή του μοναδικού εργαλείου επενδύσεων στον κρατικοδίαιτο ελληνικό καπιταλισμό). Μάλιστα επειδή, αντίθετα με τους διάφορους νεοφιλελεύθερους τσαρλατάνους, η συρρίκνωση του δημόσιου τομέα και ιδιαίτερα του ΠΔΕ είναι τέτοια που κινδυνεύουν βασικές λειτουργίες του αστικού κράτους και του ελληνικού καπιταλισμού, η ίδια η τρόικα απαιτεί την παύση εξαϋλωσης του ΠΔΕ.

Όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις επίσης επιδόθηκαν σε φοροεπιδρομή σε βάρος των μεσαίων στρωμάτων και των εργαζομένων. Η αύξηση της φορολογίας (άμεσης και έμμεσης) είναι επιταγή των μνημονίων καθώς είναι ο γρηγορότερος και ασφαλέστερος τρόπος εξασφάλισης της εξυπηρέτησης του χρέους. Η φοροεπιδρομή είχε ξεκινήσει ήδη από τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις (π.χ. επιβολή ΕΝΦΙΑ, αντικειμενικά κριτήρια). Μάλιστα, αντίθετα με τις παραδοσιακές νεοφιλελεύθερες συνταγές, τα ΠΟΠ ενίσχυσαν την άμεση φορολογία έναντι της έμμεσης. Φυσικά η φοροεπιδρομή δεν αφορά το μεγάλο κεφάλαιο που μένει πάντα στο απυρόβλητο. Χαρακτηριστικά, το εφοπλιστικό κεφάλαιο (η κορωνίδα του ελληνικού καπιταλισμού) απολαμβάνει πάντα τις σκανδαλώδεις φοροαπαλλαγές του και πληρώνει τον γελοίο «εθελούσιο» (sic!) φόρο των περίπου 150 εκ. ετησίως. Σημειωτέον, ότι για την αποφυγή της φορολόγησης του – που προσπαθεί να επιβάλλει ιδιαίτερα η Γερμανία – οι μνημονιακές κυβερνήσεις όλων των συστημικών κομμάτων (ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ) δίνουν  λυσσώδεις μάχες που φυσικά δεν τις έδωσαν για κανένα από τα αντιλαϊκά μέτρα των μνημονίων. Άλλωστε οι αρχηγοί τους συναγελάζονται στις εφοπλιστικές εκδηλώσεις και δεξιώσεις. Αντιθέτως, η φοροεπιδρομή πλήττει κυρίως τους εργαζόμενους (που όπως διαχρονικά δείχνουν τα στοιχεία σηκώνουν το βάρος της φορολογίας) και πλέον διάφορα ενδιάμεσα στρώματα.

Σήμερα η ΝΔ φωνασκεί υποκριτικά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αύξησε δραματικά τους φόρους. Αυτό που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ότι ενίσχυσε λίγο περισσότερο την φοροεπιδρομή απέναντι στην ψευδεπίγραφη «μεσαία τάξη» για να εξασφαλίσει τον δικό του πελατειακό δημοσιονομικό χώρο. Δηλαδή να μπορεί να επιστρέψει προεκλογικά κάποιες σταγόνες από την αφαίμαξη όλης της προηγούμενης περιόδου για την ενίσχυση της δικής του καπιταλιστικής διαπλοκής όσο και για την δημιουργία βραχύβιων πελατειακών σχέσεων εξαγοράς στρωμάτων εργαζομένων που βρίσκονται στο όριο της εξαθλίωσης. Έτσι μέσω μερικής και εποχικής απασχόλησης, με ανύπαρκτη ή μηδαμινή κοινωνική ασφάλιση, με άθλιες αμοιβές και συνθήκες εργασίας επέδειξε σχετική μείωση της ανεργίας.

Η φορολογική αυτή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε εκλογικά καθώς έχασε περισσότερους από όσους κέρδισε. Έτσι, μία από τις εκλογικές αιχμές της ΝΔ είναι η υπερφορολόγηση. Μάλιστα, αντιγράφει πιστά την ανάλογη προ-κυβερνητική αντι-φορομπηχτική ρητορεία του ΣΥΡΙΖΑ. Ακριβώς επειδή σε αυτήν την κινούμενη άμμο των «μεσαίων στρωμάτων» βασίζεται η εκλογική στρατηγική και των δύο, το κέντρο βάρους και των δύο «προγραμμάτων» αφορά την φορολογία καθώς ερίζουν για το ποιος θα ελαφρώσει περισσότερο την λεγόμενη «μεσαία τάξη». Παρεμπιπτόντως, ο όρος αυτός είναι ένας εισαγόμενος παραπλανητικός αμερικανισμός προπαγανδιστικών επιτελείων. Ούτε ενιαία ούτε τάξη είναι, και ας αποφαίνεται αντίθετα ο γίγας «μαρξιστικής σκέψης» Ε.Τσακαλώτος. Ο ελληνικός καπιταλισμός – όπως και αρκετοί παρόμοιοι του ιστορικά και οικονομικά – χαρακτηρίζεται από μία μεγάλη κατηγορία ενδιάμεσων στρωμάτων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Ένα τμήμα τους είναι παραδοσιακά μικροαστικά στρώματα. Ένα άλλο όμως μεγάλο τμήμα τους είναι ουσιαστικά εργαζόμενοι που έχουν «αγοράσει την δουλειά τους». Το τελευταίο αφορά τόσο στρώματα διανοητικής εργασίας (μηχανικοί, γιατροί κλπ.) όσο και παραδοσιακά στρώματα χειρωνακτικής εργασίας. Αυτή η ιδιομορφία του ελληνικού καπιταλισμού διευκόλυνε σημαντικά τόσο την κερδοφορία του (καθώς μετατόπιζε κόστη) όσο και τις ταξικές συμμαχίες του (καθώς διαιρούσε την εργατική τάξη και επίσης μέσω των στρωμάτων αυτών επέβαλλε ευκολότερα την ηγεμονία του επάνω της). Ταυτόχρονα όμως είναι μία ιδιομορφία που πρέπει πλέον να εκλείψει αφενός γιατί σήμερα είναι βαρίδι και αφετέρου γιατί οι δυτικοί ιμπεριαλισμοί που  καθοδηγούν την σημερινή αναδιάρθρωση-εν-μέσω-κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού δεν δουλεύουν με αυτό τον τρόπο. Συνεπώς, η προλεταριοποίηση των «μεσαίων» στρωμάτων είναι μέσα στους βασικούς άρρητους στόχους των μνημονίων.

Μία συγκριτική ματιά στον βασικό κορμό των δύο οικονομικών «προγραμμάτων» αποκαλύπτει τις εξόφθαλμες ομοιότητες τους. O συναγωνισμός για την μείωση της φορολόγησης των κερδών του κεφαλαίου έχει ήδη αρχίσει από τον ΣΥΡΙΖΑ πριν δοθεί οποιαδήποτε φορολογική ελάφρυνση στους εργαζόμενους και τα «μεσαία» στρώματα. Ακολουθεί καθυστερημένος, χρονικά και ποσοτικά, ο συναγωνισμός στις φοροελαφρύνσεις στο εισόδημα (που και εκεί τα υψηλότερα εισοδήματα έχουν την τιμητική τους) και στην ιδιοκτησία.

 

ΣΥΡΙΖΑ ΝΔ
Φορολογία εισοδήματος μείωση του πρώτου φορολογικού συντελεστή στο 20%, μείωση των συντελεστών για τα υψηλότερα εισοδήματα και διατήρηση του αφορολόγητου ορίου μείωση του εισαγωγικού συντελεστή από 22% στο 9% για εισοδήματα έως 10.000

μείωση του ανώτατου συντελεστή που ανέρχεται στο 45%.

αλλαγή των φορολογικών κλιμακίων που ενδεχομένως να φθάσουν τα 5-7 (για να περιορισθεί το κόστος από τη διατήρηση του αφορολόγητου ορίου)

Φορολογία επιχειρηματικών κερδών έχει ήδη νομοθετήσει μείωση της φορολογίας από 29% στο 25% το 2022 και την μείωση της φορολογίας στα μερίσματα στο 10%

αύξηση του συντελεστή αποσβέσεων στο 150%

μείωση από 29% στο 20% την επόμενη διετία από το 2020

μείωση της φορολογίας στα μερίσματα από 10% στο 5%

η πραγματική φορολογική επιβάρυνση θα διαμορφωθεί στο 24%

ΦΠΑ μείωση του χαμηλού συντελεστή από το 13% στο 11% μείωση από το 24% στο 22% και του χαμηλού συντελεστή από το 13% στο 11%
ΕΝΦΙΑ μείωση μεσοσταθμικά κατά 30% για το 2020 και 50% για τις χαμηλές και μεσαίες περιουσίες μείωση κατά 30% σε μικρούς και μεγάλους ιδιοκτήτες

αναστολή του ΦΠΑ στην οικοδομή για τα επόμενα 3 χρόνια

Εισφορά Αλληλεγγύης μηδενική εισφορά για εισοδήματα έως 20.000 ευρώ και μείωση συντελεστών για μεγαλύτερα εισοδήματα σταδιακή κατάργηση
Τέλος επιτηδεύματος – Προκαταβολές φόρου μείωση κατά 50% κατάργηση σε βάθος 2 ετών

 

Βέβαια, η τρόικα παρακολουθεί πάντα ανήσυχη τους προεκλογικούς διαξιφισμούς και στέλνει τακτικά μηνύματα – και μέσω εγχώριων εκπροσώπων – για κίνδυνο δημοσιονομικού εκτροχιασμού. Η υπεκφυγή των δύο συστημικών μονομάχων είναι ότι ο δημοσιονομικός χώρος θα υπάρξει λόγω «ανάπτυξης». Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ προϋπολογίζει 2.5% ενώ η ΝΔ ένα εξωπραγματικό 4%. Οι υποθέσεις και των δύο είναι συνειδητά λανθασμένες. Ο ελληνικός καπιταλισμός παραμένει στο αποτυχημένο παραγωγικό μοντέλο που τον οδήγησε στην κρίση παρά την δραματική αύξηση της εργατικής εκμετάλλευσης. Ήδη εφέτος ο ρυθμός μεγέθυνσης του ΑΕΠ μάλλον θα κλείσει χαμηλότερα από τον προβλεπόμενο. Οι αιτιάσεις κυρίως της ΝΔ ότι οι φοροελαφρύνσεις θα οδηγήσουν σε επενδυτική έκρηξη είναι υποκριτικές καθώς οι τελευταίες δεν οδηγούν απαραίτητα σε επενδύσεις ούτε σε τέτοιους ρυθμούς μεγέθυνσης. Η Κύπρος (γνωστός φορολογικός παράδεισος) έχει 3.2% μεγέθυνση ενώ ακόμη και η «μπάτε σκύλοι αλέστε» Ιρλανδία δεν έχει τέτοιες επιδόσεις. Επίσης, όταν η κυβέρνηση Καραμανλή μείωσε την φορολογία κερδών (από 35% σε 29%) οι καπιταλιστές απλά ενθυλάκωσαν την αυξημένη κερδοφορία χωρίς να κάνουν επενδύσεις.

 

Θεσμικές αλλαγές προς όφελος του κεφαλαίου αλλά χωρίς αναπτυξιακές επιπτώσεις

Ανάλογα εξωπραγματικές είναι οι εκτιμήσεις του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ σχετικά με τις θεσμικές αλλαγές (που πολλές επιβάλλονται από τα μνημόνια) που θα ενισχύσουν την μεγέθυνση. Η ακόμη μεγαλύτερη απορρύθμιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας (που επαγγέλλεται η ΝΔ αλλά και υλοποιεί σιωπηρά ο ΣΥΡΙΖΑ, βλέπε προτάσεις Μάρδα περί ανοίγματος επιχείρησης με ένα email) σε συνθήκες κρίσης δεν θα οδηγήσει σε επενδυτική έκρηξη αλλά σε απογείωση της ανομίας (π.χ. πρόγραμμα Golden Visa). Οι φοροελαφρύνσεις προς τα (κατά πλειοψηφία) υπερχρεωμένα νοικοκυριά δεν θα βγουν στην κατανάλωση αλλά κυρίως στην κάλυψη χρεών. Η ενίσχυση των ιδιωτικοποιήσεων (που η ΝΔ διατυμπανίζει και ο ΣΥΡΙΖΑ σιωπηλά προωθεί) δεν πρόκειται να φέρει – όπως δεν έφερε και μέχρι τώρα και επί κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ – εισροή ξένων κεφαλαίων καθώς τα τελευταία αγοράζουν μόνο επιλεκτικά και «κοψοχρονιά». Άλλωστε, εκτός από το Ελληνικό, το επόμενο colpo grosso των ιδιωτικοποιήσεων είναι η ΔΕΗ με σοβαρότατες επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία και τα λαϊκά στρώματα.

Ανάλογης απάτης με το 4% της ΝΔ είναι η διακήρυξη ΣΥΡΙΖΑ περί 500.000 νέων θέσεων καλά αμειβόμενης εργασίας στην τετραετία 2019-2023). Δεν προκύπτει από πουθενά. Και ενώ στην τωρινή 4ετή διακυβέρνηση του δημιούργησε 380.000 κακής και ασταθούς απασχόλησης (με μόνο 100.000 από αυτές να είναι αξιοπρεπείς).

Οι προβλέψεις αυτές γίνονται ακόμη πιο εξωπραγματικές αν συνυπολογιστεί ότι η οικονομία της ΕΕ είναι ήδη σε κάμψη και επίσης οι προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας (αν συνυπολογιστούν μάλιστα και οι αυξανόμενες ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις) είναι γκρίζες.

Φυσικά, όπως πολύ καλά γνωρίζουν ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, ένας δημοσιονομικός εκτροχιασμός θα οδηγήσει στους γνωστούς οριζόντιους «κόφτες» λιτότητας που και οι δύο τους έχουν ψηφίσει.

 

Η μόνη ελπίδα για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα είναι η έξοδος από την φυλακή της ΕΕ

Η μεγάλη εργαζόμενη κοινωνική πλειοψηφία της χώρας μας πρέπει να καταλάβει ότι δεν πρόκειται να διασωθεί από την σημερινή μιζέρια της διαλέγοντας έναν από τους δύο συστημικούς κυβερνητικούς διεκδικητές. Ούτε καταφεύγοντας στα συμπληρώματα τους στα δεξιά ή στα «αριστερά» και σε τυχοδιωκτικά μιντιακά κατασκευάσματα όπως το κόμμα Βαρουφάκη. Κανένα από αυτά τα σχήματα δεν σκοπεύει να συγκρουστεί με τους ξένους πάτρωνες της χώρας και την ελληνική ολιγαρχία. Αντίθετα, αποτελούν μέρος των μηχανισμών εκτόνωσης και ενσωμάτωσης της λαϊκής δυσαρέσκειας.

Πίσω από τα γυαλιστερά χαρτιά, τα διαγράμματα και τα νούμερα των «προγραμμάτων» τους κρύβεται η υποταγή στις επιταγές της ΕΕ και του κεφαλαίου. Όλοι τους, και ακόμη και οι πιο φωνακλάδες, δεν αμφισβητούν ουσιαστικά την υπαγωγή της χώρας στην ευρωπαϊκή ιμπεριαλιστική ενοποίηση. Ούτε σκοπεύουν να κάνουν κάτι για το υπαγορευόμενο από την τελευταία στρεβλό παραγωγικό πρότυπο που μεταμορφώνει την Ελλάδα σε χώρα γκαρσονιών ξένων τουριστών και κακοπληρωμένων και δύστυχων εργαζόμενων.

Η μόνη ελπίδα για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα – την μεγάλη πλειοψηφία της χώρας μας – είναι να συνειδητοποιήσουν ότι μόνο με την έξοδο από την φυλακή της ΕΕ μπορούν να ξαναγίνουν κύριοι της τύχης τους και να ελπίζουν σε ένα καλύτερο μέλλον. Διαλέγοντας διαχειριστή της μιζέριας τους δεν πρόκειται να δουν διέξοδο.

Είναι ευθύνη της κομμουνιστικής Αριστεράς να δείξει τα βήματα και να κάνει κατανοητό στις ευρύτερες λαϊκές μάζες τον δρόμο αυτό.

 

 

Μνημονιακές δεσμεύσεις χωρίς τέλος – «Καθαρή έξοδος» και άλλα παραμύθια, ΠΡΙΝ 24-6-2018

 

ΠΡΙΝ 24-6-2018

αρ. 1384

 

Μνημονιακές δεσμεύσεις χωρίς τέλος

«Καθαρή έξοδος» και άλλα παραμύθια

 

Σταύρος Μαυρουδέας

 

Από το success story της ΝΔ σε αυτό του ΣΥΡΙΖΑ

Η τυπική ολοκλήρωση του 3ου μνημονίου τον Αύγουστο 2018 δίνει την ευκαιρία (;) στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ να προβάλλει και αυτή, όπως η προηγούμενη των ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, το δικό της success story, δηλαδή ότι βγάζει την χώρα από την κρίση και ότι η εποχή της αντιλαϊκής λιτότητας περνά. Ο κουτοπόνηρος αυτός ισχυρισμός – όπως και ο ανάλογος των προκατόχων της – βασίζεται σε υποκρισίες και συνειδητά αβάσιμα επιχειρήματα. Φυσικά ενορχηστρωτής και αυτού του success story είναι οι ξένοι πάτρωνες τη ελληνικής ολιγαρχίας (βασικά η ΕΕ) ενώ τα εγχώρια (αυτή την φορά ψευδο-αριστερά) φερέφωνα είναι απλοί οργανοπαίκτες. Βέβαια και οι τελευταίοι, όπως και οι προηγούμενοι, προσπαθούν να πουλήσουν την «μελωδία» τους στον λαό για να εξασφαλίσουν την πολιτική επιβίωση τους. Είναι κυριολεκτικά φαιδρός ο σκυλοκαβγάς ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ για το νέο success story όπου οι δύο εμπλεκόμενοι έχουν ουσιαστικά απλά αλλάξει τις θέσεις τους. Εκεί που ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιπολίτευση, αποδομούσε το success story των προκατόχων του έρχεται τώρα η ΝΔ – με όχι ουσιαστικά διαφορετικά επιχειρήματα – να κάνει το ίδιο. Αν όμως τα μαλλιοτραβήγματα των εγχώριων οργανοπαικτών μόνο θυμηδία μπορούν να προκαλέσουν, τα πράγματα είναι πολύ πιο σοβαρά μεταξύ των μαέστρων αυτής της φαρσοκωμωδίας. Για πρώτη φορά η αντιπαράθεση όσον αφορά το ελληνικό success story μεταξύ του ΔΝΤ (βλέπε ΗΠΑ) και της ΕΕ παίρνει τόσο μεγάλη διάσταση με το πρώτο να το αμφισβητεί ευθέως και την δεύτερη να το υπερασπίζεται μανιωδώς (προς λύπη της ΝΔ).

 

Η Μαρξιστική ανάλυση δείχνει ότι η ελληνική είναι μία βαθιά δομική κρίση του ελληνικού καπιταλισμού που προέρχεται από (α) την φθίνουσα κερδοφορία του (παρά την αυξημένη εκμετάλλευση της εργασίας) λόγω της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίων που δεν μπορούν να επενδυθούν επαρκώς κερδοφόρα και (β) από την ιμπεριαλιστική εκμετάλλευση του ελληνικού υπο-ιμπεριαλισμού μέσα κυρίως στην ευρωπαϊκή ενοποίηση από τους πιο αναπτυγμένους καπιταλισμούς της. Τα αίτια αυτά οδήγησαν στην κρίση (δηλαδή το μπλοκάρισμα της ομαλής λειτουργίας της οικονομίας και την συρρίκνωση των δραστηριοτήτων της). Ο δημόσιος τομέας έσπευσε να στηρίξει την φθίνουσα ιδιωτική καπιταλιστική κερδοφορία με αποτέλεσμα να εκτιναχθούν στα ύψη τα δημοσιονομικά ελλείμματα. Τα τελευταία χρηματοδοτήθηκαν κυρίως με εξωτερικό δανεισμό – λόγω ευρωζώνης – με αποτέλεσμα το δημόσιο χρέος να είναι λιγότερο διαχειρίσιμο. Η κατάρρευση των χρηματοπιστωτικών αγορών οδήγησε στην αδυναμία αναχρηματοδότησης του δημόσιου χρέους και στον κίνδυνο χρεωκοπίας. Συνεπώς, η ελληνική είναι μία δομική κρίση που προήλθε από την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους και επιδεινώθηκε από την προβληματική παραγωγική διάρθρωση της οικονομίας λόγω ένταξης στην ευρωπαϊκή ενοποίηση και την ιμπεριαλιστική οικονομική εκμετάλλευση της από ισχυρότερους καπιταλισμούς. Η δημοσιονομική κρίση και η κρίση (εξωτερικού) ισοζυγίου πληρωμών – τα διαβόητα δίδυμα ελλείμματα – είναι παράγωγα και όχι αίτια της κρίσης.

Αυτή η κρίση δεν έχει ακόμη ξεπεραστεί, όπως δείχνει η στασιμότητα των επενδύσεων (τόσο εγχώριων όσο και ξένων). Χαρακτηριστικά, ο Ακαθάριστος Σχηματισμός Παγίου Κεφαλαίου παραμένει στάσιμος, οι μόνες σημαντικές επενδύσεις που γίνονται είναι κυρίως στον τουριστικό κλάδο (που, παρά τα κουτοπόνηρα φληναφήματα των ξενοδόχων, έχει ασήμαντες επιπτώσεις στην απασχόληση, προκαλεί σημαντικές εισαγωγές από το εξωτερικό, είναι εξαιρετικά ευάλωτος στις επιλογές των μεγάλων tour operators και μάλλον αγγίζει ήδη τα όρια της υπάρχουσας υποδομής) ενώ τα ξένα κεφάλαια έρχονται μόνο όταν παίρνουν «φιλέτα» σε τιμές εξευτελιστικές (και όχι για να στήσουν νέες δραστηριότητες).

Βέβαια η Κυρίαρχη (νεοφιλελεύθερη και νέο-κεϋνσιανή) αντίληψη (και από κοντά και οι επιπόλαιες Ριζοσπαστικές αναλύσεις της χρηματιστικοποίησης και του μετα-κεϋνσιανισμού) δεν μπορούν και δεν θέλουν να δουν όλα τα παραπάνω γιατί τότε θα έπρεπε είτε να αναγνωρίσουν την προβληματική φύση του καπιταλισμού είτε/και τον καταστροφικό ρόλο της ένταξης στην ευρωπαϊκή ενοποίηση. Αντίθετα, εστιάζουν μόνο στο επιφαινόμενο ζήτημα του χρέους. Όλη η αρχιτεκτονική των μνημονίων εστιάζει στην αποφυγή της χρεωκοπίας (δηλαδή στην βιωσιμότητα του χρέους). Η περιορισμένη αναφορά σε διαρθρωτικά προβλήματα αφορά μόνο την ασυδοσία της επιχειρηματικής δραστηριότητας και όχι φυσικά την παραγωγική ανασυγκρότηση (καθώς αυτό θα έθιγε τις επιταγές της ευρωπαϊκής ενοποίησης) και λειτουργεί απλά υποστηρικτικά στην διασφάλιση του χρέους.

Η στρατηγική των μνημονίων μέχρι τώρα έχει επιδείξει μόνο αποτυχίες και γι’ αυτό χρειάζεται διαρκείς αναπροσαρμογές. Η πιο κραυγαλέα απόδειξη της αποτυχίας της είναι ο ίδιος ο βασικός στόχος της (ο λόγος χρέους/ΑΕΠ) που αντί να μειωθεί στα χρόνια των μνημονίων έχει αυξηθεί (από 120% σε περίπου 180%). Για να σωθούν τα προσχήματα η μεν ΕΕ κάνει κυριολεκτικά φαιδρές αναλύσεις βιωσιμότητας χρέους ενώ και το ΔΝΤ έχει εφεύρει έναν ηπιότερο μεσοπρόθεσμο ορισμό βιωσιμότητας. Αυτή η υποκρισία κράτησε αρκετά έτσι ώστε, παρόλο ότι αμφότεροι γνώριζαν ότι το ελληνικό πρόβλημα δεν επιλυνόταν ούτε καν στο ζήτημα του χρέους, να κερδίσουν χρόνο και να αποφύγουν ευρύτερες αναταράξεις στην ΕΕ και στην παγκόσμια οικονομία. Σήμερα όμως η παρόξυνση των ενδο-ιμπεριαλιστικών ανταγωνισμών – ιδιαίτερα με την επιθετική πολιτική Τραμπ – ανατρέπει τους συμβιβασμούς αυτούς. Το ΔΝΤ ξαναθυμήθηκε ότι το πρόβλημα του χρέους δεν επιλύεται και απαιτεί άμεσες και ριζικές λύσεις, δηλαδή να βάλει η ΕΕ το χέρι στην τσέπη. Η ευρύτερη επιδίωξη των ΗΠΑ είναι να γονατίσουν την ΕΕ σαν πιθανό ανταγωνιστή τους. Ιδιαίτερα η Γερμανία ανθίσταται σ’ αυτό αποκλείοντας διαγραφή χρέους και συζητώντας μόνο μία ελεγχόμενη και μικρή αναδιάρθρωση του (επιμήκυνση χρέους, εξομάλυνση της εξυπηρέτησης του ιδιαίτερα μετά το 2023 που η τελευταία αυξάνει δραματικά κλπ.). Επίσης προσπαθεί να κρατήσει το ΔΝΤ μέσα στο ελληνικό πρόγραμμα, κάνοντας έτσι τις ΗΠΑ συνυπεύθυνες και αποκλείοντας έναν πιο αντιπαραθετικό ρόλο τους.

Στη διελκυστίνδα αυτή η ΕΕ προβάλλει ότι το πρόβλημα χρέους έχει ουσιαστικά αντιμετωπισθεί και συνεπώς δεν χρειάζεται τέταρτο μνημόνιο που θα σήμαινε μη-βιωσιμότητα του χρέους και νέα δάνεια. Με τον τρόπο αυτό στηρίζει την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ καθώς τις δίνει την δυνατότητα να κατασκευάσει το δικό της ψευδεπίγραφο success story. Η δε τελευταία εγκαταλείπει ουσιαστικά κάθε στόχο ριζικής αναδιάρθρωσης χρέους και περιορίζεται σε ότι ψίχουλα είναι διατεθειμένοι να δώσουν οι ευρωπαίοι πάτρωνες. Για να δοθεί αυτή η ψεύτικη εικόνα επιτυχίας ωθείται η Ελλάδα στη δημιουργία «μαξιλαριού» μέσω δανεισμού από τις διεθνείς αγορές, ο οποίος είναι ακριβός και θα γίνει ακόμη ακριβότερος καθώς έχει ξεκινήσει κύκλος αύξησης των επιτοκίων και επίσης οι κλυδωνισμοί στην ΕΕ (βλέπε Ιταλία πιο πρόσφατα) πολλαπλασιάζονται. Επιπλέον, σχεδιάζεται ένας μηχανισμός χρηματοδότησης μέσω του ESM που θα ενεργοποιηθεί σε περίπτωση αποτυχίας (και που φυσικά θα συνεπιφέρει επιπρόσθετες δεμσεύσεις).

Ταυτόχρονα, και αντίθετα με τα παραμύθια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, η εποπτεία θα συνεχισθεί για πολλά χρόνια. Αυτό έχει δηλωθεί από όλες τις επίσημες πλευρές και έχει «σεμνά» αναγνωρισθεί από τον Ευ.Τσακαλώτο. Απλά η εποπτεία θα πάρει άλλη μορφή και θα γίνει λίγο πιο διακριτική (αλλά σε καμία περίπτωση λιγότερο αυστηρή στα καθοριστικά ζητήματα). Όπως διαρρέεται, θα περιλαμβάνει περιοδικές (μάλλον 3μηνιαίες) εκθέσεις που θα αφορούν όλη την ευρεία γκάμα των δεσμεύσεων που έχουν ήδη συνομολογηθεί για αρκετά χρόνια μετά το 2018. Το καρότο του νέου συστήματος εποπτείας δεν περιλαμβάνει δάνεια (αν και θα υπάρχει σχετικό αποθεματικό στον ESMγια περίπτωση κατάφορης αποτυχίας του προγράμματος) αλλά «καραμελίτσες» (όπως επιστροφή των κερδών από τα ευρωπαϊκά δάνεια προς την Ελλάδα και ενδεχόμενες νέες ήπιες διευκολύνσεις στην εξυπηρέτηση του χρέους εάν χρειασθεί).

Με άλλα λόγια, τα μνημόνια θα τελειώσουν τυπικά για να συνεχισθούν ουσιαστικά. Όπως επιβεβαίωσε και το πρόσφατα αναθεωρημένο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής, οι στόχοι σχετικά με καθοριστικά μακροικονομικά μεγέθη (πρωτογενές πλεόνασμα, εξυπηρέτηση χρέους, ιδιωτικοποιήσεις, φορολογικά έσοδα κλπ.) παραμένουν πάντα εξαιρετικά υψηλοί (και ιδιαίτερα αυτοί που αφορούν την μακροχρόνια επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3.5% του ΑΕΠ και μεσοσταθμικού ρυθμού μεγέθυνσης του ΑΕΠ άνω του 2% είναι ουσιαστικά ανεδαφικοί). Εδώ παραμένουν πάντα και τα ήδη θεσμοθετημένα μαστίγια του μνημονιακού προγράμματος. Η αποτυχία εκπλήρωσης των μακροοικονομικών στόχων επιφέρει αυτόματες περικοπές σε βασικά δημοσιονομικά πεδία (οι περιβόητοι κόφτες που κατασκευάσθηκαν ήδη επί υπουργίας Βαρουφάκη).

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ μοιράζει την φτώχεια δεν την περιορίζει

Συνεπώς είναι απλά γελοίες οι διακηρύξεις του ΣΥΡΙΖΑ περί αυξημένης ελευθερίας δημοσιονομικής πολιτικής μετά τον Αύγουστο 2018 που δήθεν θα οδηγήσει σε μείωση της λιτότητας σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων. Αντιθέτως, στο άμεσο μέλλον προβλέπεται η ουσιαστική μείωση του αφορολόγητου από το 2020 (αλλά ενδεχομένως και νωρίτερα) που θα αυξήσει περαιτέρω την φορολογική ληστεία των λαϊκών εισοδημάτων. Επίσης έχει συνομολογηθεί η γενικευμένη μείωση των συντάξεων (της τάξης των 2.5 δις) από το 2019 μέσω της δραστικής μείωσης της «προσωπικής διαφοράς» και ορισμένων άλλων αλχημειών του νομοθετικού εκτρώματος Κατρούγκαλου.

Αυτό το οποίο ουσιαστικά κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, και θα ήθελε να το πουλήσει ως δώρο στο μέλλον, είναι το μοίρασμα της φτώχειας και όχι ο περιορισμός της. Στην προσπάθεια του να δημιουργήσει και δικά του πελατειακά δίκτυα – ανάλογα με αυτά των άλλων συστημικών κομμάτων – αναδιανέμει ψίχουλα από κάποια στρώματα προς κάποια άλλα. Ιδιαίτερα επιδιώκει να εξαγοράσει με ξεροκόμματα πληβειακά στρώματα διαλύοντας κάθε ταξική συνείδηση τους και οδηγώντας τα κυριολεκτικά στην λουμπενοποίηση. Είναι χαρακτηριστική η πολιτική του στο κρίσιμο ζήτημα της απασχόλησης όπου παρουσιάζεται μείωση της ανεργίας που οφείλεται αφενός στην αύξηση της μετανάστευσης (που δεν είναι μόνο πλέον brain drain) και αφετέρου σε δημιουργία περιστασιακών, ουσιαστικά ανασφάλιστων, κακοπληρωμένων και με άθλιες συνθήκες θέσεων εργασίας.

Φυσικά την ίδια ώρα – και βέβαια με πιο σοβαρά ανταλλάγματα – επιδιώκει να ενδυναμώσει και να διευρύνει τους δεσμούς του με μερίδες του ελληνικού κεφαλαίου. Χαρακτηριστικά, οι κυβερνητικοί χαριεντισμοί με τους κατά Ωνάση «καρχαρίες» του εφοπλισμού γνωρίζουν λαμπρές στιγμές, όπως άλλωστε και η ασυδοσία και η κραυγαλέα φοροαποφυγή των τελευταίων.

 

Η κρίση είναι εδώ, αναζητείται η θρυαλλίδα

Η ελληνική κρίση, παρά τις μυθοπλασίες των συστημικών κέντρων και της Κυρίαρχης οικονομικής σκέψης (αλλά και αρκετών τυχοδιωκτών Ριζοσπαστών), κάθε άλλο παρά έχει ξεπεραστεί. Η «κρίσιμη μάζα» που την προκάλεσε παραμένει πάντα στη θέση της και μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να ξαναεκραγεί. Η πιθανότητα αυτή αυξάνεται και λόγω διεθνών εξελίξεων καθώς οι ενδο-ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις οξύνονται ραγδαία και επίσης ο φόβος ενός νέου παγκόσμιου κραχ επιστρέφει. Αυτό που λείπει προς το παρόν από αυτή την «κρίσιμη μάζα» είναι η θρυαλλίδα για μία νέα έκρηξη της που θα ξανα-αναστατώσει τις πολιτικο-κοινωνικές ισορροπίες του συστήματος.

Το ερώτημα είναι αν αυτή την φορά θα υπάρχει εκείνη η Αριστερά που θα είναι άξια του ονόματος της και που θα μπορέσει να μην αφήσει τις λαϊκές μάζες να πέσουν στην παγίδα είτε ενός (νέου;) ΣΥΡΙΖΑ είτε στον εντεινόμενο κίνδυνο μίας «ακροδεξιάς με γραβάτα» και που θα μπορέσει να τις οδηγήσει σε ένα απελευθερωτικό μέλλον. Η ανατρεπτική Αριστερά στη χώρα μας απέτυχε στην προηγούμενη φάση να παίξει τον ρόλο. Δεν μπόρεσε να ξεπεράσει δεκαετίες αδυναμιών και αρχαίας σκουριάς. Θα καταφέρει αυτή την φορά να ξεπεράσει τις αδυναμίες της;

Η ιστορία και ο λαός συγχωρούν αυτούς που έντιμα κάνουν λάθη. Δεν συγχωρούν όμως ποτέ αυτούς που δεν μαθαίνουν από τα λάθη τους και τα επαναλαμβάνουν.

 

Ενάντια στον πόλεμο και για την υπεράσπιση της πατρίδας, ΠΡΙΝ 1/4/2018

ΠΡΙΝ 1/4/2018

ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΝΑΙ ΣΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΑΣ

Ι. Είναι σαφές ότι ο καπιταλισμός είναι υπεύθυνος για την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, την αποξένιωση των ανθρώπων, την οικολογική καταστροφή του πλανήτη και τους πολέμους.
Είναι επίσης σαφές ότι σήμερα στο πλαίσιο της όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων η ανθρωπότητα, και ιδιαιτέρως η ευρύτερη περιοχή μας, ζει διάφορους τοπικούς πολέμους ως συνέπεια ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, που στόχο είχαν και έχουν τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών των πληττόμενων χωρών και γενικότερα το γεωστρατηγικό τους έλεγχο.
Αυτή η όξυνση των αντιθέσεων ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κέντρα είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσει σε μια ακόμη γενικευμένη σύρραξη, η οποία, λόγω και της ανάπτυξης της πολεμικής τεχνολογίας, θα είναι πολύ πιο καταστροφική για την ανθρωπότητα σε σχέση με τις προηγούμενες και θα θέτει σε κίνδυνο ακόμη και την ίδια την ύπαρξη της .

ΙΙ. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η όξυνση των σχέσεων της χώρας μας με την Τουρκία , που με την οποιανδήποτε αφορμή μπορεί να οδηγήσει σε θερμό επεισόδιο, ακόμη και σε πόλεμο.
Η πολιτικά ενδοτική Ελληνική κυβέρνηση με μαέστρο της τον Τσίπρα και πρώτα βιολιά της τον Υπουργό Εξωτερικών Κοτζιά και τον υπουργό Εθνικής Άμυνας Καμμένο, με την πλήρη συμφωνία όλων των αστικών κομμάτων αντί να ταχθεί υπέρ της εθνικής ανεξαρτησίας και της λαϊκής κυριαρχίας, επέλεξε να ενταχθεί στο ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο πρωτίστως των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, το οποίο για την ώρα συμπορεύεται με την ΕΕ.
Η ντόπια αστική τάξη στηρίζει ολόψυχα αυτήν την επιλογή επιδιώκοντας να γίνει αρεστή σε όσους η ίδια θεωρεί «προστάτες» της ευελπιστώντας να αποκομίσει και η ίδια κάποια οφέλη από την μοιρασιά της λείας.
Έτσι η Ελλάδα μέσω της συμμετοχής της στο ΝΑΤΟ και της ανεμπόδιστης λειτουργίας των ξένων βάσεων, οι οποίες αντί να κλείσουν επεκτείνονται και δραστηριοποιούνται, (η βάση της Σούδας είναι το μεγαλύτερο αεροπλανοφόρο της Μεσογείου από το οποίο εκτοξεύονται πύραυλοι κατά Συριακών εδαφών ) συμμετέχει ήδη ενεργά στον επιθετικό ιμπεριαλιστικό πόλεμο ..

ΙΙΙ. Κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι αναγκαία μια σαφής, δίχως «ναι μεν, αλλά» και διγλωσσία, στάση της κομμουνιστικής Αριστεράς.
Πρώτιστο καθήκον της είναι όχι μόνον να καταγγείλει μια ενδεχόμενη πολεμική σύρραξη, στην οποία θα εμπλέκεται και η χώρα μας, αλλά και να παρέμβει για να συμβάλει στην ανατροπή της . Και αυτή η παρέμβαση σημαίνει άμεση αγωνιστική διεκδίκηση της αποχώρησης από ΕΕ και ΝΑΤΟ, πολέμου συνδικάτο, καθώς και πρακτικό αποκλεισμό όλων των ξένων βάσεων με συνεχή αγώνα μέχρι το οριστικό κλείσιμό τους. Η κομμουνιστική Αριστερά θα πρέπει να αναδείξει και να στηρίξει την άρνηση των φαντάρων μας να συμμετέχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην όποια εκτός των συνόρων μας πολεμική επιχείρηση, να παλέψει για την ακύρωση των κοινών πολυεθνικών ασκήσεων στο έδαφος μας τύπου «Ηνίοχος», αλλά και των στρατιωτικών συμφωνιών με τις πλέον πολεμοχαρείς δυνάμεις της περιοχής όπως το Ισραήλ. Στόχος ενός αυθεντικού αντι-πολεμικού κινήματος πρέπει να είναι και η, με κάθε τρόπο, εναντίωση στην ένταξη της εξωτερικής μας πολιτικής στα Νατοϊκά σχέδια, ένταξη που εκφράζεται και υπηρετείται και με το χειρισμό του ζητήματος της ΠΓΔΜ. Πρέπει να αντισταθούμε στην καλλιέργεια κάθε είδους εθνικισμού, αλυτρωτισμού και ρατσισμού, φαινόμενα που προάγουν τον πόλεμο απέναντι σε άλλους λαούς, τους οποίους πρέπει να αντιμετωπίζουμε διεθνιστικά σαν αδέλφια μας.

IV. Αν παρόλα αυτά επιχειρηθεί από τον οποιονδήποτε να αμφισβητήσει την εδαφική ακεραιότητα της πατρίδας μας, ελάχιστη προϋπόθεση άσκησης της λαϊκής κυριαρχίας, όχι μόνον με πολιτικούς και οικονομικούς όρους, όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα από την Τρόικα που την δυναστεύει, αλλά και στρατιωτικά , τότε, όπως έπραξαν πάντοτε πρωτοπόρα οι κομμουνιστές, σε αντίθεση με την αστική τάξη και τους πολιτικούς της εκπροσώπους , θα την υπερασπιστούμε με όλες μας τις δυνάμεις , με έναν αγώνα διττά απελευθερωτικό, και απέναντι στους ξένους επίδοξους κατακτητές μας και απέναντι στην ντόπια ξενόδουλη αστική τάξη, με ευθύνη της οποίας θα έχουμε οδηγηθεί στον πόλεμο.

Σταύρος Μαυρουδέας
Γιώργος Ρούσης
Αλέξανδρος Χρύσης

«Ελληνική κρίση και πολιτική εκπροσώπηση: υπάρχουν ακόμη ευκαιρίες για την επαναστατική Αριστερά;» video

Το video της ομιλίας μου με θέμα «Ελληνική κρίση και πολιτική εκπροσώπηση: υπάρχουν ακόμη ευκαιρίες για την επαναστατική Αριστερά;» στην προσυνεδριακή 2ημερίδα του ΝΑΡ στις 8/10/2017 στον πολυχώρο ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΜΟΛΥΒΙ βρίσκεται στους ακόλουθους συνδέσμους:

«Ελληνική κρίση και πολιτική εκπροσώπηση: υπάρχουν ακόμη ευκαιρίες για την επαναστατική Αριστερά;» (Μαυρουδέας Σταύρος)

 

https://youtu.be/BhrVvt7ZiMc

 

https://youtu.be/P7HWdhHEWtk

Παρέμβαση στη εκπομπή Θέσεις της Egnatia TV, 2-6-2017

Ακολουθεί το video της παρέμβασης μου στη εκπομπή Θέσεις της Egnatia TV στις 2-6-2017. Θέμα της συζήτησης με τον Χ.Καφτεράνη η οικονομική κατάσταση, το μνημονιακό πρόγραμμα αλλά και οι πολιτικές εξελίξεις.

 

 

Φιλικές συμβουλές προς «κύκλους της ΛΑΕ»

Φιλικές συμβουλές προς «κύκλους της ΛΑΕ»

 

Σταύρος Μαυρουδέας

8/6/2017

 

 

 

 

 

 

 

Το κείμενο μου «Αποδέσμευση από την ΕΕ ή Δραχμισμός;» (ΠΡΙΝ Σάββατο 3 Ιουνίου 2017) προκάλεσε την κριτική ανώνυμου σχολιογράφου της Iskra και επίσης ανώνυμων κύκλων της ΛΑΕ με τίτλο «Ο «δραχμισμός» και ο «αριστερός ευρωσκεπτικισμός» της ΛΑ.Ε. Και εσύ Βρούτε;». Με την πιο φιλική διάθεση θα ήθελα να κάνω ορισμένες επισημάνσεις και να προβώ σε αντίστοιχες συμβουλές.

 

 

 

Πρώτον, αυτή η οχύρωση πίσω από την ανωνυμία – πόσο μάλλον το σχήμα «κύκλοι της ΛΑΕ» που ανάγει σε κυβερνητικές μεθόδους συγκεκαλυμμένων διαρροών – δεν βοηθά την συζήτηση στην Αριστερά.

 

Δεύτερον, Βρούτους καλύτερα θα ήταν να αναζητούσατε στον δικό σας πολιτικό χώρο (όπου μάλλον έχετε πολλούς). Εξ όσων γνωρίζω ούτε στον ίδιο πολιτικό χώρο ανήκουμε, ούτε κοινή πολιτική διαδρομή είχαμε. Θα μπορούσε να κάνει κανείς αρκετά ειρωνικά σχόλια περί αμετροέπειας, Καισαρισμού κλπ. αλλά δεν θα συμβάλλουν στην ουσία της συζήτησης στην οποία το κείμενο μου θέλει να προκαλέσει.

 

Τρίτον, αποτελεί υπεκφυγή και ένδειξη αδυναμίας το να προσπαθείς να αντικρούσεις μία άποψη ταυτίζοντας την με κάποια άλλη. Εν προκειμένω η ταύτιση από μέρους σας της άποψης που διατύπωσα με την κριτική του ΚΚΕ στη ΛΑΕ (παρόλο ότι φευγαλέα αναγνωρίζονται οι διαφορές τους) είναι καθαρή υποκρισία.

 

Τέταρτον, το τρυκ το οποίο χρησιμοποιείται, δηλαδή το να παρουσιάζετε και σχολιάζετε απόψεις κατά το δοκούν (ή για να το πω ευγενικά παραποιώντας τες) χωρίς καν να τις παραθέτετε ή να παραπέμπετε τον αναγνώστη σ’ αυτές ανήκει στις χειρότερες παραδόσεις γραφειοκρατικών κύκλων της Αριστεράς και θα συνιστούσα θερμά να το αποφεύγετε.

 

Πέμπτον, αν πράγματι οι ανούσιες αδελφοκτόνες διαμάχες είναι μία γάγγραινα για την Αριστερά το ίδιο είναι και η σιωπή του κατώτατου κοινού όρου και το τέλμα της έλλειψης αντιπαράθεσης. Πίσω από τα τελευταία κρύβονται συνήθως καταστροφικές και δεξιόστροφες πολιτικές ατζέντες (όπως έδειξε η υπόθεση ΣΥΡΙΖΑ και για την οποία έχετε σοβαρότατες ευθύνες). Αντίθετα, η ανοικτή συζήτηση και κριτική αντιπαράθεση – ιδιαίτερα σε χαλεπούς καιρούς όπως τον τωρινό – είναι αναγκαία για την Αριστερά για να μπορέσει να παράγει νέες ιδέες και να ξεπεράσει τα σημερινά αδιέξοδα της.

 

Έκτον, για την πολιτική ουσία – που είναι και το πιο σημαντικό – δεν λέτε τίποτα. Επαναλαμβάνεται ότι τάσσεστε υπέρ της εξόδου από την ΕΕ, κάτι που δεν λέγατε τον καιρό που συμμετείχατε στο ΣΥΡΙΖΑ και υπερασπίζατε ενθουσιωδώς όχι μόνον το δεξιόστροφο και αναποτελεσματικό πρόγραμμα του αλλά ακόμη και την φαιδρότητα που ονομάσθηκε «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης». Όμως αυτή η καλοδεχούμενη μετατόπιση σας δεν παίζει κανένα ουσιαστικό ρόλο στα νέα προγράμματα που προτείνετε. Πρόκειται μόνο για ένα ευχολόγιο που ανάγεται σε ένα ακαθόριστο μέλλον και χάνεται μέσα σε φλύαρες διατυπώσεις που αποσκοπούν σε ακαθόριστα αντι-μνημονιακά μέτωπα με πρόσωπα και δυνάμεις καθόλα αφερέγγυες και που αρκετές δεν συμμερίζονται ούτε καν την έξοδο από την ΟΝΕ. Αυτό κάνατε στις τελευταίες εκλογές και είδατε τα αποτελέσματα, τόσο τότε όσο και μετά. Αυτό όμως συνεχίζετε να κάνετε και σήμερα.

 

Στα πιο συνεκτικά κείμενα σας προτείνεται ένα πρόγραμμα μετωπικής συμπόρευσης με κέντρο την έξοδο από την ΟΝΕ και μόνο. Υποστηρίζεται (όπως και στο σχόλιο σας για το κείμενο μου) ότι αυτό είναι το πολιτικά άμεσο που μάλιστα σε χρόνο dt θα οδηγήσει σε πλήρη αναδιαμόρφωση του οικονομικού τοπίου και στη συνέχεια, μετά από συγκρούσεις με την ΕΕ, θα οδηγήσει στο να τεθεί το ερώτημα της εξόδου από την ΕΕ σε δημοψήφισμα.

Ακριβώς αυτή την στρουθοκαμηλική αντίληψη επικρίνει το κείμενο μου. Συγκεκριμένα, δείχνει ότι η έξοδος από την ΟΝΕ είναι αδιέξοδη αν δεν αποτελεί τμήμα της συνολικής και άμεσης αποδέσμευσης από την ΕΕ. Για να το τεκμηριώσει αυτό προβάλει (όπως και άλλα πιο αναλυτικά κείμενα μου, π.χ. «Ανταγωνιστικές ερμηνείες και στρατηγικές εξόδου της ελληνικής κρίσης και το πρόβλημα της παραγωγικής ανασυγκρότησης» ΟΥΤΟΠΙΑ νο.115) συγκεκριμένα επιχειρήματα με πιο σημαντικό την υποτίμηση της προβληματικής παραγωγικής δομής της ελληνικής οικονομίας και την αδυναμία άμεσης και δραστικής αναδιάρθρωσης της εντός της ΕΕ. Επ’ αυτών έχετε να πείτε κάτι;

Η επίκληση ως απάντησης του φυλλαδίου της ΛΑΕ για την μετάβαση στο εθνικό νόμισμα – που στην καλύτερη περίπτωση είναι έκθεση ιδεών και ερωταποκρίσεις για πολιτικό καφενείο αλλά όχι συνεκτικό πρόγραμμα – επιβεβαιώνουν τα προαναφερθέντα επιχειρήματα.

Το πιο σημαντικό όμως απ’ όλα είναι η εμμονή σας σε πολιτικές αντιλήψεις τύπου ΣΥΡΙΖΑ και συγκεκριμένα στις ψευδαισθήσεις ότι (α) μπορεί να υπάρξει επιτυχής συγκρουσιακή διαπραγμάτευση μέσα στην ΕΕ και (β) «χαϊδεύοντας» τα αυτιά του κόσμου (ότι ο στόχος δεν είναι δύσκολος και επίπονος) θα προκύψουν εύκολα και γρήγορα πολιτικά αποτελέσματα. Η μακρά πορεία σας μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να σας είχε διδάξει για το αντίθετο.

Φίλοι της ΛΑΕ οι καθαροί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους. Αντίθετα υποκριτικοί κλαυθμυρισμοί (π.χ. «Η ΛΑ.Ε «περιορίζεται μόνο στο ευρώ») ούτε βοηθούν ούτε πείθουν.

 

Οι σύνδεσμοι των επίδικων κειμένων ακολουθούν:

Στ. Μαυρουδέας, Αποδέσμευση από την ΕΕ ή Δραχμισμός;» (ΠΡΙΝ Σάββατο 3 Ιουνίου 2017

Iskra, Ο «δραχμισμός» και ο «αριστερός ευρωσκεπτικισμός» της ΛΑ.Ε. Και εσύ Βρούτε;

 

Αποδέσμευση από την ΕΕ ή Δραχμισμός; – ΠΡΙΝ Σάββατο 3 Ιουνίου 2017

 

 

ΠΡΙΝ

Σάββατο 3 Ιουνίου 2017, φ.1333

Αποδέσμευση από την ΕΕ ή Δραχμισμός;

 

Σταύρος Δ. Μαυρουδέας

 

 

Η ένταξη στην ευρωπαϊκή ιμπεριαλιστική ενοποίηση καθορίζει αποφασιστικά τις πολιτικο-οικονομικές εξελίξεις στην Ελλάδα από την μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Αυτή η σύγχρονη «Μεγάλη Ιδέα» της ελληνικής αστικής τάξης αποτελεί μία στρατηγική επιλογή που σταθεροποίησε την κυριαρχία της στην ταραγμένη μεταδικτατορική περίοδο και της έδωσε ελπίδες για αναβάθμιση μέσα στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα (από ένα μεσαίου επιπέδου υπο-ιμπεριαλισμό σε έστω μικρό συνεταίρο ενός από τα βασικά παγκόσμια ιμπεριαλιστικά μπλοκ). Η συμμετοχή στην ΟΝΕ σηματοδότησε την απεγνωσμένη προσπάθεια να αναρριχηθεί στην πρώτη ταχύτητα αυτής της ιμπεριαλιστικής ενοποίησης. Αυτή η «Μεγάλη Ιδέα», όπως και οι προηγούμενες, μόνο πόνο και δάκρυα προσφέρει στις υποτελείς τάξεις με την συγκεκαλυμμένη αρχικά (από το 1985) και εξόφθαλμη και ραγδαία σήμερα συμπίεση των λαϊκών δικαιωμάτων και εισοδημάτων.

Αρχίζει όμως να κοστίζει και στο κεφάλαιο. Η ένταξη στην Κοινή Αγορά αποδιάρθρωσε το προηγουμένως παραδοσιακό μεν αλλά σχετικά συνεκτικό και αποτελεσματικό παραγωγικό πρότυπο του ελληνικού καπιταλισμού. Ο ανταγωνισμός των πιο αναπτυγμένων δυτικών κεφαλαίων συρρίκνωσε τον αγροτικό και τον βιομηχανικό τομέα και διόγκωσε αφύσικα τις υπηρεσίες καθώς το ελληνικό κεφάλαιο «κρύφθηκε» σ’ αυτές εκμεταλλευόμενο τις δυνατότητες συγκεκαλυμμένου προστατευτισμού και κρατικο-μονοπωλιακής διαπλοκής που παρέχουν. Επίσης έχασε τα προνόμια της αυτόνομης χρήσης μιας σειράς κρίσιμων εργαλείων (π.χ. νομισματική πολιτική μετά την ένταξη στην ΟΝΕ). Αφετέρου βέβαια, ωφελήθηκε από τις δυνατότητες αποκόμισης ιμπεριαλιστικών υπερ-κερδών (ιδιαίτερα στην περιοχή των Βαλκανίων μετά το 1990) που έδωσε η συμμετοχή στην ευρωπαϊκή ιμπεριαλιστική ενοποίηση. Η παγκόσμια καπιταλιστική κρίσης του 2007-8 και η ανάδυση τόσο της πτωτικής τάσης της κερδοφορίας όσο και των διαρθρωτικών προβλημάτων γκρεμίζει πλέον την σύγχρονη αστική «Μεγάλη Ιδέα» και ο ελληνικός καπιταλισμός τίθεται υπό επιτροπεία, υποβαθμιζόμενος ραγδαία τόσο μέσα στον ευρωπαϊκό όσο και τον διεθνή καταμερισμό εργασίας. Ιδιαίτερα, ο ρόλος του ξένου κεφαλαίου αυξάνει δραστικά μετατρέποντας σταδιακά το ελληνικό σε φτωχό συγγενή (π.χ. αλλαγές στον κρίσιμο τραπεζικό τομέα). Όμως το τελευταίο δεν τολμά ούτε να σκεφθεί την ανεξαρτητοποίηση του καθώς είναι στενότατα δεσμευμένο στις οικονομικές διαδικασίες της ευρωπαϊκής ενοποίησης και τρέμει το κόστος της ανεξαρτητοποίησης του. Γι’ αυτό τον λόγο, σε αντίθεση με άλλες χώρες κυρίως της Δυτικής Ευρώπης, δεν έχει εμφανιστεί καμία σοβαρή μερίδα του που να αμφισβητεί την συμμετοχή στην ευρωπαϊκή ενοποίηση και αντιδρά λυσσαλέα σε κάθε πρόταση αποδέσμευσης από αυτήν. Οι πρόσφατες τυχοδιωκτικές πρωτοβουλίες επίδοξων και εκπεσόντων πολιτικών και προσωπικοτήτων (που ζητούν φιλικό διαζύγιο από την ΟΝΕ και επιστροφή στη δραχμή με την στήριξη της κυβέρνησης Τραμπ και φυσικά χωρίς κανένα φιλο-λαϊκό και αριστερό περιεχόμενο) δεν έχουν σοβαρή συστημική στήριξη. Προς το παρόν τουλάχιστον, αυτός ο αστικός «δραχμισμός» χρησιμοποιείται μόνο ως μέσο πίεσης προς την ΕΕ.

 

 

 

 

Η κρίση και ο «αριστερός ευρωσκεπτικισμός»

 

Η απουσία ενός σοβαρού τμήματος της ελληνικής αστικής τάξης που να αμφισβητεί την ένταξη στην ευρωπαϊκή ενοποίηση έχει συμβάλει ώστε η οικονομική κρίση έχει στρέψει τις λαϊκές μάζες κυρίως προς την Αριστερά. Η ισχυρή αντι-ΕΕ παράδοση της ελληνικής Αριστεράς (παρά τις όποιες ταλαντεύσεις και υπαναχωρήσεις τμημάτων της, όπως η πρόσφατη ανοικτή αποστασία του ΚΚΕ) έχει συμβάλλει δραστικά σ’ αυτό. Αντίθετα, σε πολλές Δυτικο-ευρωπαϊκές χώρες εμφανίζονται σημαντικά τμήματα της αστικής τάξης που δυσφορούν με την Γερμανική κυριαρχία και σε συνδυασμό με προλεταριοποιούμενα (ή φοβούμενα την προλεταριοποίηση) μικρο και μεσο-αστικά στρώματα εμφανίζονται σαν ευρωσκεπτικιστές ή ακόμη και ολικοί αρνητές της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Το ακροδεξιό εθνικιστικό αυτό μπλοκ κερδίζει αξιοσημείωτη απήχηση στα λαϊκά και εργατικά στρώματα καθώς η συντριπτική πλειοψηφία της Αριστεράς στις χώρες αυτές, πολλές φορές μετά από συντριπτικές ήττες, έχει εκφυλιστεί σε ένα κοσμοπολίτικο, πολιτικά καθωσπρέπει χυλό που έχει εγκαταλείψει την ταξική πολιτική και έχει ενσωματωθεί (με ψευτο-διεθνιστικές ατάκες) στις πολιτικές της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η Αριστερά αυτή είναι ανίκανη να εκφράσει την λαϊκή οργή που γεννά η φτωχοποίηση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων από την ευρωπαϊκή ιμπεριαλιστική ενοποίηση καθώς ασπάσθηκε έναν αταξικό (στην ουσία του) κοσμοπολιτισμό, υποστήριξε την ευρωπαϊκή ενοποίηση εν ονόματι ενός ψευδεπίγραφου διεθνισμού (που υποτασσόταν στην καπιταλιστική «παγκοσμιοποίηση» και καμιά σχέση δεν είχε με τον προλεταριακό διεθνισμό), μετατράπηκε σε «αδελφή νοσοκόμα» του συστήματος (ιδιαίτερα στο μεταναστευτικό ζήτημα) και αποκήρυξε κάθε προσπάθεια μίας ταξικής γραμμής στα ζήτημα εθνικής ανεξαρτησίας που ανακύπτουν από την ευρωπαϊκή ενοποίηση.

Μία τέτοια εκφυλισμένη Αριστερά δεν έχει ακόμη κατορθώσει να κυριαρχήσει στη χώρα μας (αν και υπάρχουν ισχυρές πιέσεις). Από την άλλη όμως μέσα στην ελληνική Αριστερά καλλιεργούνται μία σειρά «δραχμιστικές» προτάσεις που δεν προσφέρουν αλλά αντίθετα υπονομεύουν την αντι-ΕΕ πάλη. Οι προτάσεις αυτές συνδέονται με την ανάδυση μέσα σε εκφυλισμένα τμήματα της δυτικο-ευρωπαϊκής Αριστεράς ενός όψιμου ευρω-σκεπτικισμού. Εμπρός στον κίνδυνο πλήρους αποκοπής τους από τις λαϊκές μάζες αλλάζουν γραμμή και είτε επαγγέλλονται τον προοδευτικό μετασχηματισμό της «νεοφιλελεύθερης ΕΕ» (συνήθως με ένα ήπιο Κεϋνσιανισμό) είτε ακόμη και στην αποχώρηση χωρών από την ΟΝΕ και την διατήρηση της ΕΕ περίπου ως ζώνης εμπορίου. Βέβαια πρόκειται για εθελοτυφλικές προτάσεις καθώς ο προοδευτικός μετασχηματισμός της ΕΕ έχει αποδειχθεί ανέφικτος. Αλλά και η πεποίθηση ότι ιδιαίτερα οι ευρω-περιφερειακές χώρες μπορούν να παίξουν με καλύτερους όρους μέσα στην Κοινή Αγορά αγνοεί τόσο την ιστορική εμπειρία όσο και τους βασικούς κανόνες του καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Για χώρες του ευρω-κέντρου αυτό είναι εφικτό μόνον εφόσον σημαντικές μερίδες του κεφαλαίου επιλέξουν την κατεύθυνση αυτή και φυσικά πληρώσουν οι εργαζόμενοι τα κόστη αυτής της αναπροσαρμογής. Αντίθετα για χώρες της ευρω-περιφέρειας η παραμονή στην Κοινή Αγορά με τους μηχανισμούς ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης που η τελευταία έχει δεν θα αλλάξει ουσιαστικά τα πράγματα.

Αυτός ο αδιέξοδος «αριστερός ευρωσκεπτικισμός» εκφράζεται στη χώρα μας ιδιαίτερα από την ΛΑΕ και από μελέτες όπως αυτή του ΕΔΕΚΟΠ (Ευρωπαϊκό Δίκτυο Ερευνών Κοινωνικής και Οικονομικής Πολιτικής), δια χειρός Λαπαβίτσα. Η τελευταία είναι ενδεικτική των προβλημάτων της πρότασης αυτής.

 

 

 

 

 

Κατ’ αρχήν ξεκινά με κλαυθμηρισμούς περί της ζημιάς που προκαλούν οι κυρίαρχες πολιτικές στην Ευρώπη και με επικλήσεις για την σωτηρία της. Πρόκειται για μία πολιτικά αφελή (;) εισαγωγή που παραγνωρίζει τα δομικά χαρακτηριστικά και την ιστορική εμπειρία της ευρωπαϊκής ενοποίησης (σαν μηχανισμού με οργανικά ιμπεριαλιστικά χαρακτηριστικά). Η ερμηνεία της ελληνικής κρίσης επίσης δεν έχει καμία σχέση με τον Μαρξισμό αλλά αναπαράγει και μάλιστα αδύναμα ετερόδοξες αλλά και ορθόδοξες αστικές προσεγγίσεις (π.χ. η εξόφθαλμα λανθασμένη θεωρία της ανταγωνιστικότητας με βάση τα ονομαστικά μοναδιαία κόστη εργασίας).

Στο τεχνικό τμήμα της πρόκειται ουσιαστικά για πρόταση συναινετικού διαζυγίου με την ΟΝΕ και παραμονής στην ΕΕ σε δύο παραλλαγές. Στην καθαρόαιμη εκδοχή της βασίζεται στην βοήθεια της ΕΕ (παροχή ρευστότητας από την ΕΚΤ κλπ.) και μάλιστα με αχρείαστη πολυπλοκότητα καθώς, σ’ αυτή την περίπτωση, ένα συναλλαγματικό swap με την ΕΚΤ (ή υπό την κάλυψη της) θα έλυνε εύκολα τα προβλήματα. Βέβαια, η εν λόγω καλή μελέτη συνειδητά αποσιωπά ότι αυτό είναι το plan B της Γερμανίας ήδη διατυπωμένο σε σχετικές μελέτες (π.χ. Deutsche Bank) και χρησιμοποιημένο από τον Schaeuble για να τρομοκρατήσει την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ (στην οποία η σημερινή ΛΑΕ ασμένως συμμετείχε). Δεν είναι κρυφό ότι η Γερμανία, σε περίπτωση προϊούσας αποσύνθεσης της ΕΕ, προσανατολίζεται στη διατήρηση ενός σκληρού πυρήνα γύρω της που θα περιστοιχίζεται από ζώνες χωρών εξαρτημένες από αυτόν. Ο νομισματικός μηχανισμός αυτού του γερμανικού plan B προβλέπει την ένταξη των νομισμάτων των χωρών αυτών στον Ευρωπαϊκό Συναλλαγματικό Μηχανισμό ΙΙ (ή κάτι ανάλογο), όπου τα νομίσματα αυτά θα είναι εξαρτήματα του ευρώ (ή του Γερμανο-κεντρικού διαδόχου του) αλλά με μία μεγαλύτερη ευελιξία στη διακύμανση των ισοτιμιών τους (και συνεπώς στην απάλυνση των ανισορροπιών στο εξωτερικό εμπόριο και στο ισοζύγιο πληρωμών). Όμως αποκλείει τόσο την «ανταγωνιστική υποτίμηση» (δηλαδή μία επιθετική κίνηση) όσο και (λόγω της παραμονής στην Κοινή Αγορά) την εφαρμογή ενεργητικών βιομηχανικών πολιτικών (δηλαδή ριζικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας), που μόνο αυτές μπορούν να εξαλείψουν τις διαφορές ανταγωνιστικότητας και συνεπώς των εμπορικών και κεφαλαιακών ανισορροπιών. Ουσιαστικά, για τις ευρω-περιφερειακές οικονομίες το Γερμανικό plan B είναι διπλά καταστροφικό. Αφού έχουν περάσει την λαίλαπα των προγραμμάτων λιτότητας θα μεταταχθούν σε μία ζώνη ανοικτής υποτέλειας που θα διατηρεί τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά εξάρτησης τους από τον πυρήνα. Απλά θα υπάρχει η δυνατότητα, κατόπιν συμφωνίας του ευρω-κέντρου, μίας πιο ελαστικής διαχείρισης ακραίων καταστάσεων. Το κόστος όμως ακόμη και αυτών των διευκολύνσεων τελικά θα το επωμίζονται κυρίως αυτές.

Η συγκρουσιακή παραλλαγή της πρότασης του ΕΔΕΚΟΠ αποτελεί ουσιαστικά παραλλαγή της συναινετικής και ταυτόχρονα αναπαραγωγή της αντίληψης του ΣΥΡΙΖΑ (πριν την παράδοση άνευ όρων) ότι υπάρχουν οι δυνατότητες επιτυχίας μιας «άγριας» διαπραγμάτευσης εντός της ΕΕ. Φυσικά το αποτέλεσμα αυτής της κοντόφθαλμης και ταυτόχρονα υποκριτικής στρατηγικής είναι σήμερα γνωστό. Με αυτή την εθελοτυφλική γραμμή το ΕΔΕΚΟΠ υποστηρίζει ότι μπορείς να πάψεις να πληρώνεις το χρέος και να περάσεις στη δραχμή χωρίς αυτό δεν να οδηγήσει σε ανοικτό πόλεμο με την ΕΕ και το ελληνικό κεφάλαιο. Έτσι θα μπορείς να προχωρήσεις σε μία πολιτική εσωτερικής σταθεροποίησης μέσω μία αφελούς Κεϋνσιανής πολιτικής ενίσχυσης της ζήτησης και υποκατάστασης εισαγωγών. Η Μαρξιστική ανάλυση έχει δείξει ότι σε κρίσεις υπερσυσσώρευσης (δηλαδή πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους και όχι φυσικά φληναφημάτων περί ανύπαρκτης «χρηματιστικοποίησης») η τόνωση της ζήτησης δεν επιλύει αλλά επιδεινώνει το πρόβλημα υπερσυσσώρευσης.

Κατά το ΕΔΕΚΟΠ η τόνωση της ζήτησης θα προέλθει κατ’ αρχήν μέσω τυπώματος νομίσματος που υποστηρίζεται ότι θα έχει μικρή πληθωριστική επίπτωση κυρίως λόγω της μεγάλης υποαπασχόλησης παραγωγικού δυναμικού της ελληνικής οικονομίας. Ο υπολογισμός της τελευταίας είναι καταφανώς υπερβολικός καθώς το μεγαλύτερο μέρος των «κλειστών» επιχειρήσεων – ιδιαίτερα της μεταποίησης – είναι χρόνια στην κατάσταση αυτή και έχει απαξιωθεί πλήρως. Συνεπώς, στα πλαίσια μίας οικονομία της αγοράς με περιορισμένη μόνο κρατική ρύθμιση (όπως το τοποθετεί το ΕΔΕΚΟΠ) μοιραία αυτό θα οδηγήσει σε έκρηξη του πληθωρισμού. Εφόσον μάλιστα αυτό γίνει με βάση το σημερινό παραγωγικό μοντέλο (που η κατανάλωση βασίζεται σε εισαγωγές) τότε αυτό θα είναι καταστροφικό για την αγοραστική δύναμη των μισθών.

 

Επίσης, η προτεινόμενη παραγωγική ανασυγκρότηση είναι επιεικώς ανεφάρμοστη. Υποθέτει ότι η ΕΕ θα δεχθεί εκτεταμένες «ρήτρες εξαίρεσης» από την απαγόρευση επιδοτήσεων και προστατευτισμού της Κοινή Αγοράς. Αυτό αποκλείεται γιατί θα κουρέλιαζε την τελευταία και θα άνοιγε την όρεξη και άλλων χωρών. Επίσης, υποθέτει ότι το ιδιωτικό κεφάλαιο θα συνεργαστεί και μάλιστα έγκαιρα στην πολιτική υποκατάστασης εισαγωγών. Πρόκειται επίσης για αφέλεια. Σε περίπτωση πολέμου με την ΕΕ το ελληνικό κεφάλαιο είναι γνωστό με ποιόν θα συμμαχήσει, όπως έδειξε και η περίοδος του δημοψηφίσματος. Η ελληνική αστική τάξη έβγαλε και βγάζει συνεχώς τα κεφάλαια της στο εξωτερικό κρατώντας στη χώρα μόνο τα απολύτως αναγκαία. Έξω μπορεί να τα επενδύσει πολύ πιο ελεύθερα και κερδοφόρα απ’ ότι σε μία Ελλάδα σε κατάσταση οικονομικού πολέμου. Συνεπώς, μόνο μία παραγωγική ανασυγκρότηση βασισμένη σε υποχρεωτικό και καθολικό σχεδιασμό της οικονομίας μπορεί να ανασυγκροτήσει σε φιλολαϊκή κατεύθυνση την ελληνική οικονομία. Όμως κάτι τέτοιο αποκλείεται εντός της Κοινής Αγοράς και φυσικά το ελληνικό κεφάλαιο δεν θα συναινέσει.

Οι ετερόδοξες αναλυτικές αδυναμίες στην ερμηνεία της ελληνικής κρίσεις και οι μεσοβέζικες πολιτικές επιλογές φαίνονται και στη μελέτη της κλαδικής αναδιάρθρωσης της οικονομίας. Θεωρείται ότι στην κατάσταση «μισο-πολέμου» με την ΕΕ θα μπορεί να υπάρξει σταθεροποίηση της οικονομίας με βάση το σημερινό παραγωγικό μοντέλο. Έτσι, παρά την βούληση των συντακτών για ενίσχυση της εκβιομηχάνισης, στην περίοδο σταθεροποίησης τον βασικό ρόλο παίζουν κλάδοι του πρωτογενούς τομέα και των υπηρεσιών. Δηλαδή αναπαράγεται το υπάρχον καταφανώς αποτυχημένο παραγωγικό μοντέλο. Αγνοούνται βασικά προβλήματα των κλάδων αυτών (π.χ. η ασφυκτική εξάρτηση της έρευνας από ευρωπαϊκά κονδύλια, του τουρισμού από μεγάλα ξένα πρακτορεία). Επίσης η χρησιμοποιούμενη τεχνική μεθοδολογία επιλογής κλάδων είναι εξαιρετικά προβληματική καθώς είναι πολύ μακροσκοπική (για πολιτικές που αναγκαστικά έχουν επιτακτικά βραχυχρόνιο χαρακτήρα) και βασίζεται σε παλιά δεδομένα που παραγνωρίζουν τόσο την τρέχουσα κατάσταση της οικονομίας όσο και αυτή που θα υπάρξει σε μία σύγκρουση με την ΕΕ.

 

Ο «δραχμισμός» του «αριστερού ευρωσκεπτικισμού» οδηγεί σε αδιέξοδα και νέες ήττες την Αριστερά. Υποβαθμίζει το βάθος και την έκταση της ταξικής και διεθνούς σύγκρουσης που απαιτείται για μία φιλολαϊκή διέξοδο από την κρίση. Θεωρεί ότι αυτή μπορεί να προκύψει είτε συναινετικά είτε με ένα «μισο-πόλεμο», δηλαδή δεν έχει διδαχθεί τίποτα από την καταστροφική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ (για την οποία έχουν οι «αριστεροί δραχμιστές» σοβαρότατες ευθύνες). Αναζητεί ανέφικτες συμμαχίες με τμήματα της ελληνικής αστικής τάξης και ταυτόχρονα έχει την ψευδαίσθηση (;) ότι αυτά θα δεχθούν την ηγεμονία της Αριστεράς και του κόσμου της εργασίας. Αν υπάρξουν τέτοια τμήματα του ελληνικού κεφαλαίου θα επιδιώξουν την επιστροφή στη δραχμή με δικούς τους όρους, νέες διεθνείς εξαρτήσεις (κυρίως από τις ΗΠΑ) και σε βάρος των εργαζομένων.

Πολλές φορές όλα τα παραπάνω κρύβονται μέσα σε επιεικώς άστοχες πολιτικές διατυπώσεις του τύπου «ας γίνει πρώτα η έξοδος από την ΟΝΕ και μετά θα έλθει και η αποδέσμευση από την ΕΕ». Την ίδια ώρα βέβαια ακόμη και αυτό το μεσοβέζικο πρόγραμμα εξαϋλώνεται μέσα στις συμμαχίες με τυχοδιωκτικά προσωποπαγή μορφώματα με ένα θολό αντι-μνημονιακό και μόνο λόγο.

Οι κομμουνιστές δεν κρύβουν τις προθέσεις τους, όπως εμφατικά διακήρυξε ο Ένγκελς. Ο μόνος δρόμος φιλολαϊκής διεξόδου από την κρίση περνά από ένα μεταβατικό πρόγραμμα σοσιαλιστικής προοπτικής. Η τελευταία είναι ο στρατηγικός στόχος των κομμουνιστών και φυσικά δεν τον κρύβουν από τις λαϊκές μάζες. Άλλωστε ιδιαίτερα μετά την προδοσία του ΣΥΡΙΖΑ ο μόνος τρόπος για να σε ακούσουν είναι να τους μιλήσεις καθαρά, χωρίς να τάζεις λαγούς με πετραχήλια, και μιλώντας έντιμα για τις αναγκαίες θυσίες που πρέπει να γίνουν για να μπορέσει να «γυρίσει ο ήλιος».

Ο βασικός μεσοπρόθεσμος κόμβος αυτού του προγράμματος και η βάση για την συγκρότηση ενός ευρύτερου λαϊκού μετώπου είναι η συνολική αποδέσμευση από την ΕΕ. Χωρίς αυτήν καμία διαδικασία σοσιαλιστικής μετάβασης αλλά και αντιμετώπισης των άμεσων λαϊκών προβλημάτων δεν μπορεί να υπάρξει. Μία έξοδος από την ΟΝΕ χωρίς την πλήρη αποδέσμευση είναι ατελέσφορη ή τμήμα αστικών σχεδίων. Στη βάση αυτού του μεσοπρόθεσμού κόμβου οι κομμουνιστές οφείλουν να συνεργαστούν ακόμη και με δυνάμεις που δεν είναι πεισμένες για την σοσιαλιστική προοπτική χωρίς όμως ποτέ να κρύψουν τις στρατηγικές επιδιώξεις τους και προβάλλοντας πάντα οι ίδιοι ένα ευρύτερο πρόγραμμα όπου η αποδέσμευση από την ΕΕ (και η ειδική περίοδος περίπου «πολεμικής» οικονομίας που θα την χαρακτηρίζει) θα ανοίξει τον δρόμο για την διαδικασία σοσιαλιστικής μετάβασης.

Η υλοποίηση αυτού του πολιτικού σχεδίου είναι το κρίσιμο στοίχημα για τους Έλληνες κομμουνιστές σήμερα.

 

 

https://www.scribd.com/document/350279178/%CE%94%CF%81%CE%B1%CF%87%CE%BC%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82-%CE%A0%CE%A1%CE%99%CE%9D

https://www.researchgate.net/publication/317336451_Apodesmeuse_apo_ten_EE_e_Drachmismos

 

https://www.academia.edu/33317368/%CE%91%CF%80%CE%BF%CE%B4%CE%AD%CF%83%CE%BC%CE%B5%CF%85%CF%83%CE%B7_%CE%B1%CF%80%CF%8C_%CF%84%CE%B7%CE%BD_%CE%95%CE%95_%CE%AE_%CE%94%CF%81%CE%B1%CF%87%CE%BC%CE%B9%CF%83%CE%BC%CF%8C%CF%82_-_%CE%A0%CE%A1%CE%99%CE%9D.docx

 

Κέρκυρα 28/04/2017 Η Πολιτική Οικονομία της ΕΕ: Μια Ιμπεριαλιστική Ολοκλήρωση σε Υπαρξιακή Κρίση – video εκδήλωσης

Στους παρακάτω συνδέσμους βρίσκεται το video της εκδήλωσης του Ομίλου Μελέτης Επαναστατικής Θεωρίας Κέρκυρας (28/04/2017) με εισηγητή τον Σταύρο Μαυρουδέα και θέμα «Η Πολιτική Οικονομία της ΕΕ: Μια Ιμπεριαλιστική Ολοκλήρωση σε Υπαρξιακή Κρίση»

 

 

«Η πολιτική οικονομία της ΕΕ: Ένα ιμπεριαλιστικό εγχείρημα σε κρίση», ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ νο.2 (κείμενο)

Το κείμενο του άρθρου μου στο 2ο τεύχος των ΤΕΤΡΑΔΙΩΝ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ με θέμα «Η πολιτική οικονομία της ΕΕ: Ένα ιμπεριαλιστικό εγχείρημα σε κρίση» μπορεί να διαβαστεί στους παρακάτω συνδέσμους:

https://www.scribd.com/document/330841521/%CE%97-%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%9F%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%AF%CE%B1-%CE%A4%CE%B7%CF%82-%CE%95%CE%95-%CE%A4%CE%B5%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%B4%CE%B9%CE%B1-%CE%9C%CE%B1%CF%81%CE%BE%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D

 

https://www.academia.edu/29260837/%CE%97_%CE%A0%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%9F%CE%B9%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%AF%CE%B1_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%95%CE%95_-_%CE%A4%CE%B5%CF%84%CF%81%CE%AC%CE%B4%CE%B9%CE%B1_%CE%9C%CE%B1%CF%81%CE%BE%CE%B9%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D

https://www.researchgate.net/publication/309259447_E_Politike_Oikonomia_tes_EE_-_Tetradia_Marxismou