Category Archives: Ενδιαφέρουσες δημοσιεύσεις άλλων για το ελληνικό πρόβλημα – Others’ interesting works about the Greek crisis

«ΚΟΚΚΙΝΑ ΔΑΝΕΙΑ, ΜΑΥΡΑ ΚΟΡΑΚΙΑ, ΚΑΙ Η ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» του Γ.Παυλόπουλου

ΚΟΚΚΙΝΑ ΔΑΝΕΙΑ, ΜΑΥΡΑ ΚΟΡΑΚΙΑ, ΚΑΙ Η ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Γ.   Παυλόπουλος

μέλος του Γεν. Συμβουλίου της ΟΤΟΕ

Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ψήφισε το νομοσχέδιο για το «άνοιγμα της αγοράς κόκκινων δανείων”, δηλαδή την δυνατότητα τα τραπεζικά ιδρύματα της χώρας να πωλούν σε τρίτους (στα επονομαζόμενα distress funds) δάνεια που εμφανίζουν καθυστέρηση μεγαλύτερη των 90 ημερών. Σε πρώτη φάση το νομοσχέδιο προβλέπει την δυνατότητα οι τράπεζες να πωλούν καθυστερημένα επιχειρηματικά δάνεια μεγάλων επιχειρήσεων (τζίρος επιχείρησης άνω των 50 εκατ ευρώ ή πάνω από 250 εργαζόμενοι στον όμιλο) καθώς και στεγαστικά η καταναλωτικά δάνεια τα οποία δεν έχουν υποθήκη Α’ κατοικία. Εκτιμάται ότι αφορά κατ αρχή 100 περίπου μεγάλες υπερχρεωμένες εταιρίες, σχεδόν 7 δις ευρώ καθυστερημένα στεγαστικά δάνεια για Β’ η εξοχική κατοικία, καθώς και την πλειοψηφία των καταναλωτικών δανείων (από τα 24 δις ευρώ μόνο τα 3 δις έχουν υποθήκη ακίνητο και εξαιρούνται). Μετά τις 15 Φεβρουαρίου 2016, θα επεκταθεί και στα υπόλοιπα επιχειρηματικά δάνεια που σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΕΒΕΑ αφορούν 120.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις με καθυστερούμενα δάνεια. Σημειωτέον ότι η πώληση δανείου δεν αφορά μόνο το καθυστερημένο δάνειο αλλά συμπαρασύρει και τις ενήμερες οφειλές του δανειολήπτη!!

ύφεση ΑΕΠ

Η κριτική που έχει γίνει μέχρι σήμερα στο εν λόγω νομοσχέδιο έχει επικεντρωθεί στην διάσταση: «θα έρθουν τα κοράκια να φάνε τα σπίτια του κόσμου». Αυτό πιθανά θα γίνει πραγματικότητα αργότερα όταν θα εντάσσονται και άλλες κατηγορίες δανειοληπτών, όμως άμεσα δεν είναι αυτή η κύρια πλευρά του. Τραπεζίτες και ξένοι τοκογλύφοι δεν θέλουν «να βάλουν χέρι» ΤΩΡΑ σε μια καταστραμμένη αγορά Α΄ κατοικίας. Εξάλλου η πρόσφατη τροποποίηση του νόμου «Κατσέλη» αδυνατίζει μεν εμφανώς την προστασία του δανειολήπτη με Α΄ κατοικία, αλλά θέτει και όρια που καλύπτουν ΠΡΟΣΩΡΙΝΑ μεγάλες κοινωνικές κατηγορίες (πχ εισόδημα άγαμου € 8.180 ετησίως και αντικειμενική αξία ακινήτου € 120.000, ζευγάρι εισόδημα € 13.917 και αντικειμενική € 160.000, και για κάθε παιδί επιπλέον εισόδημα € 3.361 και επιπλέον αξία ακινήτου € 20.000). Φυσικά ακριβές κατοικίες και εξοχικά θα βγούν στο σφυρί , αλλά αυτό μπορούν να το κάνουν απευθείας οι τράπεζες και χωρίς τα distress funds. Δευτερευόντως έχει ασκηθεί κριτική στο νομοσχέδιο από μικροαστική οπτική που αναδεικνύει κυρίως τον κίνδυνο «αφελληνισμού» υπερχρεωμένων εταιρειών. Όμως το νομοσχέδιο για την πώληση κόκκινων δανείων αφορά πιο σύνθετες και βαθιές διαδικασίες με βασική συνισταμένη την ενίσχυση και αναδιάρθρωση του Ελληνικού Κεφαλαίου .

Α) Η άμεση ενίσχυση στο Κεφάλαιο. Μετά το σκάνδαλο της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών όπου το Ελληνικό Δημόσιο και ο πολίτης της χώρας πλήρωσαν 57 δις ευρώ (40 δις άμεση ζημιά και 17 δις αναβαλλόμενος φόρος) για να σωθούν οι τραπεζίτες, τώρα έρχεται ο δεύτερος γύρος ενίσχυσης των εγχώριων και ξένων κεφαλαιοκρατών μέσα από την διαδικασία των λεγόμενων distress funds. Αυτή τη φορά θα ενισχυθεί και θα αναδιαρθρωθεί μέρος του Παραγωγικού Κεφαλαίου. Πολλές από τις «υπερδανεισμένες» επιχειρήσεις μπορούν να επιβιώσουν με έναν συνδυασμό περικοπής δανείων και μερικής ενίσχυσης από παλιούς η νέους ιδιοκτήτες. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τα δάνεια των εταιριών θα αγορασθούν με έκπτωση -50% για τις βιώσιμες επιχειρήσεις μέχρι -90% για τα χαμηλής εισπραξιμότητας. Με αυτό τον τρόπο οι παλιοί ιδιοκτήτες μπορούν να επιτύχουν άνετα διαγραφές χρεών της τάξης περισσότερο του 50% και να συνεχίσουν να κατέχουν τις εταιρίες τους. Ακόμα δε χειρότερα πολλοί επιχειρηματίες που οι εταιρίες τους έχουν ουσιαστικά χρεοκοπήσει, οι ίδιοι όμως έχουν βγάλει τα λεφτά τους έξω ή τα έχουν κρύψει, θα φτιάξουν ένα νέο σχήμα (πιθανό μαζί με κάποιον ξένο επενδυτή) και θα ξαναγοράσουν την δική τους ή άλλη εταιρία από τα distress funds με λίγα χρέη. Αυτή η διαδικασία σε συνάρτηση με την δυνατότητα εξαγορών-συγχωνεύσεων, ενισχύει πολλές μερίδες του εγχώριου Κεφαλαίου με αποτέλεσμα φορείς από τον ΣΕΒ μέχρι εκπροσώπους μικρομεσαίων επιχειρήσεων (πχ ΕΒΕΑ, κλπ) να τοποθετούνται ευνοϊκά για το νομοσχέδιο.

Στο σημείο αυτό χρειάζονται 2 διευκρινήσεις. Η πρώτη διευκρίνιση αφορά την άποψη που διακινούν οι υπέρμαχοι του νομοσχεδίου, και συνοψίζεται στο ότι αυτή η διαδικασία προωθεί την ανάπτυξη γιατί θα πέσει φρέσκο χρήμα στην αγορά και οι τράπεζες θα αποκτήσουν ρευστότητα να χρηματοδοτήσουν την οικονομία . Η απλοϊκή αυτή προσέγγιση απέχει από την πραγματικότητα. Όλη αυτή η διαδικασία ενισχύει μεν μερίδες του Κεφαλαίου αλλά δεν συνεπάγεται αυτομάτως μία συνολική ανάκαμψη της οικονομίας (π.χ. σε περιόδους κρίσης η μείωση των δανείων μιας εταιρίας, είτε η εξαγορά από ένα νέο μέτοχο δεν συνεπάγεται νέες επενδύσεις, προσλήψεις εργαζομένων, ανοδικό κύκλο, κλπ). Επιπλέον είναι αμφίβολο αν οι ιδιωτικές τράπεζες θα αποκτήσουν ικανή ρευστότητα για νέες χρηματοδοτήσεις όταν καλύπτουν την υστέρηση των Καταθέσεων σε σχέση με τις Χορηγήσεις με ακριβά κεφάλαια της Κεντρικής τράπεζας (μέσω του ELA) ύψους 80 δις ευρώ.

Η δεύτερη διευκρίνηση αφορά το ερώτημα αν η πώληση με έκπτωση των δανείων συνεπάγεται ζημιές για τις Τράπεζες. Αυτό δεν ισχύει διότι οι τράπεζες θα πωλήσουν είτε δάνεια με χαμηλή εισπραξιμότητα, είτε δάνεια στα οποία έχουν ήδη καταλογίσει ζημιές (προβλέψεις δανείων), οπότε από την πώληση συνήθως θα προκύπτει κέρδος. Σε τελική ανάλυση ο λαός έχει πληρώσει με 57 δις ευρώ το τραπεζικό σύστημα μέχρι σήμερα και από αυτά τα χρήματα θα επιμεριστούν τα κέρδη σε Χρηματικό και Παραγωγικό Κεφάλαιο.

Β) Ενίσχυση- Συγκέντρωση του Κεφαλαίου. Η ανωτέρω διαδικασία αναδιάρθρωσης θα περιλάβει πολλές συγχωνεύσεις η εξαγορές επιχειρήσεων, ενώ το νομοσχέδιο προβλέπει την εγκατάσταση με συνοπτικές διαδικασίες νέων διοικήσεων στις εταιρίες που θα ενταχθούν σε αυτές τις ρυθμίσεις. Οι πιο δυναμικές επιχειρήσεις θα αποκτούν μέσω των distress funds είτε άλλες ομοειδείς επιχειρήσεις είτε τα περιουσιακά τους στοιχεία. Θα επεμβαίνουν στον ανταγωνισμό, και θα εκκαθαρίζονται οι πιο αδύναμες. Θα υπάρξουν και μεγάλες επιχειρήσεις που θα εκκαθαριστούν στην αρχή αλλά οι μικρομεσαίες θα πληρώσουν αναλογικά μεγαλύτερο τίμημα στην δεύτερη φάση μετά το 2016. Πάντως δεν είναι τυχαίο ότι αρχικά το νομοσχέδιο αφορά επιχειρήσεις με μεγάλο μερίδιο αγοράς. Πρόκειται για μια ακόμη επιβεβαίωση της μαρξιστικής άποψης περί συγκέντρωσης – συγκεντροποίησης του Κεφαλαίου σαν απάντηση στη οικονομική κρίση.

Γ) Ο ξένος παράγοντας. Οι μεγάλοι παίκτες (funds, εταιρίες, κλπ) που θα συμμετάσχουν στην διαδικασία θα είναι ξένων συμφερόντων και θα επιδιώξουν να έχουν σχέση με τραπεζικά ιδρύματα γιατί αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος να υπάρξει εσωτερική πληροφόρηση αλλά και συνεννόηση στην πώληση δανείων. Αν ληφθεί υπόψη ότι οι τράπεζες ελέγχονται σχεδόν πλήρως από ξένα κεφάλαια, και το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα έχει αδυναμία νέων χρηματοδοτήσεων, γίνεται φανερό ότι τα ξένα Κεφάλαια αποκτούν ακόμα ένα εργαλείο διείσδυσης και ελέγχου της χώρας. Επιπλέον δεν μπορεί να παραγνωριστεί ότι το ΤΧΣ που ελέγχεται από τους ξένους δανειστές, αναβαθμίζει θεαματικά την εμπλοκή του στην Διοίκηση των Τραπεζών και των δανείων. Είναι βέβαιο ότι κλάδοι της Ελληνικής οικονομίας που έχουν δυναμική αλλά και Χρέη θα αποτελέσουν στόχο ελέγχου από ξένα Κεφάλαια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο τομέας του Τουρισμού, των Τροφίμων κλπ Αυτή η διάσταση είναι βέβαιο ότι αντικατοπτρίζει τους φόβους μερίδων του ελληνικού Κεφαλαίου για αυτό και παρατηρούμε ότι όψεις της έχουν υιοθετηθεί από αστικά κόμματα και οικονομικούς αναλυτές. Όμως δεν αντανακλά την προσέγγιση των δυναμικότερων μερίδων του Ελληνικού κεφαλαίου, οι οποίες εκτός από απειλές βλέπουν και ευκαιρίες, πόσο μάλλον όταν το σύνολο των Ελλήνων επιχειρηματιών έχει αποδεχθεί το τίμημα της ετεροβαρούς συνεργασίας με το Ευρωπαϊκό Κεφάλαιο

Δ) Κερδοσκοπική Διάσταση. Με βάση το νέο νομοσχέδιο δίνεται η δυνατότητα σε εταιρίες με κεφάλαιο μόλις € 100.000, να αγοράζουν και να πωλούν δάνεια εκατομμυρίων. Οι φορείς της αγοράς εκτιμούν ότι το άμεσο περιθώριο κέρδους αυτών των εταιρειών θα κυμαίνεται τουλάχιστον σε 10-12% επί της αρχικής αξίας κάθε δανείου. Αν ληφθεί υπόψη ότι τα συνολικά καθυστερημένα δάνεια ανέρχονται σε 110 δις ευρώ και από αυτά μόνο 20 δις μπορούν να εξαιρεθούν λόγω άμεσης σχέσης με Α κατοικία , απομένει ένα ικανοποιητικό ποσό 90 δις ευρώ προς διαχείριση, που μπορεί να αποδώσει σημαντικά κέρδη. (π.χ. μόνο το 1/3 να αναληφθεί από distress funds μεταφράζεται σε άμεσα κέρδη τουλάχιστον 3 δις ευρώ). Όμως η εμπλοκή των distress funds δεν εξαντλείται στο άμεσο κέρδος από αγορά και πώληση δανείων. Τα έμμεσα κέρδη για το Κεφάλαιο πιθανότατα θα είναι πολλαπλάσια. Εγχώριες εταιρίες οι οποίες έχουν αξία αλλά λόγω της οικονομικής συγκυρίας εμφανίζουν καθυστερήσεις δανείων, μπορούν άνετα να αποτελέσουν στόχο άλλων εταιρειών και να παραχθούν έμμεσα υπεραξίες. Λαμβάνοντας δε και την εμπειρία του παρελθόντος, το πιο πιθανό είναι οι δημιουργούμενες υπεραξίες από τις αγοροπωλησίες δανείων να καταλήγουν σε χώρες με χαμηλό συντελεστή φορολογίας.

2C02B1DB7AC0EEE975740DE82C0D5115

Ε) Η «γκρίζα» διάσταση . Μέσω της διαδικασίας των distress funds δημιουργείται ένα «παράλληλο τραπεζικό σύστημα» , το οποίο θα λειτουργεί μέσα σε ένα «γκρίζο» και πιο αδιαφανές περιβάλλον (υπάρχει μέχρι και πρόβλεψη απευθείας χρηματοδότησης των επιχειρήσεων από fund). Τώρα οι τραπεζίτες μπορούν να μεταβιβάσουν δάνεια, απαλλασσόμενοι των ευθυνών τους για τις αμαρτίες του παρελθόντος (π.χ. θαλασσοδάνεια που ενέκριναν για τα οποία μπορούν να ζητηθούν ευθύνες). Το ίδιο φυσικά μπορεί να συμβεί με τους παλιούς ιδιοκτήτες των εταιριών που χρεοκόπησαν, οι οποίοι πολλές φορές έχουν οικονομικές και ποινικές ευθύνες. Επίσης είναι γνωστό ότι τα επιχειρηματικά δάνεια σχεδόν πάντοτε συνοδεύονται και από προσωπική εγγύηση του επιχειρηματία. Τώρα υπάρχει μια διαδικασία ο επιχειρηματίας να απαλλαγεί πιο εύκολα από επισφαλή δάνεια που απειλούν την ατομική του περιουσία. Πχ . o «ανοικτοχέρης» τραπεζίτης που δάνεισε το «λαμόγιο» χωρίς εμπράγματες εξασφαλίσεις, μπορεί να πωλήσει χωρίς συνέπειες το καθυστερημένο και μη εισπράξιμο δάνειο με έκπτωση -90%, και καθαρίζουν όλοι με πληρωμή του 20% του αρχικού ποσού (10% το δάνειο + 10 % προμήθεια το fund).

Όπως προαναφέρθηκε τα distress funds είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα έχουν άμεση σχέση με τις τράπεζες. Επίσης ανεξάρτητα από την νομική μορφή, η λειτουργία τους θα προσομοιάζει με αυτό που στα χρηματοοικονομικά λέγεται SPV (Special Purpose vehicle) , δηλαδή «όχημα» με συγκεκριμένο σκοπό και περιορισμένη διάρκεια. Αφού αναδιαρθρώσουν τις επιχειρήσεις τα δάνεια των οποίων αγόρασαν, στην συνέχεια θα τα πουλήσουν πίσω είτε στις ίδιες τις τράπεζες που τα αγόρασαν αρχικά είτε στην δευτερογενή αγορά δανείων που θα έχει δημιουργηθεί. Αν σε αυτά τα πλαίσια προστεθούν οι τριγωνικές σχέσεις τραπεζικών στελεχών – funds – επιχειρηματιών, αναμένεται να λειτουργήσει ένα «χρηματοοικονομικό πλυντήριο» το οποίο θα αναμορφώσει τον επιχειρηματικό χάρτη της χώρας χωρίς ιδιαίτερο έλεγχο από εποπτικούς μηχανισμούς.

ΣΤ) Ιδεολογική διάσταση. Το επίσημο τραπεζικό σύστημα έχει αποτύχει εντελώς τόσο με το να δανειοδοτεί χωρίς σύνεση στο παρελθόν όσο και στο να στηρίξει σήμερα την ανάκαμψη της «πραγματικής» οικονομίας παρά τις τεράστιες ενέσεις χρήματος. Το νεοφιλελεύθερο μοντέλο των ιδιωτικοποιήσεων και της απορρύθμισης που επιβλήθηκε τα τελευταία 20 χρόνια είναι παντελώς ανεπαρκές για να χειριστεί καταστάσεις όπως η σημερινή κρίση. Ούτε θέλει ούτε μπορεί να χαράξει μια πολιτική στήριξης συγκεκριμένων κλάδων και εταιρειών ώστε λειτουργήσουν «αντικυκλικά» στην συνεχή μείωση της οικονομικής δραστηριότητας. Οι ιδιώτες τραπεζίτες δεν μπορούν να παίξουν το ρόλο του «συλλογικού καπιταλιστή». Ούτε επιθυμούν να ρισκάρουν σε εποχές οικονομικής συρρίκνωσης ούτε μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά τα συγκεντρωμένα επισφαλή δάνεια (πχ . δυσκολία συμφωνίας στην διαχείριση δανείου εταιρίας λόγω μεγαλύτερων εξασφαλίσεων μιας τράπεζας από άλλη, κλπ). Τέλος το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι παντελώς χρεωκοπημένο και κέρδη μπορούν να πραγματοποιηθούν κυρίως από την επιθετική διαχείριση του χαρτοφυλακίου των κόκκινων δανείων , αλλά αυτό θα απαξίωνε ακόμη περισσότερο το ίδιο το τραπεζικό σύστημα στα μάτια του πολίτη.

Για το λόγο αυτό επιστρατεύεται ένα παράλληλο τραπεζικό κερδοσκοπικό σύστημα με την μορφή των funds που θα αναλάβουν με την πρωτοκαθεδρία των ξένων να ξεκαθαρίσουν το τοπίο και μετά να αποχωρήσουν παίρνοντας τα άμεσα και έμμεσα κέρδη από την εμπλοκή τους και αφήνοντας το επίσημο τραπεζικό σύστημα με λιγότερους «λεκέδες».

 

Η συζήτηση των τελευταίων ημερών για το θέμα της εκχώρησης των κόκκινων δανείων διεξάγεται με ένα συνδυασμό υποκρισίας και αποσιωπήσεων. Απύθμενη υποκρισία από την Κυβέρνηση που μέσα σε 1 χρόνο νομιμοποίησε την παρουσία αυτών που θεωρούσε «γύπες των αγορών» . Υποκρισία και από την επίσημη αντιπολίτευση η οποία αναλώθηκε σε ανέξοδη κριτική και δεν τόλμησε να ψελλίσει ότι θα καταργήσει το νόμο. Υποκρισία και παραπληροφόρηση από τα «παπαγαλάκια της Αγοράς» , που προσπαθούν να εξωραΐσουν τον ρόλο των distress funds. Συγχρόνως όμως και επιλεκτικές αποσιωπήσεις. Σαφώς υποβαθμισμένες οι ευθύνες της Ε.Ε η οποία ενορχήστρωσε και πίεσε για την ψήφιση του νομοσχεδίου. Πλήρης αποσιώπηση του γεγονότος ότι ένα Τραπεζικό Σύστημα υπό ουσιαστικό Δημόσιο έλεγχο θα διαχειριζόταν πολύ αποτελεσματικότερα και φιλολαϊκότερα το πρόβλημα των κόκκινων δανείων. Τέλος δε υπάρχει και η ειρωνεία της Ιστορίας. Ένα από τα βασικά επιχειρήματα των φιλομνημονιακών ήταν ότι η έξοδος από το ευρώ εξυπηρετεί τους ξένους και όσους έχουν κρύψει χρήματα για να αγοράσουν φθηνά περιουσιακά στοιχεία. Ε! λοιπόν αυτό ακριβώς συμβαίνει με τα distress funds, αλλά εντός Ευρώ.

 

 

 

 

Υπάρχει ευρωπαϊκή ανάκαμψη; & Τι αλχημείες γίνονται γαι το ελληνικό χρέος

Στην τρέχουσα επικαιρότητα υπάρχουν δύο ενδιαφέρουσες ειδήσεις.

Η πρώτη είδηση είναι άρθρο γνώμης του W.Munchaou στους FT που αμφισβητεί τα περί ευρωπαϊκής ανάκαμψης. Το άρθρο έχει ενδιαφέρον γιατί, έστω και από την παραμορφωτική οπτική των ορθόδοξων Οικονομικών, αμφισβητεί το παραμύθι περί τέλους της κρίσης. Συνοπτικά, υποστηρίζει ορθά ότι δύο τρίμηνα θετικών ρυθμών ανάπτυξης δεν επαρκούν για να θεωρηθεί ότι υπάρχει ανάκαμψη αλλά απαιτείται μία πολύ πιο μακροχρόνια αφενός και πιο ισχυρή (από ισχούν ρυθμούς ανάπτυξης μικρότερους του 1%) για να τεκμηριωθεί μία βιώσιμη διαδικασία ανάκαμψης. Μάλιστα, προβάλλει ορθά (λίγο χαμένο μέσα στο κείμενο) και ένα βασικό εμπειρικό επιχείρημα που μόνο η Μαρξιστική Πολιτική Οικονομία θέτει: για να ξεπεραστεί η κρίση πρέπει οι ρυθμοί και τα επίπεδα συσσώρευσης να αρχίζουν να προσεγγίζουν τα επίπεδα που είχαν πριν το ξέσπασμα της κρίση. Βέβαια, από εκεί περά η ανάλυση του στέκεται μόνο στο χρηματοπιστωτικό σύστημα (τυπική ορθόδοξη μυωπική θεώρηση) και υποστηρίζει – σωστά κατ’ αρχήν αλλά μυωπικά γιατί δεν βλέπει τίποτα άλλο – ότι η κρίση δεν ξεπερνιέται αν το χρηματοπιστωτικό σύστημα δεν αρχίσει να δίνει ρευστότητα στην οικονομία (δηλαδή σε Μαρξιστικούς όρους να απο-συσσωρευθεί). Κάτι που δεν βλέπει να γίνεται.

Η δεύτερη είδηση είναι σχόλιο του Γ.Αγγέλη στο capital.gr όπου παρουσιάζει μία σειρά ενδιαφέρουσες πληροφορίες για το με ποιές αλχημείες προσπαθούν η ελληνική αστική τάξη και οι ευρωπαϊκοί ηγεμονικοί καπιταλισμοί να αντιμετωπίσουν τη συστηματική αποτυχία της Μνημονιακής στρατηγικής. Το κυριότερο σημείο είναι ότι ετοιμάζεται νέα αναδιάρθρωση του χρέους καθώς ο στόχος του 120% του ΑΕΠ το 2020 δεν πρόκειται να επιτευχθεί και επίσης γιατί – αντίθετα με το κυβερνητικό κουτόχορτο περί success story – το δημοσιονομικό κι το χρηματοδοτικό κενό του Μνημονιακού προγράμματος αυξάνει συνεχώς (ξαφνικά ανακαλύφθηκε η τρύπα των ασφαλιστικών ταμείων) ενώ το πολυδιαφημισμένο πρωτογενές πλεόνασμα από τα Στουρνάρεια και Σταϊκούρεια ύψη του 1.5 δις έπεσε στα 400 εκ για να καταλήξει στα αμελητέα 100 εκ. Η αναδιάρθρωση αυτή προσπαθιέται να γίνει συγκεκαλυμμένα με λογιστικές και άλλες αλχημείες με στόχο την επιμήκυνση του χρέους και τον περίπου μηδενισμό των επιτοκίων του (άλλη μία απόδειξη ότι δεν αναμένεται σοβαρή ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας καθώς εμπειρικά γνωρίζουμε ότι για να είναι βιώσιμο ένα χρέος πρέπει τα επιτόκια του να κυμαίνοντι γύρω από το ρυθμό ανάπτυξης). Νομίζω ότι το πιο ενδιαφέρον συμπέρασμα είναι ότι τα συστημικά κέντρα αφήνουν στην άκρη το στόχο του 120% και επιδιώκουν μία άμεση, ελεγχόμενη (με πιέσεις από την ΕΚΤ κλπ.) αν και περιορισμένη έξοδο της Ελλάδας στις διεθνείς χρηματαγορές. Αυτό θα πανηγυρισθεί από τα συστημικά κέντρα και θα πωληθεί ως κουτόχορτο για εκλογική εξαργύρωση. Όμως στην ουσία πρόκειται για στρουθοκαμηλισμό. Το πρόβλημα της καπιταλιστική κρίσης υπερσυσσώρευσης και της βιωσιμότητας του χρέους δεν λύνεται. Οι ευρωπαίοι ηγεμόνες ελπίζουν να γλυτώσουν λίγα λεφτά από την επιχείρηση σωτηρίας του ιμπεριαλιστικού τους οικοδομήματος αλλά δεν τολμούν να προβούν σε αποφασιστικές λύσεις που έχουν κόστος γι’ αυτούς. Απλά άλλη μία φορά προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο.

Η Μνημονιακή Στρατηγική των εγχώριων και ευρωπαϊκών συστημικών κέντρων εχει σοβαρότατα προβλήματα. Γι’ αυτό αποτυγχάνει συστηματικά και χρειάζεται να την μπαλώνουν με σπάγγους και προσευχές. Σχεδόν σε όλες τις προβλέψεις της έχει πέσει έξω εκτός από μία – και την βασικότερη: ότι από την Αριστερά με τα απίθανα χάλια της (συμβιβασμοί με το σύστημα, υποταγή στις συστημικές κόκκινες ζώνες, αρτηριοσκλήρυνση κλπ.) δεν πρόκειται να κινδυνεύσει. Αυτό αφήνει στο σύστημα το περιθώριο να διορθώνει τα λάθη του και να αποφεύγει μοιρίες γι’ αυτό εξελίξεις. Αυτό που χρειάζεται ο τόπος είναι μία εσωτερική επανάσταση μέσα στην Αριστερά που θα της ξαναδώσει τον ριζοσπαστικό και επαναστατικό χαρακτήρα της και θα οδηγήσει σε νικηφόρα διέξοδο τους λαϊκούς αγώνες.

 

—————————————————————

Μην …παραμυθιάζεστε για ανάκαμψη στην ευρωζώνη

του Wolfgang Münchau

http://www.euro2day.gr/ftcom_gr/article-ft-gr/1139889/mhn-paramythiazeste-gia-anakampsh-sthn-evrozonh.html

Οι πολιτικοί ανάγουν τα δύο θετικά 3μηνα ΑΕΠ σε απόδειξη ανάπτυξης. Τα πιστωτικά δεδομένα, όμως, βεβαιώνουν ότι η οικονομία θα συνεχίσει να σέρνεται. Κι αυτό θα συνεχίζεται όσο οι τράπεζες δεν προμηθεύουν επαρκή κεφάλαια για να επεκταθεί.

Οι πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης έχουν αναγάγει την πρώτη ανάκαμψη στους ευρωπαϊκούς οικονομικές δείκτες σε απόδειξη ότι οι πολιτικές τους αποδίδουν. Καλά, πώς το σκέφτονται;

Το ΑΕΠ της ευρωζώνης διευρύνθηκε 0,3% στο β΄ τρίμηνο του έτους. Πιθανόν να αυξήθηκε ξανά στο γ΄ τρίμηνο. Οπότε, αν καθορίζετε τη λήξη μιας ύφεσης ως δύο συνεχόμενα τρίμηνα θετικής ανάπτυξης, ίσως μπαίνετε στον πειρασμό να κάνετε την πρόβλεψη ότι η ύφεση θα τερματιστεί ακριβώς τα μεσάνυχτα της Δευτέρας, με τη λήξη του τριμήνου. Αν το κάνετε, είτε είστε ανόητος, είτε έχετε μια συγκεκριμένη ατζέντα να πουλήσετε – ή και τα δύο.

Ύφεση είναι η μεγάλη διολίσθηση της οικονομικής δραστηριότητας. Το επίκεντρο σε δύο συνεχόμενα τρίμηνα του ΑΕΠ μπορεί να εξυπηρετήσει στην καλύτερη περίπτωση ως ένδειξη για τους πρόχειρους υπολογισμούς ενός ομαλού οικονομικού κύκλου. Αλλά εδώ δεν υπάρχει καν ομαλός οικονομικός κύκλος. Δείτε απλώς τα τεράστια μεγέθη που παίζονται. Αν συγκρίνουμε το πρώτο εξάμηνο του 2007 με το πρώτο εξάμηνο του 2013, το πραγματικό ΑΕΠ συρρικνώθηκε αθροιστικά 1,3% στην ευρωζώνη, 5,3% στην Ισπανία και 8,4% στην Ιταλία.

Την ίδια περίοδο οι επενδύσεις μειώθηκαν αθροιστικά 19% στην ευρωζώνη – 38% στην Ισπανία και 27% στην Ιταλία. Ανάμεσα στο α΄ τρίμηνο του 2007 και στο α΄φετινό τρίμηνο, η απασχόληση μειώθηκε 17% στην Ισπανία και 2% στην Ιταλία. Εγώ δεν θα μίλαγα για λήξη της ύφεσης, αν δεν έβλεπα σταθερή βελτίωση στην ανάπτυξη και στην απασχόληση. Αν έληξε η ύφεση, θα έπρεπε να έχουμε επιστρέψει στους μέσους όρους που επικρατούσαν πριν από αυτήν.

Το μεγαλύτερο βαρίδι στην ανάπτυξη της ευρωζώνης αυτήν τη στιγμή είναι η Ιταλία. Ο κυβερνητικός συνασπισμός του πρωθυπουργού Enrico Letta ουσιαστικά κατέρρευσε το Σαββατοκύριακο καθώς ο Silvio Berlusconi απέσυρε τους υπουργούς του. Η πρόσφατη πολιτική αναταραχή θα επιμηκύνει την ύφεση, καθώς η αβεβαιότητα θα κρατήσει πίσω τις επενδύσεις.

Μια νέα κυβέρνηση δεν μπορεί να φέρει τη λύση. Η Ιταλία είναι κολλημένη σε έναν συνδυασμό από αφόρητα υψηλά επίπεδα δημοσίου χρέους και καθόλου ανάπτυξη στην παραγωγικότητα. Έχει στην ουσία δύο επιλογές για να προσαρμοστεί: να γίνει σαν τη Γερμανία ή να αφήσει την ευρωζώνη.

Δεν μπορεί να κάνει το πρώτο και δεν θέλει να κάνει το δεύτερο. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των οικονομολόγων Francesco Giavazzi και Alberto Alesina σε πρόσφατο άρθρο τους στην Corriere della Sera, θα κοστίσει περίπου 50 δισ. ευρώ για να μειωθεί η φορολογική σφήνα (η απόκλιση ανάμεσα στο εργατικό κόστος και στα καθαρά κέρδη) στα γερμανικά επίπεδα. Δεν υπάρχει ούτε καν αρκετή πολιτική πλειοψηφία στη χώρα για τόσο δραστικά μέτρα. Η κεντροδεξιά βάζει προτεραιότητα σε φορολογικές περικοπές στην κατανάλωση και στα ακίνητα, ενώ το Δημοκρατικό Κόμμα του Εκ. Letta θέτει βέτο σε περικοπές των δαπανών.

Η Ιταλία δεν αντιμετωπίζει άμεση απειλή όσο μένουν τα μακροπρόθεσμα επιτόκιά της χαμηλά. Θα καταφέρει να τα βγάλει πέρα σερνόμενη για ένα διάστημα, μέχρι να την υποχρεώσει κάποιο πολιτικό ή οικονομικό σοκ να λάβει μια απόφαση προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση.

Εν τω μεταξύ, το μεγαλύτερο εμπόδιο για το ξεκίνημα της ευρωπαϊκής ανάπτυξης δεν είναι η δημοσιονομική πολιτική -που είναι σε γενικές γραμμές ουδέτερη σήμερα σε όλη τη νομισματική ένωση-, αλλά η συνεχής αποτυχία στην εξυγίανση των τραπεζών.

Ο ρυθμός ανάπτυξης των δανείων στον μη τραπεζικό κλάδο έγινε αρνητικός το 2009, έδειξε κάποιες διακοπτόμενες βελτιώσεις, αλλά και πάλι επιδεινώθηκε πέρσι. Τα πράγματα δεν έχουν βελτιωθεί έκτοτε: Τον φετινό Αύγουστο τα δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα ήταν 2% χαμηλότερα σε σχέση με πέρσι. Ο δείκτης κυκλοφορίας χρήματος Μ3 αυξήθηκε με ετήσιο ρυθμό μόλις 2,3% τον Ιούνιο – Αύγουστο.

Αυτό που μας λένε τα χρηματοπιστωτικά και τραπεζικά δεδομένα είναι ότι η οικονομία θα παραπαίει στα όρια της μηδενικής ή της χαμηλής ανάπτυξης στο άνεσο μέλλον, γιατί ο τραπεζικός τομέας δεν προμηθεύει την οικονομία με επαρκή κεφάλαια ώστε να επεκταθεί.

Η τραπεζική ένωση θα μπορούσε να βοηθήσει, μόνο όμως αν κατάφερνε να διαλύσει τη σχέση ανάμεσα στις τράπεζες και το κράτος και να καθαρίσει τους ισολογισμούς. Όμως τίποτα από τα δύο δεν θα γίνει. Πιστεύω ότι ο Mario Draghi, διοικητής της ΕΚΤ, είναι στα σοβαρά αποφασισμένος να διεξαγάγει μια καθαρή και τίμια επιθεώρηση ποιότητας ενεργητικών, που θα αρχίσει τον επόμενο μήνα. Οπωσδήποτε δεν θέλει να επαναλάβει τα λάθη της European Banking Authority, που έχασε την αξιοπιστία της διεξάγοντας γελοία stress tests.

Τι μπορούμε όμως να κάνουμε αν οι κυβερνήσεις δεν καταφέρουν να συμφωνήσουν για ένα δημοσιονομικό χειρόφρενο σε αυτές τις εξετάσεις; Δεν θα ήταν ανευθυνότητα η παραδοχή ότι οι τράπεζες χρειάζονται πολλές εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ σε φρέσκα κεφάλαια, όταν αυτά τα λεφτά απλά δεν υπάρχουν; Όμως αν δεν καθαρίσει ο τραπεζικός τομέας, προβλέπω να μην αλλάζει καθόλου η τάση στους δείκτες χρηματοπιστωτικού και τραπεζικού δανεισμού – και αυτό θα αναβάλει περαιτέρω την ανάκαμψη.

Η πιο θετική είδηση που είχαμε στην ευρωζώνη ήταν η ανάπτυξη στις ισπανικές εξαγωγές, που έχουν αυξηθεί 11% σε πραγματικά μεγέθη από το α΄ εξάμηνο του 2008 στο φετινό α΄ εξάμηνο. Η βελτίωση στην ανταγωνιστικότητα των ισπανικών εξαγωγών είναι ουσιώδης, αλλά οφείλεται περισσότερο στις περικοπές θέσεων εργασίας, παρά στους μισθούς. Δεν μου είναι σαφές κατά πόσον μια στρατηγική εξαγωγικής ανάπτυξης του είδους που προωθεί η Γερμανία θα ήταν βιώσιμη και σταθερή για την Ισπανία.

Η πολιτική και η οικονομική έκρηξη της Ιταλίας, η πιστωτική αποστράγγιση και η πρόσφατη λιτότητα συνιστούν τους βασικούς συντελεστές που βαραίνουν την ευρωζώνη σήμερα. Η ύφεση που ξεκίνησε το 2008 συνεχίζεται, αν ξεπεράσουμε την ανόητη εμμονή με τα δύο συνεχόμενα τρίμηνα. Και δεν πρόκειται να λήξει σύντομα.

 

—————————————————

Έτσι θα γίνει βιώσιμο το ελληνικό χρέος

Του Γιάννη Αγγέλη

Το κλείσιμο του χρόνου θα βρει το ελληνικό δημόσιο χρέος στην απαρχή ενός νέου κύκλου αναδιάρθρωσης, με χαρακτηριστικά που διαφέρουν σχεδόν ολοκληρωτικά από την περιβόητη ιδέα του «κουρέματος».

Αν και ακόμη δεν έχει ανοίξει τα χαρτιά του το ΔΝΤ, που ήταν ο βασικός υπερασπιστής της γραμμής για ένα νέο «κούρεμα» του δημόσιου χρέους, εντούτοις η εικόνα για τον τελικό σχεδιασμό έχει αρχίσει να διαμορφώνεται. Τα δυο από τα τρία μέλη της τρόικας, η Κομισιόν και η ΕΚΤ, προωθούν τη μακροχρόνια ανακύκλωση του χρέους με στόχο τη βιωσιμότητα της εξυπηρέτησής του και όχι του όγκου ως προς το ΑΕΠ.

Η λύση του «κουρέματος», πέραν των δηλώσεων της κυρίας Μέρκελ, εξαρχής αποκλείεται, καθώς δεν υφίσταται το ενδεχόμενο να αποδεχθεί η Ευρωζώνη την απειλή αυτόματης υποβάθμισης του μοναδικού διαθέσιμου εργαλείου αντιμετώπισης της κρίσης, του EFSF/ESM, λόγω των άμεσων συνεπειών ενός «κουρέματος» των δανείων του προς την Ελλάδα.

Με αυτό ως δεδομένο, η ελληνική πλευρά έχει –σε γνώση της ΕΚΤ, της Κομισιόν και του EFSF– αρχίσει τον σχεδιασμό του «οδικού άξονα» που οδηγεί στον νέο κύκλο αναδιάρθρωσης του χρέους.

Το «έργο», για το οποίο ενημερώνεται η τρόικα, έχουν αναλάβει οι καθ΄ ύλην αρμόδιοι, ΟΔΔΗΧ και Τράπεζα της Ελλάδος.

Ο σχεδιασμός αυτός έχει ως άξονά του την κατάτμηση του χρέους, που, σε ποσοστό 90%, βρίσκεται στα χέρια είτε των κρατών της Ευρωζώνης, είτε του EFSF, είτε των κεντρικών τραπεζών της Ευρωζώνης. Δηλαδή είναι εκτός αγοράς.

Μόνο ένα ποσό της τάξης των 30 δισ. ευρώ περίπου βρίσκεται ελεύθερο στις αγορές ομολόγων, στα χέρια κυρίως τραπεζών και επενδυτικών funds.

Στόχος του νέου κύκλου αναδιάρθρωσης είναι:

– Η κατάτμηση του χρέους ανά είδος δανειστή και η ανακύκλωσή του σε πολύ μεγάλες διάρκειες με ακόμα χαμηλότερο επιτόκιο και μια «διακριτική» περίοδο χάριτος μέχρι το 2020-2022.

– Το δάνειο του πρώτου Μνημονίου (2010), που αγγίζει τα 60 δισ. ευρώ περίπου και είναι απευθείας από τις χώρες-μέλη της Ευρωζώνης, σχεδιάζεται να ανακυκλωθεί σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα με σχεδόν μηδενικά επιτόκια και τουλάχιστον δεκαετή περίοδο χάριτος, η οποία ενδέχεται να γίνει στο μέλλον ακόμα πιο «ελαστική».

– Το δάνειο του δεύτερου Μνημονίου, που προέρχεται από το EFSF, θα ανακυκλωθεί επίσης σε μακρές διάρκειες και με χαμηλό επιτόκιο, αλλά με λήξεις που θα προηγούνται εκείνων του πρώτου δανείου.

– Τα δάνεια που έχουν στα χέρια τους οι κεντρικές τράπεζες, τα περιβόητα ANFAs, παρά τις σχετικές δυσκολίες που έχουν ανακύψει από ορισμένες κεντρικές τράπεζες, έχει επίσης βρεθεί η θεσμική διαδικασία ανακύκλωσής τους για την περίοδο μετά το 2020. Για τα ομόλογα που είχε αγοράσει η ΕΚΤ την άνοιξη του 2010, τα SMPs, η «λύση» δεν έχει ακόμη βρεθεί, αλλά δεν είναι εκεί που θα κριθεί το σχήμα της αναδιάρθρωσης.

– Στη δεκαετία της περιόδου χάριτος που μεσολαβεί μέχρι τη σταδιακή επανενεργοποίηση των αποπληρωμών τοκοχρεολυσίων οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους «πέφτουν» περίπου στο 60% των δαπανών που πληρώνει το ελληνικό Δημόσιο σήμερα.

– Στο διάστημα αυτό, οι μόνες μεγάλες πληρωμές αφορούν το ΔΝΤ και είναι περί τα 7,5 δισ. ευρώ το 2014 και 8,5 δισ. ευρώ το 2015. Οι απαιτήσεις αυτές, όμως, το 2014 εξισορροπούνται από εισροές (δόσεις του δανείου) του ΔΝΤ.

Αλλά και σε επίπεδο «κεφαλαίου» του δανείου έχει προβλεφθεί ένα έμμεσο μικρό «κούρεμα» μέσα από τα 50 δισ. ευρώ του ποσού που έχει δεσμευθεί για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Το ποσό αυτό δεν θα ξεπερνά τα 12-13 δισ. ευρώ.

Η προέλευσή του είναι απόρροια της «αλγεβρικής» διαχείρισης των 50 δισ. ευρώ. Όπως είναι γνωστό, από τα 50 δισ. ευρώ, τα 24 απορροφήθηκαν στην αγορά μετοχών των τραπεζών από το ΤΧΣ. Περί τα 15 δισ. ευρώ καταναλώθηκαν στα κομμάτια των τραπεζών που έχουν δρομολογηθεί προς εκκαθάριση.

Από τα 24 δισ. ευρώ, έχει ανεπισήμως εκτιμηθεί ότι θα επιστραφούν με τη διαδικασία της επαναπώλησης των μετοχών 15 δισ. ευρώ στο ΤΧΣ. Με τις τρέχουσες αξίες, το ποσό αυτό δεν ξεπερνά τα 12-13 δισ. ευρώ. Αυτό είναι το ποσό που, όπως εκτιμάται, με την επιστροφή του θα διαγραφεί ισόποσο χρέος…

Και οι ιδιώτες

Ο σχεδιασμός δεν σταματά, όμως, εκεί. Φαίνεται να αγγίζει και τα 30 περίπου δισ. ευρώ που παραμένουν «ελεύθερα» στην αγορά ομολόγων και τα οποία λήγουν σε μικρά σχετικά ποσά. Στο επίπεδο αυτό, οι πληροφορίες είναι περιορισμένες τόσο από την πλευρά του ΟΔΔΗΧ όσο και από την πλευρά της ΤτΕ.

Τραπεζικοί παράγοντες, όμως, που φαίνεται να έχουν σχετική γνώση των διαδικασιών έλεγαν ότι είναι πολύ πιθανό να επιχειρηθεί μια μορφή αναδιάρθρωσης και αυτού του τμήματος, με στόχο τη δημιουργία μιας –έστω και τόσο μικρής– αγοράς με επαρκή ρευστότητα και με όρους που θα διευκολύνουν την προσέλκυση επενδυτών. Και θα δημιουργεί την… ψευδαίσθηση της επανεμφάνισης της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές πολύ νωρίτερα από όσο προβλέπεται από τους διεθνείς αναλυτές.

Καλά ενημερωμένες πηγές αναφέρουν ότι το «μικρό» αυτό στοίχημα θα κριθεί στη διάρκεια της επικείμενης νέας επίσκεψης Σαμαρά στις ΗΠΑ, στη διάρκεια της οποίας πρόκειται να γίνει μια πρώτη παρουσίαση αυτής της προοπτικής σε κλειστό κύκλο επενδυτικών funds.

Δύο ενδιαφέροντα άρθρα που έχουν περάσει στα «ψιλά»

Μέσα στον σημερινό όψιμο «αντι-φασιστικό» οίστρο των συστημικών ΜΜΕ ορισμένες σημαντικές ειδήσεις (που αφορούν βαθύτερα προβλήματα του ελληνικού καπιταλισμού και του πολιτικού του συστήματος) περνάνε στα «ψιλά».

Δύο χθεσινές ειδήσεις ξεχωρίζουν.

Η πρώτη είδηση προκύπτει από ρεπορτάζ της Real News και μεταφέρει τις αντιρρήσεις της ΕΕ σε σκέψεις και σχεδιασμούς για έκτακτες εκλογές. Το ζήτημα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς τα εκλογικά σενάρια (τριπλές εκλογές, αυτοδιοικητικές και ευρωκοινοβουλευτικές εκλογές, εκλογές λόγω αδυναμίας εκλογής προέδρου της δημοκρατίας) θα έρχονται συνεχώς στην επιφάνεια το επόμενο διάστημα. Ο βασικός λόγος είναι ότι οι εκλογές μπορεί να βάλουν σε μεγάλες περιπέτειες το μνημονιακό μπλοκ και να εκτροχιάσουν την μνημονιακή στρατηγική αντιμετώπισης της καπιταλιστικής κρίσης. Είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι ευρωπαϊκοί ηγεμονικοί καπιταλισμοί δεν θέλουν επ’ ουδενί εκλογικές περιπέτειες. Ταυτόχρονα όμως οι έλληνες μνημονιακοί εταίροι τους φοβούνται ότι όσο περνά ο χρόνος τα κοινωνικά προβλήματα θα οξύνονται τόσο πολύ που αυτοί θα πεταχτούν σαν πολιτικές λεμονόκουπες.

Η δεύτερη είδηση είναι από γνωστό ιστότοπο τραπεζικών ειδήσεων. Εκθειάζει με σχεδόν αφοπλιστική κυνικότητα τι έχει κάνει η Τράπεζα της Ελλάδας και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας για την σωτηρία των τραπεζών (και των «πτωχών τραπεζιτών») και τις καλεί να μην είναι πολύ φαταούλες γιατί αυτό θα έχει παρενέργειες. Να υποθέσουμε ότι οι εγχώριοι τραπεζίτες (και πίσω τους όλες οι βασικές μερίδες του ελληνικού κεφαλαίου) θέλουν να βγάλουν ακόμη πιο φθηνά (και πάντα με δημόσιο χρέος που φορτώνεται ο ελληνικός λαός) τις νέες επανακεφαλαιοποιήσεις των τραπεζών τους; Και ότι αυτό δεν καλοβλέπεται από τους ευρωπαίους «εταίρους» τους και δανειστές γιατί μπορεί να κινδυνέψουν να γράψουν αυτοί ζημιές και γιατί σκοπεύουν να αποκτήσουν αυτοί τμήμα (αν όχι την μεγάλη πλειοψηφία) του ελληνικού τραπεζικού τομέα; Και ότι οι επικεφαλείς της ΤτΕ και του ΤΧΣ ζητούν να μην πιέζονται τόσο πολύ γιατί είναι στη μέση και θα μαζέψουν «σφαλιάρες» από πολλές πλευρές;

Και όλα αυτά όταν νέο μνημόνιο (είτε τυπικά είτε άτυπα) ετοιμάζεται να φορτωθεί στις πλάτες των εργαζομένων.

————————————————————————————-

Tα σενάρια των εκλογών ανησυχούν τις Βρυξέλλες

Βρυξέλλες: Του Θάνου Αθανασίου

http://www.real.gr/DefaultArthro.aspx?page=arthro&id=264297&catID=2&newslet=1

Η έντονη φημολογία των τελευταίων ημερών για πιθανή πρόωρη προσφυγή στις κάλπες ανησυχεί τους επιτελείς των Βρυξελλών, οι οποίοι δε θα ήθελαν να δουν να προστίθεται στα χιλιάδες προβλήματα του ελληνικού προγράμματος και στο δαίδαλο των σχέσεων με το ΔΝΤ και μία περίοδος πολιτικής αστάθειας ή προεκλογικών παροχών. Το σημείο σύγκλισης της κυβέρνησης με τις Βρυξέλλες όλο αυτό τον καιρό δεν ήταν άλλο από την ανοιχτή γραμμή, που μετά κόπων και βασάνων έχει ανοιχτεί ανάμεσα στις δύο πρωτεύουσες και μέχρι στιγμής έχει αποτρέψει πάμπολλες κρίσεις. Οι Βρυξέλλες επιθυμούν, όπως έλεγαν στο Real.gr κοινοτικές πηγές, μία ισχυρή πολιτική δέσμευση ότι το πρόγραμμα θα τηρηθεί και η Ευρώπη θα έχει πάτημα έναντι της κοινής γνώμης των κρατών – μελών να συνεχίσει τη στήριξη της ελληνικής οικονομίας.

Επιπλέον, οι κοινοτικές υπηρεσίες θεωρούν οικτρό το να συρθεί η χώρα σε κάλπες, αντί να εφαρμοστεί ο νόμος σε καταφανείς περιπτώσεις που έχουν να κάνουν με την υπόσταση της χώρας ως αστική δημοκρατία. Πηγή που ενημέρωσε επίσημα το Real.gr επεσήμανε ότι η τήρηση του νόμου είναι αποκλειστική αρμοδιότητα των ελληνικών αρχών, την τήρηση όμως του ελληνικού κεκτημένου θα την κρίνει και η Κομισιόν. Ο κοινοτικός αξιωματούχος που ενημέρωσε το Real.gr δε θέλησε να κάνει κανένα σχόλιο σε σχέση με τη χθεσινή έκθεση της βρετανικής δεξαμενής σκέψης DEMOS, που μιλάει για υπαναχώρηση της δημοκρατίας στην Ελλάδα και την Ουγγαρία. Τόνισε, όμως, ότι η Ελλάδα καθώς θα μπει σε μία δύσκολη περίοδο διαπραγμάτευσης δεν θα ήθελε να κριθεί επί τη βάσει της πολιτικής αστάθειας: “Κάποιος θα πρέπει να δεσμευτεί για τη χώρα”. Η εκλογολογία είναι τόσο έντονη τις τελευταίες ώρες που ακόμα και ο επισκεπτόμενος στις Βρυξέλλες για το Συμβούλιο των υπουργών Ανάπτυξης Κωστής Χατζηδάκης δεν παρέλειψε, ενημερώνοντας τον τύπο σε μία αποστροφή του λόγου του, να αναφερθεί και στην πιθανότητα κάποιου ατυχήματος που θα μπορούσε να ανατρέψει τη μέχρι τώρα προσπάθεια.

Ενδεικτική του αναβρασμού γύρω από το ελληνικό πρόγραμμα είναι και η συνέντευξη που παραχώρησε ο Κλάους Ρέγκλινγκ στην WSJ.

Κλάους Ρέγκλινγκ επικεφαλής EFSF/ ESM στην Wall Street Journal: “Η τρέχουσα ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους είναι χωρίς νόημα”.

Δεν έχει νόημα η ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και στην ουσία δεν αφορά κανέναν, υποστηρίζει ο επικεφαλής του μηχανισμού στήριξης του ευρώ, Κλάους Ρέγκλινγκ, διότι όπως επισημαίνει προέχει και υπερτερεί της ανάλυσης η πολιτική απόφαση των εταίρων να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν την Ελλάδα όσο αυτή τηρεί τις υποχρεώσεις της. Ο Κλάους Ρέγκλινγκ είναι εξαιρετικά σαφής, λέγοντας ότι μιλάει μόνο εκ μέρους του τεχνοκρατικού οργανισμού που προΐσταται και είναι βέβαιος πως το ΔΝΤ έχει άλλη άποψη και προφανώς οι δύο αυτές απόψεις θα συγκρουστούν κάποια στιγμή. Επιπλέον, υπενθυμίζει πως το δικό του ταμείο δεν είναι ο προτιμησιακός δανειστής (δηλαδή δεν είναι ο πρώτος που πληρώνεται σε περίπτωση ξεκαθαρίσματος), ρόλο που αναγνωρίζει στο ΔΝΤ. Αξίζει να σημειωθεί πως όποιες και αν είναι οι απόψεις των Ευρωπαίων, αν δεν επιτευχθεί συμφωνία με το ΔΝΤ, τότε του ΔΝΤ εκ του διεθνούς δικαίου καθιστά όλα τα ποσά που έχει δανείσει άμεσα απαιτητά. Με άλλα λόγια, οι Ευρωπαίοι, καθώς η Ελλάδα δε δύναται, θα πρέπει να βρουν και να δώσουν, εν μία νυκτί, περί τα 10 δις στο ΔΝΤ, για να εξαγοράσουν την ησυχία τους στη χάραξη οικονομικής πολιτικής. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί.

Καθώς ο Ρέγκλινγκ είναι εις εκ των σημαντικότερων τεχνοκρατών της ευρωζώνης αξίζει να προσέξουμε τα βασικά σημεία της τοποθέτησής του στη Wall Street Journal:

– Αν η Ελλάδα συνεχίσει να πληροί τους όρους δε θα την αφήσουμε μόνη της.
– Ο EFSF δανείζει μόνο συνοδεύοντας τα δάνειά του με όρους. Δεν μπορεί να υπάρξει πρόσθετη χρηματοδότηση από τον EFSF χωρίς όρους.
– Η περίοδος αποπληρωμής των ελληνικών δανείων θα συνοδεύεται από τους κοινοτικούς κανόνες, δηλαδή τους όρους της οικονομικής διακυβέρνησης της ευρωζώνης, του ευρωπαϊκού εξαμήνου, των συγκεκριμένων συστάσεων κλπ.
– Η επιπλέον ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών πρέπει να συνάδει με τους κανόνες ανακεφαλαιοποίησης, τους ενδιάμεσους κανόνες εκκαθάρισης τραπεζών και τους κανόνες ανταγωνισμού.
– Δεν είναι αυτονόητο ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν για ανακεφαλαιοποίηση τα χρήματα που βρίσκονται στο ελληνικό ταμείο χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
– Έχουμε διαφορετική οπτική σε σχέση με το ΔΝΤ όσον αφορά τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Το ΔΝΤ δίνει δάνεια για δέκα χρόνια και ως εκ τούτου θεωρεί εξαιρετικά σημαντικό το τι θα συμβεί μέσα στη δεκαετία. Εμείς δίνουμε δάνεια για τριάντα χρόνια, οπότε δεν επικεντρώνουμε απλώς σε μία δεκαετία αλλά σε τριάντα χρόνια.
– Η συζήτηση περί δημοσιονομικών πολλαπλασιαστών είναι εκτός θέματος. Όταν το έλλειμμα συρρικνώνεται τότε βρίσκεσαι πιο κοντά σε ένα ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, σε διαρθρωτικούς όρους και αυτός είναι ο σκοπός. Δεν έχουμε μπει σε συζητήσεις με το ΔΝΤ για το τι θα συμβεί μετά το τέλος του ελληνικού προγράμματος.
– Οι συνθήκες δανεισμού της Ελλάδας εντός προγράμματος είναι απείρως καλύτερες από το αν δανειζόταν σήμερα από τις αγορές.

Ο Κλάους Ρέγκλινγκ μιλώντας στη Γκάμπριελ Στάινχαουζερ και τη Ματίνα Στέβις επιχειρεί μία ψύχραιμη προσέγγιση στο θέμα του ελληνικού προγράμματος, καθώς αυτό ολοκληρώνεται με τις αγορές να παραμένουν κλειστές για την Ελλάδα και μια μακρά διαμάχη με το ΔΝΤ, τους εταίρους και το ελληνικό πολιτικό σύστημα για ένα πρόσθετο δάνειο είναι προ των πυλών. Ο επικεφαλής του EFSF ξεκαθαρίζει ότι δεν είναι πολιτικός, δεν ερωτάται και δεν συμμετέχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, όταν όμως του ζητηθεί να παράσχει μία τεκμηριωμένη οικονομική ανάλυση αυτό κάνει. Η άποψη του EFSF, που είναι βασικός χρηματοδότης του ελληνικού προγράμματος, δεν μπορεί να είναι άλλη από την αυστηρή περιγραφή των κανόνων που ισχύουν και έχουν εγκριθεί σε ανώτατο επίπεδο από τα κράτη- μέλη και υπογραφεί από τις εμπλεκόμενες κυβερνήσεις.

—————————————————————————————————————–

Οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών δεν πρέπει να διαμαρτύρονται – ΤτΕ και ΤΧΣ στήριξαν τους σχεδιασμούς και συνέβαλλαν ώστε τα αιτήματα των τραπεζών σε DGCom, Τρόικα να ικανοποιηθούν – Ομπρέλα προστασίας οι θεσμικές αρχές

http://www.bankingnews.gr/bank-insider/item/110098-%CE%BF%CE%B9-%CE%B4%CE%B9%CE%BF%CE%B9%CE%BA%CE%AE%CF%83%CE%B5%CE%B9%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%B7%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CF%8E%CE%BD-%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%80%CE%B5%CE%B6%CF%8E%CE%BD-%CE%B4%CE%B5%CE%BD-%CF%80%CF%81%CE%AD%CF%80%CE%B5%CE%B9-%CE%BD%CE%B1-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%BC%CE%B1%CF%81%CF%84%CF%8D%CF%81%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CF%84%CE%B5-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%84%CF%87%CF%83-%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B9%CE%BE%CE%B1%CE%BD-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-%CF%83%CF%87%CE%B5%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CF%83%CE%BC%CE%BF%CF%8D%CF%82-%CE%BA%CE%B1%CE%B9-%CF%83%CF%85%CE%BD%CE%AD%CE%B2%CE%B1%CE%BB%CE%BB%CE%B1%CE%BD-%CF%8E%CF%83%CF%84%CE%B5-%CF%84%CE%B1-%CE%B1%CE%B9%CF%84%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CF%84%CF%81%CE%B1%CF%80%CE%B5%CE%B6%CF%8E%CE%BD-%CF%83%CE%B5-dgcom-%CF%84%CF%81%CF%8C%CE%B9%CE%BA%CE%B1-%CE%BD%CE%B1-%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%B9%CE%B7%CE%B8%CE%BF%CF%8D%CE%BD-%CE%BF%CE%BC%CF%80%CF%81%CE%AD%CE%BB%CE%B1-%CF%80%CF%81%CE%BF%CF%83%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1%CF%82-%CE%BF%CE%B9-%CE%B8%CE%B5%CF%83%CE%BC%CE%B9%CE%BA%CE%AD%CF%82-%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%AD%CF%82

Ως ομπρέλα προστασίας των ελληνικών τραπεζών αναδεικνύονται οι δύο βασικές θεσμικές αρχές η Τράπεζα της Ελλάδος και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Τόσο η ΤτΕ όσο και το ΤΧΣ συνέβαλλαν
A)Στην αναδιαμόρφωση του τραπεζικού χάρτη
B)Στην συγκέντρωση δυνάμεων ώστε να διασφαλιστεί η συστημικότητα των 4 βιώσιμων τραπεζών.
Γ) Στην διασφάλιση της σταθερότητας και κεφαλαιακής επάρκειας του κλάδου που κλονίστηκε ανεπανόρθωτα.
Δ)Η συγκέντρωση δυνάμεων πραγματοποιήθηκε με γνώμονα την ισότιμη μεταχείριση των τραπεζών, ώστε όλοι να βοηθηθούν, όλοι να διασφαλιστούν.
Η Τράπεζα της Ελλάδος και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας βρίσκονται πλέον πολύ κοντά.
Η εποπτική αρχή των τραπεζών η ΤτΕ και το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ως βασικός μέτοχος όλων των τραπεζών συνεργάζονται σε πολύ καλό κλίμα και στηρίζουν το τραπεζικό σύστημα.
Το ότι κατάφεραν να πετύχουν τις περισσότερες των επιδιώξεων τους οι τράπεζες στις επαφές που πραγματοποίησαν με την DGCom θα πρέπει να αποδοθεί στην υπερπροσπάθεια που κατέβαλλε το ΤΧΣ και η ΤτΕ.
Μεταξύ πολλών παρεμβάσεων μπορούν να αναφερθούν
1)Οι επιστολές της ΤτΕ που υποχρέωσαν Credit Agricole και Societe Generale πριν αποχωρήσουν να επενδύσουν σημαντικά κεφάλαια σε Emporiki και Geniki.
2)Η παράμετρος της αποπληρωμής του ELA ήταν καθοριστική ώστε η Alpha bank να αποκτήσει την Emporiki.
3)Οι επιστολές Koopman της DGCom Directorate-General for Competition δηλαδή η Επιτροπή Ανταγωνισμού της ΕΕ στο παρελθόν ο οποίος ζητούσε πρώτα οι τράπεζες να αποπληρώσουν το ευρωσύστημα και εν συνεχεία να προχωρήσουν οι δομικές αλλαγές στο banking, τροποποιήθηκε κατόπιν παρέμβασης της ΤτΕ.
3)Η μοιρασιά των εξαγοραζομένων τραπεζών πραγματοποιήθηκε με κριτήρια συστημικής ευστάθειας.
Όλοι είχαν την ευκαιρία να διεκδικήσουν τράπεζες π.χ. ΑΤΕ την διεκδικούσαν Πειραιώς και Eurobank, την Emporiki την διεκδικούσαν όλες οι τωρινές συστημικές τράπεζες, το ΤΤ το διεκδίκησαν σχεδόν όλες οι τράπεζες, τις κυπριακές τράπεζες διεκδίκησαν Πειραιώς και Alpha bank.
Ωστόσο στο τέλος τα κριτήρια επιλογής είχαν ένα σκοπό να διασφαλίσουν την συστημικότητα κάθε τράπεζας και στο θέμα αυτό ο ρόλος της ΤτΕ ήταν καθοριστικός.
4)Το ΤΧΣ συνέβαλλε στην διαμόρφωση του νόμου για την ανακεφαλαιοποίηση, στον μηχανισμό των warrants και βεβαίως στις συμβάσεις προεγγραφής που διασφάλισαν τις τράπεζες στις επερχόμενες αλλαγές που σημειώθηκαν.
5)Στην πρόσφατη επίσκεψη της DGCom στην Ελλάδα τα προαπαιτούμενα που είχαν τεθεί προς τις ελληνικές τράπεζες ήταν επώδυνα και σκληρά.
Ωστόσο το ΤΧΣ αλλά και η ΤτΕ κατάφεραν να τροποποιήσουν πολλές από τις απαιτήσεις της DGCom και έτσι οι τράπεζες να αποκτήσουν μεγαλύτερη ευελιξία κινήσεων, στα Βαλκάνια, στις θυγατρικές στην Ελλάδα στα no core business assets, στους φραγμούς που είχαν τεθεί για την πιστωτική επέκταση και άλλα.
6)Η ΤτΕ διασφάλισε την σταθερότητα όταν υπήρξαν τράπεζες που δεν μπόρεσαν να καλύψουν τις κεφαλαιακές τους ανάγκες και υποχρεώσεις.
Υπήρχε έτοιμο σχέδιο ώστε να διασφαλιστεί η σταθερότητα του banking.
Συγχωνεύονταν τράπεζες μέσα σε 24 ώρες, που αποτελεί πρωτόγνωρη εξέλιξη.
7)Το ΤΧΣ διαθέτοντας 8,5 δισεκ. κεφαλαιακό απόθεμα έχει επενδύσει μαζί με τα funding gap σωρευτικά 41 δισεκ. ευρώ.
Το ελληνικό banking έχει ακόμη ορισμένα ανοικτά ζητήματα αλλά πλέον σε καμία περίπτωση δεν κινδυνεύει όπως στο παρελθόν.
8)Το ΤΧΣ και η ΤτΕ κατέβαλλαν υπερπροσπάθεια ώστε να μειωθούν οι κεφαλαιακές ανάγκες της Eurobank από 2 δισεκ. στα 1,5 με 1,6 δισεκ. ευρώ.
9)Το ΤΧΣ καταβάλλει τεράστια προσπάθεια ώστε να ξεπεραστεί ο βασικός σκόπελος για την Εθνική δηλαδή τα εμπόδια που ορθώνει η Τρόικα για την εθελουσία και το Ταμείο Αυτασφάλειας που έχει εισηγηθεί να τεθεί σε εκκαθάριση.
10)Η ΤτΕ και το ΤΧΣ πλέον συνεργάζονται, οι δίαυλοι επικοινωνίας λειτουργούν χωρίς παράσιτα και η στόχευση είναι κοινή, να πετύχει το ελληνικό banking.
Στο πλαίσιο αυτό ωστόσο υπάρχουν ορισμένες γκρίνιες από συγκεκριμένους τραπεζίτες οι οποίες θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.
Το ΤΧΣ και η ΤτΕ έχουν βοηθήσει αντικειμενικά το ελληνικό banking και οποιαδήποτε άλλη μεμψιμοιρία δεν βοηθάει.
Ο Γ. Προβόπουλος της ΤτΕ και η Α. Σακελλαρίου του ΤΧΣ έχουν κοινούς στόχους πλέον και οι τραπεζίτες πρέπει να κατανοήσουν ότι ΤτΕ και ΤΧΣ είναι οι φυσικοί τους σύμμαχοι.
Όσοι το κατανοήσουν θα εξέλθουν κερδισμένοι.
Όσοι δεν το κατανοήσουν δεν θα εξέλθουν κερδισμένοι.
Εμπειρικά είναι λάθος να τα βάζει κανείς με την εποπτική αρχή και με τον βασικό μέτοχο.
Απλά χρειάζεται κοινή λογική και υπέρβαση των παλαιών αντιλήψεων.
Αν όλοι συνειδητοποιήσουν τον στόχο το βέβαιο είναι ότι οι διοικήσεις των τραπεζών θα επιτύχουν πολλά.Πέτρος Λεωτσάκος
www.bankingnews.gr

Άλλο ένα επακριβέστατο άρθρο στο Euro2day.gr για τα κυβερνητικά παραμύθια περί πρωτογενούς πλεονάσματος

Πώς χτίστηκε πρωτογενές πλεόνασμα €2,55 δισ.

Ο κρατικός προϋπολογισμός στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου του τρέχοντος έτους εμφάνισε έλλειμμα μειωμένο κατά 11,28 δισ. ευρώ ή σε ποσοστό 85,4%. Ωστόσο, το αποτέλεσμα αυτό στηρίχθηκε σε μια σειρά έκτακτους παράγοντες.

http://www.euro2day.gr/news/economy/article/1127209/pos-htisthke-protogenes-pleonasma-ton-255-dis.html

Πώς «χτίστηκε» το πρωτογενές πλεόνασμα των €2,55 δισ.-Τα τρικ και τα προβλήματα

Πέντε παράγοντες διαμόρφωσαν τη «μαγική» εικόνα που εμφάνισε ο προϋπολογισμός στο επτάμηνο του έτους, όπως φαίνεται από τα οριστικά στοιχεία που δημοσιοποίησε το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.

Ο κρατικός προϋπολογισμός στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου του τρέχοντος έτους εμφάνισε έλλειμμα μειωμένο κατά 11,28 δισ. ευρώ ή σε ποσοστό 85,4%. Διαμορφώθηκε στο 1,929 δισ. ευρώ, έναντι 13,216 δισ. ευρώ στο αντίστοιχο διάστημα του 2012. Ο στόχος που είχε τεθεί στον προϋπολογισμό προέβλεπε έλλειμμα 7,528 δισ. ευρώ στο επτάμηνο.

Το πρωτογενές αποτέλεσμα (πλην τόκων) διαμορφώθηκε σε πλεόνασμα ύψους 2,555 δισ. ευρώ, έναντι πρωτογενούς ελλείμματος 3,083 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2012 και έναντι στόχου για πρωτογενές έλλειμμα 3,141 δισ. ευρώ στο φετινό επτάμηνο.

Ωστόσο, η διαμόρφωση του ελλείμματος στο πολύ χαμηλό επίπεδο του 1,929 δισ. ευρώ και ο σχηματισμός πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 2,55 δισ. ευρώ οφείλονται:

1) Στον συνυπολογισμό έκτακτων εσόδων συνολικού ύψους 1,529 δισ. ευρώ τα οποία εισπράχθηκαν λόγω της μεταφοράς στη χώρα μας των αποδόσεων που είχαν αποκομίσει οι κεντρικές τράπεζες του ευρωσυστήματος από τη διακράτηση ομολόγων του ελληνικού δημοσίου.

Τα έσοδα αυτά, όμως, δεν μετρούν, δηλαδή δεν λαμβάνονται υπόψη στην αξιολόγηση την οποία πραγματοποιεί η τρόικα στην εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού.

2) Στη μη καταβολή δαπανών συνολικού ύψους 1,33 δισ. ευρώ που είχαν προβλεφθεί να εκταμιευτούν για δημόσιες επενδύσεις.

3) Στη μη καταβολή οφειλόμενων επιστροφών φόρου συνολικού ύψους 663 εκατ. ευρώ.

4) Στη μη καταβολή πολυτεκνικών επιδομάτων συνολικού ύψους 220 εκατ. ευρώ.

5) Στη μη πληρωμή καταναλωτικών δαπανών ύψους τουλάχιστον 475 εκατ. ευρώ.

Αν λοιπόν δεν συνυπολογίζονταν τα έκτακτα έσοδα από τα ομόλογα και καταβάλλονταν κανονικά οι προαναφερθείσες δαπάνες, τότε το έλλειμμα του προϋπολογισμού θα είχε ανέλθει στα 6,14 δισ. ευρώ και αντί για πρωτογενές πλεόνασμα 2,55 δισ. ευρώ θα είχε καταγραφεί πρωτογενές έλλειμμα 1,657 δισ. ευρώ.

Στο κρίσιμο σκέλος των εσόδων, αποτυπώνεται το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η πραγματική οικονομία λόγω της κρίσης:

-Τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων παρουσίασαν υστέρηση κατά 593 εκατ. ευρώ έναντι του μηνιαίου στόχου.

-Τα έσοδα από τον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων παρουσίασαν υστέρηση κατά 585 εκατ. ευρώ έναντι του μηνιαίου στόχου.

-Οι εισπράξεις: από άμεσους φόρους παρελθόντων οικονομικών ετών (ΦΑΠ 2011) παρουσίασαν υστέρηση κατά 253 εκατ. ευρώ, από τον ΦΠΑ πετρελαιοειδών 265 εκατ. ευρώ, ενώ από τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης, στα τσιγάρα και τα ποτά, εισπράχθηκαν 352 εκατ. λιγότερα.

Αποτέλεσμα των περιορισμένων εισπράξεων έναντι των στόχων ήταν να δημιουργηθεί στα φορολογικά έσοδα μαύρη τρύπα ύψους 1 δισ. ευρώ.

Εξαιρετικά τεκμηριωμένο και επακριβές άρθρο του Γ.Βάμβουκα σχετικά με τα κυβερνητικά παραμύθια περί πρωτογενούς πλεονάσματος και success story

Το ακόλουθο άρθρο του Γ.Βάμβουκα, ασχέτως ιδεολογικής προέλευσης, τεκμηριώνει με ψυχραιμία και ακρίβεια γιατί τα κυβερνητικά κηρύγματα περί πρωτογενούς πλεονάσματος και βιωσιμότητας του χρέους στερούνται επιστημονικής και ρεαλιστικής βάσης.

Ιδιαίτερα έχουν σημασία τα ακόλουθα σημεία:

(1) Η κυβερνητική προπαγάνδα προβάλλει επιλεκτικά στοιχεία ενός μηνός (Ιουλίου) για να δηλώσει ότι υπάρχει πρωτογενές πλεόνασμα. Όμως τα στοιχεία τόσο της Τράπεζας της Ελλάδας όσο και του Υπουργείου Οικονομικών δείχνουν για το 7μηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2013 πρωτογενή ελλείμματα. Για να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα για το 2013 απαιτείται μία τρομερή φοροεπιδρομή στους μισθωτούς και στους μικρομεσαίους.

(2) Για να γίνει βιώσιμο (δηλ. δαχειρήσιμο) το ελληνικό χρέος δεν αρκούν απλά πρωτογενή πλεονάσματα αλλά αυτά πρέπει να είναι ιδιαίτερα υψηλά (τουλάχιστον 6% σε ορίζοντα 20ετίας). Οι κυβερνητικές λογιστικές αλχημείες,  ιδιωτικοποιήσεις της «πυρκαγιάς» (όχι αδικαιολόγητα οι Αγγλοσάξωνες τις χαρακτηρίζουν ‘fire sales’, δηλαδή ξεπούλημα) και το ξεζούμισμα των μισθωτών και των μικρομεσαίων έχει κοντά ποδάρια.

Πρωτογενή Πλεονάσματα τουλάχιστον 6% του ΑΕΠ για Βιώσιμο Χρέος

Γιώργος Βάμβουκας

ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ, 19/08/2013

http://www.protothema.gr/blogs/blogger/post/303423/protogeni-pleonasmata-toulahiston-6-tou-aep-gia-viosimo-hreos/

Τα πρόσφατα στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών και της Τράπεζας της Ελλάδος, δείχνουν ότι τον Ιούλιο του 2013 ο κρατικός προϋπολογισμός παρουσίασε πρωτογενές πλεόνασμα. Ωστόσο, στο σύνολο του επταμήνου Ιανουαρίου-Ιουλίου 2013, η Τράπεζα της Ελλάδος και το Υπουργείο Οικονομικών επισημαίνουν την ύπαρξη πρωτογενούς ελλείμματος -3,0 και -1,5 δις ευρώ, αντίστοιχα. Αν στις δαπάνες συμπεριληφθούν και οι τόκοι για την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, τότε με βάση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος και του Υπουργείου Οικονομικών, το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού φτάνει αντίστοιχα τα -7,9 και -6,0 δις ευρώ.

Το Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα 2013-2016, προβλέπει για το 2013 πρωτογενές πλεόνασμα 489 εκατομ. ευρώ και έλλειμμα γενικής κυβέρνησης -7,9 δις ευρώ ή -4,3% του ΑΕΠ. Δηλαδή, τόσο τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, όσο και του Υπουργείου Οικονομικών, που αφορούν την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουνίου 2013, αντανακλούν τις μεγάλες αποκλίσεις στους στόχους της δημοσιονομικής πολιτικής κατά τη διάρκεια του 2013. Κατ’ αυτό τον τρόπο, η υλοποίηση των δημοσιονομικών στόχων του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος για το 2013, προϋποθέτει την θεαματική αύξηση των κρατικών εσόδων κατά την περίοδο Αυγούστου-Δεκεμβρίου, κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά δύσκολο να επιτευχθεί σε συνθήκες ύφεσης της εθνικής οικονομίας και μείωσης του πραγματικού διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών.

Το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο γνωρίζει ότι την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2013/2012, τα τακτικά έσοδα από άμεσους και έμμεσους φόρους μειώθηκαν γύρω στο -10%, καθώς επίσης ότι τον μήνα Ιούλιο η άνοδος των λοιπών εσόδων του προϋπολογισμού ήταν συγκυριακή. Αξιοπρόσεκτο είναι ότι μόνο τον Ιούλιο του 2013 εισέρευσαν στα κρατικά ταμεία κοινοτικοί πόροι 2,2 δις ευρώ και παράλληλα μεταφέρθηκαν στο ελληνικό δημόσιο 1,5 δις ευρώ από τα κέρδη των ευρωπαϊκών κεντρικών τραπεζών, λόγω της αγοράς ελληνικών ομολόγων στην δευτερογενή αγορά. Δηλαδή, τον Ιούλιο παρατηρήθηκε η συγκυριακή αύξηση των εσόδων του προϋπολογισμού κατά 3,7 δις ευρώ.

Οι κυβερνητικοί οικονομολόγοι και οι τροϊκανοί τεχνοκράτες θα πρέπει να μελετήσουν με ιδιαίτερη προσοχή τα μακροοικονομικά μεγέθη της Ελλάδος της περιόδου 1994-2007. Την περίοδο αυτή, ο μέσος ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης της χώρας ήταν 3,8% και για εννέα ημερολογιακά έτη ο κρατικός προϋπολογισμός είχε αξιόλογα πρωτογενή πλεονάσματα. Παρ’ όλα αυτά, την περίοδο 1994-2007 το χρέος της γενικής κυβέρνησης την από 77,0 αυξήθηκε σε 239,3 δις ευρώ, καθότι τα πρωτογενή πλεονάσματα ήταν περιορισμένα και οι κυβερνήσεις εξαναγκάζονταν να εξυπηρετούν το δημόσιο χρέος με νέο δανεισμό, προκαλώντας έτσι την συνεχή άνοδο του χρέους. Το κυβερνητικό παραμύθι ότι τα πρωτογενή πλεονάσματα επιφέρουν την ελάττωση του χρέους, συνιστά το κουτόχορτο για τους αδαείς πολίτες, για να ψηφίσουν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στις επερχόμενες εκλογές. Οι κουτοπόνηροι συγγραφείς όμως του παραμυθιού, φαίνεται να αγνοούν ότι με πρωτογενή πλεονάσματα 1% ή 2% του ΑΕΠ, το δημόσιο χρέος θα εξακολουθεί να αυξάνει και ταυτόχρονα θα είναι διαχρονικά μη βιώσιμο.

Το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο στερείται σοβαρότητας και δεν πείθει για την τεχνοκρατική του επάρκεια. Αν και την περίοδο 1994-2007 και για εννέα έτη, ο κρατικός προϋπολογισμός είχε πρωτογενή πλεονάσματα, το χρέος της γενικής κυβέρνησης σημείωσε επιπρόσθετη αύξηση 162,3 δις ευρώ (239,3-77,0=162,3), λόγω της διαφθοράς του πολιτικού συστήματος, των υπέρογκων κρατικών δαπανών, των άνομων παραοικονομικών δραστηριοτήτων, κ.λπ.. Σήμερα, η κυβέρνηση με ένα μήνα συγκυριακού πρωτογενούς πλεονάσματος θριαμβολογεί, λησμονώντας τα  διδάγματα της πρόσφατης οικονομικής ιστορίας. Οι κυβερνώντες θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι η δραστική μείωση του δημοσίου χρέους και η βιωσιμότητά του, προϋποθέτουν πρωτογενή πλεονάσματα τουλάχιστον 6% του ΑΕΠ και για χρονικό ορίζοντα εικοσαετίας.

Εξαιρετικά ενημερωτικό άρθρο του Μ.Λίτση για τη διεθνοποίηση του γουάν

Διεθνοποιείται σταδιακά το κινεζικό γουάν

 http://oikonomiallomati.blogspot.gr/2013/04/blog-post_14.html?view=magazine

287330-australian-dollar-and-chinese-yuan
 Συμφωνίες για συναλλαγές στο εθνικό νόμισμα πρόσφατα με την Αυστραλία και την Βραζιλία,  η Κίνα

Του ΜΩΥΣΗ ΛΙΤΣΗ

  Να μειώσει την εξάρτηση της σταδιακά από το δολάριο επιχειρεί η Κίνα, προχωρώντας σε διεθνοποίηση του εθνικού της νομίσματος του γουάν. Μία εξέλιξη που όχι μόνο αναβαθμίζει οικονομικά την Κίνα αλλά την καθιστά παράλληλα όλο και πιο υπολογίσιμο παίκτη διεθνώς.
 Η Κίνα και η Αυστραλία συμφώνησαν πριν μερικές ημέρες να συναλλάσσονται στις μεταξύ τους εμπορικές συναλλαγές σε εθνικό νόμισμα, δηλαδή στο γουάν και το δολάριο Αυστραλίας. Η Κίνα είναι ο κυριότερος εμπορικός εταίρος της Αυστραλίας με συναλλαγές ύψους 9,7 δισ. δολαρίων Αυστραλίας τον περασμένο Φεβρουάριο. Η Κίνα απορρόφησε το ένα τρίτο των εξαγωγών της Αυστραλίας και είναι επίσης σημαντικός καταναλωτής πρώτων υλών, σιδήρου και άνθρακα που αγοράζει από εταιρίες της Αυστραλίας.
 Οι δύο χώρες χρησιμοποιούσαν μέχρι τώρα το αμερικανικό δολάριο στις μεταξύ τους συναλλαγές. Η συμφωνία θα μειώσει αφενός το κόστος των επιχειρηματικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών-μέχρι σήμερα οι επιχειρήσεις από την Κίνα και την Αυστραλία έπρεπε να μετατρέπουν στο εθνικό τους νόμισμα πληρωμές που υπολογίζονταν σε δολάρια-και αφετέρου στέλνει μήνυμα στις διεθνείς αγορές ότι η Κίνα προχωρά σταδιακά προς διεθνοποίηση του νομίσματός της.
 Είχε προηγηθεί πέρυσι τον Μάρτιο μία άλλη συμφωνία μεταξύ των δύο κεντρικών τραπεζών. Οι κεντρικές τράπεζες της Κίνας και της Αυστραλίας συμφώνησαν να επιτρέψουν την μετατροπή μεταξύ τους των εθνικών νομισμάτων μέχρι το ύψος των 30 δισ. δολαρίων Αυστραλίας για τα επόμενα τρία χρόνια. «Οι βασικές επιδιώξεις της συμφωνίας ανταλλαγής είναι η υποστήριξη του εμπορίου και των επενδύσεων μεταξύ Αυστραλίας και Κίνας, ιδίως με όρους τοπικού νομίσματος», ανέφερε η Τράπεζα Αποθεμάτων(κεντρική) της Αυστραλίας σε ανακοίνωσή της μετά την εν λόγω συμφωνία.
 Η Κίνα δεν αναβαθμίζει μόνο τη νομισματική-οικονομική συνεργασία με την Αυστραλία αλλά και τη στρατιωτική. Η χώρα μάλιστα που επιδιώκει την στενότερη στρατιωτική συνεργασία είναι η Αυστραλία, με την πρωθυπουργό της χώρας Τζούλια Τζίλαρντ να δηλώνει πρόσφατα από το Πεκίνο, ότι θα επιθυμούσε  να διεξαχθούν τριμερή ναυτικά γυμνάσια μεταξύ Αυστραλίας, Κίνας και ΗΠΑ.
 Το Πεκίνο επιχειρεί να προωθήσει το γουάν ως εναλλακτικό του δολαρίου διεθνές αποθεματικό νόμισμα. Μετά την κρίση του 2008 είχε ανοίξει μια συζήτηση διεθνώς για την ανάγκη ενός πιο πολυμερούς διεθνούς νομισματικού συστήματος, που θα περιόριζε το μονοπώλιο του δολαρίου με την προσθήκη ως διεθνών αποθεματικών νομισμάτων, του ευρώ, του γεν και της στερλίνας, δηλαδή των άλλων νομισμάτων των μεγάλων αναπτυγμένων οικονομιών. Κίνα και Ρωσία ως οι ισχυρότερες χώρες της Ομάδας των Είκοσι Πλουσιότερων Χωρών του Κόσμου(G20)  είχαν κατά καιρούς κάνει λόγο για την ανάγκη να προστεθούν στο υπό συζήτηση πολυμερές νέο διεθνές νομισματικό σύστημα το ρούβλι και το γουάν. Προϋπόθεση ωστόσο για το δεύτερο είναι να αυξηθεί η χρήση του στις διεθνείς συναλλαγές και να γίνει πλήρως και ελεύθερα μετατρέψιμο, κάτι που ωστόσο το Πεκίνο αποφεύγει αφού μέσω μιας έστω και περιορισμένα ελεγχόμενης συναλλαγματικής ισοτιμίας, μπορεί να χειραγωγεί το νόμισμά της προς όφελος των επιχειρηματικών της συμφερόντων και εξαγωγών.
 Η αποκαθήλωση πάντως του δολαρίου από την πρωτοκαθεδρία των διεθνών νομισμάτων αργεί, ωστόσο η Κίνα αργά και σταθερά προχωρά σε προσεκτικά βήματα απελευθέρωσης της αγοράς συναλλάγματος. Πρόσφατα διεύρυνε το επιτρεπόμενο όριο διακύμανσης του γουάν με το αμερικανικό δολάριο από 0,5% σε 1%.
 Η κινεζική κυβέρνηση άλλωστε έχει υπογράψει νομισματικές συμφωνίες και με άλλους εμπορικούς της εταίρους για απευθείας συναλλαγές στα εθνικά νομίσματα, όπως η Ιαπωνία και το Χονγκ Κονγκ- η άλλοτε βρετανική αποικία αν και έχει αποδοθεί στην Κίνα από το 1997, εξακολουθεί να έχει πολιτική και νομισματική αυτονομία(νόμισμα του Χονγκ Κονγκ είναι το ομώνυμο δολάριο).
 Επίσης πέρυσι η Κίνα ανακοίνωσε ότι θα δημιουργήσει ειδική επιχειρηματική ζώνη στην πόλη Σενζέν, στα νότια της χώρας, προκειμένου να πειραματιστεί και δει το πώς θα πάει η μετατρεψιμότητα του νομίσματος. Η ζώνη έχει προγραμματιστεί να δημιουργηθεί τα επόμενα οκτώ χρόνια με την κατασκευή της να ξεκινά από φέτος.

Συμφωνία και με τη Βραζιλία

Πριν την Αυστραλία, τον περασμένο Μάρτιο η Κίνα υπέγραψε συμφωνία νομισματικής συνεργασίας με μία ακόμη ανερχόμενη οικονομική δύναμη τη Βραζιλία. Η συμφωνία προβλέπει ότι οι κεντρικές τράπεζες των δύο χωρών θα μπορούν να συναλλάσσονται μεταξύ τους στα εθνικά νομίσματα μέχρι του ποσού των 190 δισ. γουάν ή 60 δισ. ρεάλ.

 Το εμπόριο μεταξύ Βραζιλίας και Κίνας αναπτύσσεται ραγδαία τα τελευταία χρόνια. Ο όγκος συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών αυξήθηκε από 7,6 δισ. δολάρια το 2003 σε σχεδόν 75 δισ. δολάρια το 2012. Η οικονομική ανάπτυξη μεταξύ των δύο χωρών οφείλεται κυρίως στην αυξημένη ζήτηση από κινεζικής πλευράς σιδήρου και προϊόντων σόγιας, ενώ και η Βραζιλία έχει εξελιχθεί σε σημαντικό εξαγωγέα βιομηχανικών προϊόντων προς την Κίνα.
 Οι νομισματικές συμφωνίες της Κίνας δεν σταματούν μόνο με τους εταίρους της του αναπτυσσόμενου κόσμου. Τον περασμένο Φεβρουάριο η τράπεζα της Αγγλίας είχε ανακοινώσει ότι βρίσκεται σε διαπραγματεύσεις με την Κίνα για ενίσχυση των συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών σε γουάν. Η τράπεζα της Αγγλίας και η Λαϊκή(κεντρική) τράπεζα της Κίνας είναι κοντά στην υπογραφή  τριετούς συμφωνίας για συναλλαγές στα νομίσματά τους, είχε δηλώσει ο διοικητής της τράπεζας της Αγγλίας Σερ Μάρβιν Κινγκ.
 Η Βρετανία αποσκοπεί στο να γίνει δυτικό χρηματοπιστωτικό κέντρο για συναλλαγές σε κινεζικό γουάν, εκμεταλλευόμενη τη δεσπόζουσα θέση που κατέχει το Λονδίνο ως διεθνές χρηματοπιστωτικό κέντρο. Οι βρετανικές τράπεζες διαθέτουν περί τα 35 δισ. γουάν κινεζικές καταθέσεις.
 Μία Γερμανία σε συναλλαγματικά αποθέματα
  Νέο ρεκόρ κατέγραψαν τα συναλλαγματικά αποθέματα της Κίνας, τα οποία αυξήθηκαν το πρώτο τρίμηνο φέτος κατά 130 δισ. δολάρια σε 3,44 τρισ. δολάρια, ποσό που ισοδυναμεί, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο διεθνής τύπος, με το μέγεθος της γερμανικής οικονομίας. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη τριμηνιαία αύξηση από το δεύτερο τρίμηνο του 2011.

Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος κάτοχος συναλλαγματικών αποθεμάτων στον κόσμο. Με άλλα λόγια είναι ο κυριότερος πιστωτής των ΗΠΑ, αφού είναι η κατεξοχήν χώρα που αγοράζει τα δολάρια που τυπώνει η Fed, ενισχύοντας το θησαυροφυλάκιό της και ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό την οικονομική της θέση στη διεθνή σκακιέρα.

 Η πρόσφατη μεγάλη αύξηση αντικατοπτρίζει μία στροφή προς την εισροή κεφαλαίων προς την Κίνα, σε αντίθεση με πέρυσι όπου είχε καταγραφεί κάποια φυγή κεφαλαίων. Η επιστροφή αυτή βοηθά την αύξηση των χορηγούμενων πιστώσεων, οι οποίες αυξήθηκαν κατά 58% και έφθασαν στα 6,2 τρισ. γουάν(1 τρισ. δολάρια) το πρώτο τρίμηνο του 2012.
 Λίγες ημέρες πριν ο γνωστός οίκος αξιολόγησης Fitch προχωρούσε σε υποβάθμιση της κινεζικής χρηματοπιστωτικής αξιοπιστίας, κάτι πού γινόταν για πρώτη φορά από διεθνή οίκο από το 1999, λόγω των ανησυχιών ότι οι τοπικές κυβερνήσεις και επιχειρήσεις έχουν συσσωρεύσει πάρα πολύ χρέος.
 Το Πεκίνο έχει επιβάλλει αυστηρούς ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων προκειμένου να περιορίσει τις ανεπιθύμητες κερδοσκοπικές εισροές. Την εισροή δηλαδή κεφαλαίων που αφού μείνουν για λίγο σε μια χώρα, την εγκαταλείπουν με την πρώτη δυσκολία, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό χρηματοπιστωτικές κρίσεις.
  Αρκετοί επενδυτές χρησιμοποιούν ωστόσο τις εξαγωγές για να παρακάμπτουν τους περιορισμούς στις κινήσεις κεφαλαίων, εκμεταλλευόμενοι την ισχυρή εξαγωγική παρουσία της Κίνας. Μόνο το Μάρτιο οι κινεζικές εξαγωγές στο κόσμο αυξήθηκαν κατά 10%, ενώ προς το Χονγκ Κονγκ αυξήθηκαν κατά 93%.
 Η Κίνα εξακολουθεί να καταγράφει πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης παρά τις τάσεις ύφεσης σε όλα τα μεγάλα αναπτυγμένα οικονομικά κέντρα που είναι και οι βασικοί καταναλωτές κινεζικών προϊόντων. Το τελευταίο τρίμηνο του 2012 η κινεζική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 7,9% έναντι 7,4% το πρώτο τρίμηνο.

*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Η ΕΛΛΑΔΑ αύριο» 13/04/2013

Ένα ενδιαφέρον ενημερωτικο άρθρο των FT για την Κύπρο

Μέσα στον ορυμαγδό των ημερών και τις δυσοίωνες εξελίξεις όχι μόνο για την Κύπρο αλλά και για την Ελλάδα και αφήνοντας στην άκρη τον αχταρμά δεξιών αλλά και κάποιων «αριστερών» δημοσιολογούντων (όπου χάνει η δεξιά την αριστερά και μόνο μπερδεύουν τον κόσμο), οι πληροφορίες του άρθρου των FT (εάν είναι ακριβείς, γιατί ποτέ δεν γνωρίζει κανείς την σήμερον ημέραν) είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες.

——————————————————————————–

Το παρασκήνιο της κυπριακής τραγωδίας

By Peter Spiegel, Kerin Hope και Quentin Peel
Δημοσιεύθηκε: 23:28 – 23/03/13

http://www.euro2day.gr/ftcom_gr/194/articles/765669/ArticleFTgr.aspx#

Μετά από μέρες οργής και ανησυχίας για την ασφάλεια των καταθέσεων τους, εκατοντάδες Κύπριοι διαδήλωσαν έξω από το κοινοβούλιο στη Λευκωσία. Κουνούσαν ρωσικές σημαίες και φώναζαν «έξω η τρόικα», μια αναφορά στην Ευρωπαϊκή Ενωση, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, που είναι υπεύθυνοι για τις διαπραγματεύσεις των προγραμμάτων διάσωσης.Οι ευρωπαίοι ηγέτες, που πέρασαν όλη τη νύχτα την περασμένη Παρασκευή για να δημιουργήσουν ένα σχέδιο διάσωσης, ένα σχέδιο που εν μέρει θα χρηματοδοτούνταν μέσω της εισφοράς στις καταθέσεις έχουν δει και χειρότερα. Στην Αθήνα υπήρξαν εξεγέρσεις και δακρυγόνα.

Παρά ταύτα, τρία χρόνια πολέμου της μιας κρίσης μετά την άλλη, οι αξιωματούχοι καταφέρνουν ακόμα να διαβάζουν εσφαλμένα τις καταστάσεις. Εκαναν λάθος για τους Κύπριους και τους πολιτικούς τους.

Πίστεψαν ότι το νησί εξέλεξε έναν ακόμα Αντώνη Σαμαρά, τον κεντροδεξιό πρωθυπουργό της Ελλάδας που έγινε «πρωταθλητής» της σκληρής λιτότητας στην χώρα του, όταν εξελέγη τον περασμένο Ιούνιο. Αλλά η Κύπρος δεν είναι Ελλάδα.

Αντίθετα είχαν να κάνουν με τον Νίκο Αναστασιάδη, ένα δικηγόρο και πολιτικό καριέρας που ανέλαβε την προεδρία πριν από δυο εβδομάδες. Όπως πολλοί στην Κύπρο, έχει δεσμούς με ρωσικά συμφέροντα, το δικηγορικό γραφείο της οικογένειας του έχει δυο Ρώσους δισεκατομμυριούχους στο πελατολόγιο της. Και άλλα μέλη της κυπριακής κυβερνητικής τάξης ένιωσαν την πίεση να προστατεύσουν τον τραπεζικό τομέα της χώρας που έχει τους Ρώσους μεταξύ των πλέον σημαντικών πελατών του.

Η αποτυχία να αντιληφθούν το βάθος αυτών των δεσμών αποδείχθηκε μοιραίο λάθος. «Οι συζητήσεις στην Κύπρο δεν ήταν για τους μικρούς καταθέτες», λέει ανώτερος γερμανός αξιωματούχος. «Αφορούσαν ανθρώπους που πετούν με Lear jet».

Μέχρι το τέλος της εβδομάδας, υπήρχαν 13 ιδιωτικά αεροπλάνα Ρώσων που ελέγχουν κυπριακές εταιρείες παρκαρισμένα στο διεθνές αεροδρόμιο της Λάρνακας, έτοιμα να αναχωρήσουν με εκατομμύρια που βρίσκονταν κατατεθειμένα στις δυο μεγάλες τράπεζες. Η Κύπρος δεν ήταν πια ένας δημοφιλής φορολογικός παράδεισος για τους ρώσους επιχειρηματίες, νόμιμους ή όχι.

Κατά την διάρκεια των διαπραγματεύσεων της περασμένης Παρασκευής, ο κ. Αναστασιάδης απείλησε να φύγει από την συνάντηση τουλάχιστον δυο φορές. Σε κάποιο σημείο ξεκαθάρισε: «η χώρα μου δεν πρόκειται να αυτοκτονήσει», θυμάται άνθρωπος που ήταν στην αίθουσα.

Παρ’ όλα αυτά, οι αξιωματούχοι πίστεψαν ότι θα μπορούσαν να ξεκαθαρίσουν στους Κύπριους τι διακυβεύονταν αν δεν υπήρχε συμφωνία.

Ο Γ. Άσμουσεν, υψηλόβαθμο στέλεχος της ΕΚΤ τόνισε ότι αν ο κ. Αναστασιάδης αποφάσιζε να φύγει χωρίς συμφωνία, η ΕΚΤ θα αναγκάζονταν να κόψει την χαμηλού κόστους έκτακτη χρηματοδότηση που κρατούσε ζωντανή την Λαϊκή, την δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας και την πλέον προβληματική. Αν η Λαϊκή έπεφτε, ο κ. Άσμουσεν είπε ότι η Τράπεζα Κύπρου, η μεγαλύτερη της χώρας, θα ακολουθούσε. Ολες οι καταθέσεις στο νησί θα εξαφανίζονταν.

Με αυτό το πιστόλι στον κρόταφο θα επέστρεφε ο κ. Αναστασιάδης και η ομάδα του με μια αβέβαιη μοίρα στην Λευκωσία. Ακριβώς πριν την ψηφοφορία της Τρίτης στη Βουλή των αντιπροσώπων, και αφού οι αξιωματούχοι της ευρωζώνης πίεσαν την κυπριακή κυβέρνηση να τροποποιήσει την εισφορά στις καταθέσεις ώστε να αφορά μόνο τις καταθέσεις άνω των 100.000 ευρώ, είχαν πειστεί ότι ο κ. Αναστασιάδης δεν θα έβαζε τη χώρα του σε κίνδυνο για να προστατεύσει τους πλούσιους με τις παχυλές καταθέσεις.

«Αναρωτιόμουν μέχρι μια ώρα πριν τελικά συμβεί: είναι όλα μια μπλόφα», λέει αξιωματούχος της ευρωζώνης που έλαβε μέρος στις διαπραγματεύσεις. «Θα ζητήσει από το κόμμα του να ψηφίσει. Δεν θα πήγαινε σε ψηφοφορία αν δεν είχε εξασφαλίσει το αποτέλεσμα».

Ακόμα ποιο σημαντικό ήταν ότι οι αξιωματούχοι πίστευαν ότι ο κ. Αναστασιάδης έχοντας μόλις τρεις μέρες πριν υπογράψει τη συμφωνία –την αμφιλεγόμενη συμφωνία που περιλαμβάνει την εισφορά ποσού 5,8 δισ. ευρώ από τις καταθέσεις- θα χρησιμοποιούσε την πρόσφατη νίκη του στις εκλογές ως «πολιτικό κεφάλαιο» που θα εξασφάλιζε την ψήφιση του πακέτου.

«Είναι προεδρικό σύστημα», σκεφτήκαμε, υποστηρίζει άλλος αξιωματούχος που διαπραγματεύτηκε απευθείας με τον κ. Αναστασιάδη. «Βάζει το νομοσχέδιο στο κοινοβούλιο αν πρόκειται να περάσει. Σκεφτήκαμε ότι θα έπαιρνε κάποιο χρόνο να το διαπραγματευτεί με τους κυβερνητικούς εταίρους. Τη στιγμή που ξέραμε ότι θα γίνει ψηφοφορία, ξέραμε ότι τελείωσε».

Αυτή η λάθος κρίση θα είχε ζωτικές συνέπειες για την ευρωζώνη. Η απόρριψη της συμφωνίας από την Κύπρο, που χτίζονταν για πάνω από επτά μήνες, έφερε στο όριο του να βγουν τα πράγματα εκτός ελέγχου.

Παρότι η Κύπρος ανέκυψε στον κόσμο αυτή την εβδομάδα, η οικονομική της κρίση φούσκωνε από τη στιγμή που το νησί «κόπηκε» από τις αγορές δυο χρόνια πριν. Έμπιστοι της Αγκελα Μέρκελ δήλωναν πέρυσι ότι όταν ρωτήθηκε για τις μεγαλύτερες ανησυχίες της για την ευρωζώνη, παρά τα προβλήματα σε Ιταλία και Ισπανία, έδωσε μια απάντηση: Κύπρος.

Εννοιολογικά και πολιτικά, αυτό το πακέτο αποτελεί μεγαλύτερη πρόκληση από το ελληνικό, λέει ευρωπαίος αξιωματούχος. «Το μέγεθος της χώρας δεν αντανακλά το μέγεθος του προβλήματος».

H στάση των αμερικανών και οι ερωτήσεις στο Κρεμλίνο

Aνώτατοι Αμερικανοί αξιωματούχοι «παρότρυναν» το ΔΝΤ να υποχωρήσει από την σκληρή γραμμή του «bail in», δηλαδή την επιβολή ζημιών στους Κύπριους καταθέτες.

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι παραδέχονται ότι έχουν καταστρώσει σχέδια για πιθανή έξοδο της Κύπρου από την ευρωζώνη. Οι ηγέτες αναγνωρίζουν ανοικτά πως δεν έχουν ιδέα που βρίσκεται η λύση.

«Υπάρχουν αρκετά άτομα στην Ευρώπη που έχουν φοβηθεί και ευχαρίστως θα έριχναν χρήματα στο πρόβλημα ώστε να το εξαφανίσουν για λίγες εβδομάδες», αναφέρει αξιωματούχος που εμπλέκεται στις συνομιλίες. «Αλλά η άλλη πιθανότητα, είναι η έξοδος από το ευρώ», προσθέτει.

Σε πολλά σημεία η Κύπρος αντιπροσωπεύει συνδυαστικά τα χειρότερα κομμάτια των πακέτων διάσωσης.

Η τραπεζική κατάρρευση ήταν στην κλίμακα της Ιρλανδίας και η χώρα εισήλθε στην κρίση με δημόσιο χρέος υψηλό όσο της Πορτογαλίας. Όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας η οικονομία της είναι δυσλειτουργική, καθώς στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στον εξωγενή χρηματοπιστωτικό της τομέα.

Σαν να μην έφτανε αυτό το τοξικό μείγμα, οι ηγέτες έπρεπε να χειριστούν άλλο ένα μεγάλο θέμα: Το Κρεμλίνο. Από τον Οκτώβριο του 2011 ο Ολι Ρεν είχε συζητήσει με τον Κύπριο υπουργό οικονομικών το ενδεχόμενο ενός πακέτου διάσωσης. Ωστόσο ο πρόεδρος κ. Χριστόφιας εξασφάλισε εκείνη την περίοδο ένα δάνειο 2,5 δισ. δολαρίων από τη Μόσχα.

Αυτή τη φορά, όμως, η ΕΕ και το ΔΝΤ ήθελαν να διασφαλίσουν πως οι καταστάσεις ήταν διαφορετικές. Στο περιθώριο του G20 που πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα υψηλόβαθμη ομάδα αξιωματούχων συνάντησε μυστικά τον Ρώσο υπουργό οικονομικών Α. Σιλουάνοφ για να τον βολοδισκοπήσει για το θέμα της Κύπρου.

Ηθελαν η Ρωσία να «αναδιαρθρώσει» το δάνειο των 2,5 δισ. μέσω της μειώσης των επιτοκίων και την παράταση των πληρωμών, αλλά ζητούσαν να ενημερωθούν αν η Μόσχα θα αγόραζε την Λαϊκή ή την Τράπεζα Κύπρου.

Ενα νέο δάνειο δεν θα βοηθούσε τη χώρα αφού θα αύξανε το δανεισμό της σε ποσοστό άνω του 100% του ΑΕΠ το 2020, κύρια αιτία που το πακέτο δανεισμού προς την Κύπρο δεν υπερβαίνει τα 10 δισ. ευρώ. Αλλά η εξαγορά της Λαϊκής ήταν διαφορετικό ζήτημα, γιατί δεν αύξανε το δημόσιο χρέος της Κύπρου.

Σύμφωνα με άτομο που ήταν παρών στη συνάντηση ο κ. Σιλουάνοφ ήταν σαφής: Θα βοηθούσε την Κύπρο για το δάνειο των 2,5 δισ. αλλά δεν είχε κανένα ενδιαφέρον να προσφέρει άλλη βοήθεια στη χώρα ή να πιέσει ρωσικές τράπεζες να εξαγοράσουν την Λαική.

Ωστόσο για «διπλή σιγουριά» λίγες μέρες πριν ο κ. Ντάϊζελμπλουμ συγκαλέσει το επίμαχο eurogroup για την Κύπρο ο κ. Ρεν κάλεσε τον κ. Σιλουάνοφ στο τηλέφωνο για το ίδιο θέμα. «Οι Ρώσοι ήταν σαφείς σχετικά με το ζήτημα. Δεν θέλουν καμία από τις δυο τράπεζες», ανέφερε αξιωματούχος.

Αυτά τα κανάλια επικοινωνίας αποδείχθηκαν ιδιαιτέρα χρήσιμα όταν μετέβη στη Ρωσία για διαπραγματεύσεις ο Κύπριος υπουργός οικονομικών Μ. Σαρρής.

Ευρωπαίος αξιωματούχος δηλώνει ότι ακόμη και όταν ο κ. Σαρρής είχε κλειστές συνομιλίες με Ρώσους αξιωματούχους και ο κ. Μεντβέντεφ εξαπέλυε δημόσια επίθεση κατά της ΕΕ, λάμβανε ενημέρωση ότι δεν θα υπάρξει βοήθεια προς τη χώρα.

Η σύγκρουση εντός τρόικα

Στην πραγματικότητα οι μεγαλύτερες τριβές σημειώθηκαν μεταξύ της τρόικα. Το ΔΝΤ, αποφασισμένο ότι δεν θα επαναλάβει τα λάθη της Ελλάδας, ήθελε να κρατήσει το χρέος της Κύπρου διατηρήσιμο και να μειώσει σε μέγεθος τον τραπεζικό της τομέα.

Με τη στήριξη του Βερολίνου πρότεινε το «bail in» ή την «Ισλανδική λύση» δηλαδή τη συγχώνευση της Λαϊκής με την Κύπρου σε μια υγιή τράπεζα με τις προστατευμένες καταθέσεις κάτω των 100.000 ευρώ και την «τοποθέτηση» όλων των υπολοίπων σε μια «κακή» τράπεζα.

Αυτό συνεπαγόταν ότι όλοι οι Ρώσοι μεγαλοκαταθέτες θα έβλεπαν τις καταθέσεις τους να μειώνονται κάπου μεταξύ 20 και 40%, αλλά επίσης σήμαινε ότι θα μειωνόταν κατά το ήμισυ το πακέτο στήριξης των 17 δισ. ευρώ.

Η Κομισιόν μαζί με τον Γ. Ασμουσεν αλλά και τον επικεφαλής του EWG, Τ. Βίζερ είχαν την ανησυχία ότι το πλήγμα στους καταθέτες θα γεννούσε περισσότερα προβλήματα από όσα θα προσπαθούσε να λύσει, δημιουργώντας τραπεζικό πανικό και καταστροφή της κυπριακής οικονομίας.

Η κόντρα του ΔΝΤ με την Κομισιόν ήταν ιδιαίτερα δυσάρεστη στις συναντήσεις που πραγματοποιηθήκαν έως το eurogroup.

To Bερολίνο, σύμφωνα με ευρωπαίο αξιωματούχο, έβλεπε την Κομισιόν ως μια αρχή που «πάντα ξόδευε τα χρήματα των άλλων». Το ΔΝΤ από την άλλη χρησιμοποιούσε την «μικρή κυπριακή οικονομία σαν πεδίο δοκιμών», αναφέρει πηγή από το αντίπαλο στρατόπεδο.

«Οι θέσεις σε κάποια σημεία κλείδωσαν», υποστηρίζει αξιωματούχος. Σε μια προσπάθεια εκτροχιασμού του προγράμματος του ΔΝΤ, η Κομισιόν επινόησε την πρόταση του τραπεζικού φόρου (levy) ο οποίος ήταν λιγότερο επαχθής από ένα πλήρες «bail in», ιδιαίτερα αν το Βερολίνο μπορούσε να πειστεί να δεχθεί και άλλες πηγές εσόδων, όπως οι φόροι και τα έσοδα από Ταμεία, ώστε να μειωθεί το ποσό των 17,8 δισ. ευρώ.

Αλλά η αντιπαράθεση μεταξύ του ΔΝΤ και της Κομισιόν συνεχιζόταν. Ο κ. Ντάϊζελμπλούμ αποφάσισε ότι πρέπει να συγκαλέσει το eurogroup για να λύσει το θέμα. Κωλυσιεργούσαν για μήνες χωρίς να λαμβάνουν αποφάσεις, αναφέρει πηγή που συμπαθεί τον επικεφαλής του eurogroup. «Δεν υπήρχε σύγκλιση απόψεων. Έπρεπε να ανάψουμε το φυτίλι στο δυναμίτη και να πούμε δείτε: Καίγεται», τονίζει.

Καθώς η συνεδρίαση του eurogroup προχωρούσε τα δύο στρατόπεδα, του «bail in» και του φόρου περιχαρακώνονταν.

Ο Β. Σόιμπλε εξαγρίωσε τους Κυπρίους με το πείσμα που επέδειξε για εκ των προτέρων περικοπές, ενώ σχεδόν όλοι «έκαναν πίσω» λόγω των συναισθηματικών εξάρσεων του κ. Αναστασιάδη και την ένταση στις σχέσεις με τον κ. Σαρρή.

Νωρίς το απόγευμα ο κ. Σόιμπλε ενέδωσε για την ιδέα της εισφοράς. Ήταν ο κ. Αναστασιάδης με κάποια παρότρυνση από τον Ο. Ρεν που ζήτησε το ανώτατο όριο της εισφοράς να μην υπερβαίνει το 10%, ώστε να μην υπάρξουν μαζικές τραπεζικές εκροές.

Τα νέα δεδομένα

Παρά την επακόλουθη οργή και την αποδοκιμασία του κ. Αναστασιάδη για τη συμφωνία, οι πόρτες κλείνουν γρήγορα για την Λευκωσία. Πρώτον η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι θα διακόψει τα δάνεια έκτακτης ανάγκης τη Δευτέρα αν δεν επιτευχθεί συμφωνία μέχρι τότε.

Στη συνέχεια το Κρεμλίνο ανακοίνωσε αυτό που στελέχη της Κύπρου ήδη γνώριζαν κατ’ ιδίαν: Ότι δε θα έρθουν να τους σώσουν. Τέλος η τρόικα δήλωσε την Παρασκευή ότι η κυπριακή αντιπροσφορά – ένα αμάλγαμα προηγούμενων ιδεών οι οποίες είχαν ήδη απορριφθεί, ήταν ανεπαρκείς.

Ο κ. Αναστασιάδης φαίνεται να βρέθηκε πίσω, εκεί που ξεκίνησε την εβδομάδα: Να αποδεχθεί τη συμφωνία που αρνήθηκε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο ή να αντιμετωπίσει τον αποδεκατισμό των τραπεζών του και κατά πάσα πιθανότητα την έξοδο από το ευρώ.

«Σε σχεδιασμό έκτακτης ανάγκης κάθε επιλογή είναι παρούσα», υποστήριξε στέλεχος της Ευρωζώνης με επαφές με την Λευκωσία, όταν ρωτήθηκε αν η Κύπρος θα μπορούσε να φύγει από το ευρώ. «Δε πιστεύω ότι θα συμβεί, αλλά εάν δεν έχουν κάποιο πρόγραμμα έως τη Δευτέρα που να συμφωνεί με εμάς…».

Η φωνή του έσβησε αρνούμενος να εκφράσει τις συνέπειες μιας αποτυχίας…

ΠΗΓΗ: FT.com

Ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών: το μεγάλο φαγοπότι, του Γιώργου Παύλοπουλου

Ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών: το μεγάλο φαγοπότι

του Γιώργου Παύλοπουλου
http://www.aristerovima.gr/details.php?id=3969

_λογιστικοί_χειρισμοί_σκίτσο_030113-e1357250943382

Η ανακεφαλαιοποίηση του Τραπεζικού συστήματος έχει καταλάβει σημαντικό μέρος της συζήτησης το τελευταίο διάστημα, γιατί ουσιαστικά αναφέρεται στην προσπάθεια χειρισμού της χρεοκοπίας της κορωνίδας του Ελληνικού καπιταλισμού, που με την σειρά του διαδραματίζει ειδικό ρόλο για ολόκληρο το Ελληνικό Κεφάλαιο. Η ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος μέσω της ανακεφαλαιοποίησης μεταφράζεται σε μεταβίβαση «ζεστού χρήματος» 40 έως 45 δις ευρώ, τα οποία θα προστεθούν στα 5,5 δις ευρώ που είχαν πάρει οι τράπεζες το 2008 επί Αλογοσκούφη. Αυτά τα ποσά βαρύνουν άμεσα το Δημόσιο Χρέος (δηλαδή κατ’ ουσία τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους), χωρίς να λάβουμε υπόψη τα 145 δις που εδόθησαν έμμεσα με την μορφή «κρατικών εγγυήσεων» για να υποστηρίξουν την ρευστότητα των τραπεζών. Η διαδικασία αυτή προχωράει παράλληλα με την συγκεντροποίηση του τραπεζικού συστήματος, καθώς προβλέπει την δημιουργία 3 «συστημικών» τραπεζών (όμιλος Εθνικής, Alpha, Πειραιώς) που θα καταλαμβάνει το 85-90% του τραπεζικού συστήματος. Η μεταφορά κολοσσιαίων ποσών από τα λαϊκά στρώματα για την σωτηρία του κεφαλαίου και η σκανδαλώδης διαδικασία που αυτή πραγματοποιείται, είναι φυσικό να επιστρατεύει όλη την αστική υποκρισία για να δικαιολογηθεί.

Αστική Υποκρισία

Πρώτο επιχείρημα που προβάλλεται είναι ότι το κράτος χρεοκόπησε τις τράπεζες και όχι οι τράπεζες το κράτος όπως στο εξωτερικό. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που αυτό δεν ισχύει. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ζημίες από τα κρατικά ομόλογα των τραπεζών ανέρχεται σε 27,5 δις ευρώ και η ενίσχυση μέσω της ανακεφαλαιοποίησης θα πλησιάσει τα 50 δις ευρώ, γεγονός που σημαίνει ότι καλύπτονται και ζημίες ιδιωτικών δανείων. Αφορούν δάνεια που οι τράπεζες έδιναν απλόχερα από τη δεκαετία του ’90, με αποτέλεσμα μόνο την περίοδο 1998-2008 τα επιχειρηματικά δάνεια να αυξάνονται με ρυθμό 15% (!) ετησίως,τα δε δάνεια προς ιδιώτες με ακόμα μεγαλύτερο ρυθμό και να φθάσουν από 12% του ΑΕΠ το 1998 σε 47% το 2008!! Μάλιστα η αύξηση όλων αυτών των δανείων χρηματοδοτήθηκε κυρίως με εξωτερικό δανεισμό, ο οποίος αυξήθηκε με ρυθμούς διπλάσιους από την αύξηση του Δημόσιου Χρέους που κατά την επίσημη εξήγηση «βούλιαξε» την χώρα. Όμως οι τραπεζίτες και το επίσημο πολιτικό σύστημα για να κρύψουν τις αμαρτίες τους δεν αρκείται στην υποκρισία, αλλά καταφεύγει και στην μέθοδο των Bank Statistics (όπως λέμε Greek Statistics). Σήμερα το τραπεζικό σύστημα έχει χορηγήσει συνολικά δάνεια 107 δις ευρώ στους ιδιώτες (στεγαστικά, καταναλωτικά) και 125 δις ευρώ επιχειρήσεις. Από αυτά τα δάνεια επίσημα θεωρούνται καθυστερημένα ή επισφαλή (δηλαδή ενέχουν κίνδυνο ζημιών) μόνο το 20% ενώ στην πραγματικότητα υπερβαίνουν το 50%! Είναι φανερό λοιπόν τι καλύπτουν τα χρήματα της ανακεφαλαιοποίησης.

Δεύτερο επιχείρημα που προωθείται είναι ότι μέσω της ανακεφαλαιοποίησης θα «πέσουν λεφτά στην αγορά» μέσω των τραπεζών. Όπως αναφέρθηκε στην παραπάνω παράγραφο, οι τράπεζες έχουν συσσωρεύσει τεράστιες ζημιές και τα χρήματα θα κατευθυνθούν κυρίως για να καλύψουν τις μαύρες τρύπες. Επιπλέον οι τράπεζες χρωστάνε 130 δις ευρώ στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, είτε απευθείας είτε μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος. Από το κολοσσιαίο αυτό ποσό, μέρος του είναι βραχυπρόθεσμο, άρα άμεσα απαιτητό και θα καλυφθεί με την ανακεφαλαιοποίηση. Δηλαδή όχι μόνο αποκλείεται «να πέσει χρήμα στην αγορά», αλλά αν δεν γυρίσει πίσω σημαντικό μέρος των καταθέσεων πιθανότατα θα χρειαστεί και νέα ενίσχυση των τραπεζών.

Παροιμιώδης είναι και η υποκρισία του επίσημου πολιτικού προσωπικού και της οικονομικής ολιγαρχίας στην αναγκαιότητα συγκέντρωσης του τραπεζικού συστήματος λόγω δήθεν βιωσιμότητας μόνο 3 τραπεζικών ομίλων. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ίδιοι που στην αρχή της δεκαετίας του ΄90 υποστήριζαν την πλήρη απελευθέρωση του τραπεζικού συστήματος και την δημιουργία δεκάδων ιδιωτικών τραπεζών, ώστε μέσω του ανταγωνισμού δήθεν να ωφεληθούν οι καταναλωτές και η οικονομία, σήμερα μιλούν για την αναγκαιότητα ύπαρξης 2 ½ τραπεζών στην χώρα!! Είναι οι ίδιοι που συνέργησαν με έωλα επιχειρήματα για να μην θεωρηθεί βιώσιμη η Αγροτική ώστε με σκανδαλώδη τρόπο να δοθεί το «καλό» κομμάτι της στην Πειραιώς για ψίχουλα. Είναι οι ίδιοι που κρίνουν μη βιώσιμο το Ταμιευτήριο ώστε να δοθεί και αυτό δώρο σε κάποιον ιδιωτικό όμιλο. Είναι οι ίδιοι που χάρισαν 1,2 δις ευρώ του Ελληνικού λαού στην Proton Bank για να καλύψουν τις ατασθαλίες και το πολιτικό χρήμα του Λαυρεντιάδη . Πίσω από την δήθεν αναγκαιότητα ή αντικειμενικότητα των 3 βιώσιμων τραπεζών στην χώρα βρίσκεται η μείωση του λειτουργικού κόστους με θύματα τους εργαζομένους στις τράπεζες και η ενίσχυση των χρηματοοικονομικών μονοπωλίων. Επιδιώκεται η συνολική αναδιάρθρωση του ελληνικού κεφαλαίου με την πρωτοκαθεδρία του τραπεζικού τομέα, ο οποίος θα αποφασίζει να στηρίξει συγκεκριμένους παραγωγικούς ομίλους είτε με δανειοδότηση είτε με προώθηση εξαγορών είτε με εκκαθάριση «αδύνατων» τμημάτων του κεφαλαίου , δηλαδή την ενίσχυση συνολικά των Μονοπωλίων. Απέναντι λοιπόν στην υποκρισία των αστών η Μαρξιστική προσέγγιση για την συγκεντροποίηση του Κεφαλαίου σε περιόδους κρίσης διατηρεί ακέραια την επικαιρότητα της.

Σκανδαλώδης διαδικασία

Η επιχειρούμενη ανακεφαλαιοποίηση είναι όμως σκανδαλώδης και σαν διαδικασία, ακόμη και αν μπορέσουν οι τράπεζες να γυρίσουν πίσω τα 40-45 δις που είναι εξαιρετικά αμφίβολο. Κατά αρχή προβλέπεται ότι το 1/3 από τα χρήματα της ανακεφαλαιοποίησης θα διατεθούν για έκδοση μετατρέψιμων Oμολογιών (CoCos), δηλαδή οι τράπεζες δανείζονται χρήματα από το «κράτος» και εκδίδουν ομόλογα τα οποία αν δεν αποπληρώσουν μετατρέπονται σε μετοχές. Το σκανδαλώδες σε αυτή την περίπτωση είναι ότι με νόμο οι τράπεζες απαλλάσσονται από μελλοντική φορολογία (αποκαλείται Αναβαλλόμενος Φόρος ) προκειμένου να επιστρέψουν άκοπα ποσά από τα CoCos που υπολογίζονται σε 4,5 δις ευρώ!

Τα υπόλοιπα 2/3 της ανακεφαλαιοποίησης θα καλύψουν μελλοντικές αυξήσεις κεφαλαίου με έναν άκρως προκλητικό τρόπο. Οι παλαιοί μέτοχοι, δηλαδή οι τραπεζίτες, αρκεί να βάλουν στην αρχή το 1/10 της αύξησης, και αυτομάτως αποκτούν δικαίωμα για αγορά στο μέλλον και των υπόλοιπων 9/10 μέσω τoυ «εξωτικού» χρηματοοικονομικού όρου των warrants. Το σκανδαλώδες στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι η μελλοντική τιμή εξαγοράς είναι η ίδια με την αρχική, δηλαδή αν π.χ. το αρχικό 1/10 της αύξησης πραγματοποιηθεί με τιμή 1 ευρώ /μετοχή αυτή θα είναι και η μελλοντική τιμή εξαγοράς. Δηλαδή οι τραπεζίτες αρκεί να ανατιμήσουν την τιμή της μετοχής τους μελλοντικά και δεν χρειάζεται να βάλλουν ευρώ αφού θα εμπορεύονται τα κέρδη από τα Warrants που θα έχουν ανατιμηθεί !! Και σαν κερασάκι στην τούρτα όλων αυτών, οι οποιεσδήποτε μετοχές εκδοθούν αρχικά και δεν καλυφθούν από μελλοντικές αυξήσεις κεφαλαίου ή από αποπληρωμή των CoCos, θα είναι κοινές χωρίς δικαίωμα ψήφου. Δηλαδή το «κράτος» θα τις κατέχει δεν θα έχει όμως μέρισμα ούτε δικαίωμα στην διοίκηση των τραπεζών, προκειμένου αυτές να μείνουν στους ιδιώτες!!

Φυσικά αυτή δεν είναι μια ακίνδυνη διαδικασία για τους ντόπιους τραπεζίτες, παρά την ενίσχυση από το κράτος. Αν δεν επιτύχουν οι αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου κινδυνεύουν οι τράπεζες να καταλήξουν στους ξένους και μάλιστα σχεδόν τζάμπα. Χαρακτηριστικά από τους 3 μεγάλους υπό διαμόρφωση ομίλους, μόνο η Alpha με ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης 4,5 δις ευρώ εμφανίζεται να μπορεί να αποπληρώσει, και αυτή όμως λόγω της δεσπόζουσας συμμετοχής της Gredit Agricole. Ο όμιλος της Εθνικής με ανάγκες σχεδόν 14 δις ευρώ και η Πειραιώς με ανάγκες 7,5 δις ευρώ θα δυσκολευθούν να αποφύγουν την εξαγορά από ξένους ομίλους. Η απώλεια ελέγχου του τραπεζικού τομέα είναι μια σοβαρή ενδοαστική διαμάχη, τις απολήξεις της οποίας βλέπουμε καθημερινά στην στάση της κυβέρνησης ή των διαπλεκόμενων ΜΜΕ. Όσο και αν προσπαθούν να το κρύψουν, οι ηγετικές μερίδες του Ελληνικού Κεφαλαίου πάντα έκαναν μπίζνες με τις πλάτες του κράτους και την στήριξη των φιλικά διακείμενων τραπεζιτών.

Και η απάντηση της Αριστεράς

Υπάρχουν 2 λάθος προσεγγίσεις στο θέμα της ανακεφαλαιοποίησης μέσα στην Αριστερά. Η πρώτη εκφράζεται μέσα από τις γραμμές του ΣΥΡΙΖΑ και καταλήγει ουσιαστικά σε μια πρόταση για Δημόσιο έλεγχο του τραπεζικού συστήματος. Δηλαδή να επωμισθεί ο λαός την ανακεφαλαιοποίηση, αλλά το κράτος να «ελέγχει» το τραπεζικό σύστημα είτε σαν μέτοχος με ποσοστό των τραπεζών είτε μέσω δημόσιου πυλώνα που θα επηρεάζει και τον ιδιωτικό. Εκτιμά ότι με αυτό τον τρόπο θα μπορέσει να επιτύχει συμμαχία με τμήματα του «παραγωγικού κεφαλαίου» για παραγωγική ανασυγκρότηση χωρίς όμως να έρθει σε σύγκρουση με τον πυρήνα της πολιτικής της Ε.Ε, και συγχρόνως να επιτελέσει «κοινωνική πολιτική». Αυτή η προσέγγιση υποτιμά την αντίδραση των κυρίαρχων κύκλων της Ε.Ε για τον έλεγχο και τον ρόλο του τραπεζικού τομέα (απαγόρευση κρατικοποίησης κλάδων οικονομίας ή πολιτικών «επιδοτήσεων» μέσω τραπεζών, κλπ). Επίσης υποτιμά την αντίδραση των ηγετικών μερίδων του Ελληνικού Κεφαλαίου σε περίπτωση που αμφισβητηθεί η προνομιακή σχέση που έχουν με το Τραπεζικό Κεφάλαιο καθώς και τα οφέλη που περιμένουν από τις ιδιωτικοποιήσεις.

Η δεύτερη λάθος προσέγγιση που προέρχεται από το ΚΚΕ υποτιμά τον κομβικό ρόλο της ανακεφαλαιοποίησης στην συνολική αναδιάρθρωση του Ελληνικού οικονομικού και κοινωνικού σχηματισμού. Ενώ ορθά τονίζει ότι μέσα από αυτή την διαδικασία ενισχύονται μονοπωλιακοί όμιλοι με χρήματα του ελληνικού λαού, αδυνατεί να καταλάβει την κομβικό ρόλο που θα είχε για το λαϊκό κίνημα η ανακοπή αυτής της κίνησης του Κεφαλαίου. Ενώ ορθά τονίζει τον ρόλο της Ε.Ε αρνείται να τον εξειδικεύσει στον τραπεζικό χώρο. Φαίνεται σαν να θεωρεί ότι δεν υπάρχει σήμερα ιδιαίτερη τομή αφού το τραπεζικό σύστημα πάντοτε εξυπηρετούσε τα μονοπωλιακά συμφέροντα, ενώ μια πιθανή κρατικοποίηση των τραπεζών δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα κόλπο των αστών για να στηρίξουν το Κεφάλαιο.

Απέναντι στις παραπάνω αντιλήψεις, η πρόταση για κρατικοποίηση των τραπεζών μαζί με την διαγραφή του Χρέους αποτελεί κρίσιμη επιλογή προκειμένου να ακυρωθεί ένας σημαντικός παράγοντας αντιδραστικής αναδιάρθρωσης της ελληνικής οικονομίας χωρίς ο λαός να επωμισθεί τα επιπλέον βάρη της ανακεφαλαιοποίησης. Μπορεί να λειτουργήσει θετικά στην απόκτηση κοινωνικών συμμαχιών. Αποτελεί μια από τις βασικές προϋποθέσεις για να υποστηριχθεί ο δρόμος της ρήξης και της ανατροπής.

Κείμενο του Ν.Γουρλά και του Δ.Τσίτκανου για μια νέα τακτική του εργατικού κινήματος στους αγώνες που έρχονται

Για μια νέα τακτική του εργατικού κινήματος στους αγώνες που έρχονται.

 Η ηρωική απεργία του μετρό που πυροδότησε ένα νέο κύμα κλαδικών και  επιχειρησιακών εργατικών αγώνων, οι οποίοι αυτή τη φορά δεν περιμένουν τις ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ για να ξεσπάσουν, ο αγώνας των ναυτεργατών, αλλά και η είσοδος στους αγώνες και άλλων λαϊκών στρωμάτων, όπως οι αγρότες, είναι γεγονότα που δείχνουν ότι βαδίζουμε προς μια κλιμάκωση της ταξικής αντιπαράθεσης για την ανατροπή της επίθεσης, με νέα, ποιοτικά χαρακτηριστικά, με νέες απαιτήσεις, δυνατότητες αλλά και κινδύνους.

Νίκος Γουρλάς

Δημήτρης Τσίτκανος

Απέναντι σε αυτή την προοπτική, η τρικομματική συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ, το μνημονιακό καθεστώς των ΕΚΤ-ΕΕ-ΔΝΤ και το κεφάλαιο απαντούν με μια αντιδημοκρατική κλιμάκωση του αυταρχισμού,  κηρύσσοντας κάθε μαχητική απεργία ως παράνομη και καταχρηστική, ενώ καταφεύγουν όλο και πιο συχνά στο όπλο της επιστράτευσης. Την ίδια στιγμή, η εκτίναξη της ανεργίας  δυναμώνει το αντιδραστικό όπλο της οικονομικής βίας, ενώ οι καθεστωτικές δυνάμεις, αδύναμες να δώσουν θετική προοπτική, εκμεταλλεύονται και αξιοποιούν τις υπαρκτές δευτερεύουσες αντιθέσεις και ανταγωνισμούς μέσα στην εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα για συμμαχίες και για κατακερματισμό των αγώνων.

Μπαίνει σε χρήση το  όπλο της φασιστικής τρομοκρατίας. Το εργατικό δίκαιο όπως το ξέραμε, (η ευχέρεια να πετάνε τους δημοσίους υπαλλήλους στην διαθεσιμότητα, οι απολύσεις συνδικαλιστών, οι μονομερείς αποφάσεις των δικαστηρίων υπέρ των εργοδοτών, η κατάργηση ουσιαστικά του δικαιώματος της απεργίας) έχει ήδη καταργηθεί. Η κυβέρνηση του «Θάτσερ της Μεσογείου» και το μνημονιακό καθεστώς οργανώνει μια «κατάσταση πολιορκίας» και «παρανομίας» απέναντι στο συνδικαλιστικό κίνημα και ειδικά απέναντι στα μαχητικά και ταξικά σωματεία. Τη θέση της παλιάς συναίνεσης παίρνει ο ακήρυχτος ταξικός εμφύλιος πόλεμος του Κεφαλαίου.

Από την άλλη πλευρά, η «σταθερότητα για την ανάπτυξη» δεν έρχεται. Η κρίση της ευρωζώνης συνεχίζεται, ενώ οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί οξύνονται.  Οι όποιες ιδιωτικές επενδύσεις γίνονται με το σταγονόμετρο, με λίγες θέσεις εργασίας και αυτές με μισθούς κάτω ακόμη και από το ιστορικό όριο επιβίωσης, για την ανάταξη της κερδοφορίας του κεφαλαίου, δείχνοντας ότι η όποια «ανάπτυξη» δεν θα αντιμετωπίσει την ανεργία, αντίθετα θα συνοδεύεται από υψηλά ποσοστά ανεργίας και με παραπέρα συντριβή των μισθών στα τριακόσια ευρώ.  Παρ’ όλα αυτά η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να συνεχίσει το καταστροφικό της έργο, γνωρίζοντας τις δυσκολίες αλλά και τις χρόνιες εγγενείς αδυναμίες του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος, την απουσία προγραμματικής ενότητας, σχεδίου αγώνα και κλιμάκωσης, τις αυταπάτες που υπάρχουν σε τμήματα εργαζομένων ότι μπορούν να την γλυτώσουν, να εξαιρεθούν, τις οποίες  ενισχύουν συνδικαλιστικές δυνάμεις της αστικής κομματικής γραφειοκρατίας, λόγω και της έλλειψης της απαιτούμενης στοιχειώδους συνεννόησης ανάμεσα και στις συνδικαλιστικές πρωτοπορίες.

Η κυβέρνηση αξιοποιεί, τόσο σε επικοινωνιακό όσο και σε πολιτικό οργανωτικό επίπεδο, όλες αυτές τις αδυναμίες για το χτύπημα των εργατικών αγώνων, γενικεύει τον πόλεμο και προχωράει σε μια στρατηγικού χαρακτήρα επίθεση  ελπίζοντας ότι θα δώσει το τελειωτικό κτύπημα στο εργατικό κίνημα διαλύοντας ουσιαστικά τα συνδικάτα.  Η έμπρακτη ήδη αλλά και η αναμενόμενη και τυπική τροποποίηση του 1264 επιδιώκει να καταφέρει καίριο πλήγμα στις συνδικαλιστικές  ελευθερίες και τα δικαιώματα, δημιουργώντας συνθήκες δίωξης της όποιας συνδικαλιστικής δράσης στους τόπους δουλειάς σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα.

Ο εργατικός συνδικαλισμός, με τη μορφή που τον γνωρίσαμε, τελειώνει. Ο αστικός και ρεφορμιστικός χαρακτήρας της ταξικής συνδιαλλαγής που σφράγισε επί 20 χρόνια το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα μπαίνει σε κρίση.  Αδυνατίζει ο κομματικός παραταξιακός συνδικαλισμός των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ, ενώ δυναμώνει ο «ανεξάρτητος» εργατικός μαχητικός ρεφορμισμός. Και σε ενότητα και σε σκληρή διαπάλη με αυτόν, δυναμώνει ένα ταξικό εργατικό συνδικαλιστικό ρεύμα που κατανοεί ότι για να επιβιώσει η εργατική τάξη, πρέπει να πάρει πίσω τα κλεμμένα από την τρομακτική αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης του κεφαλαίου, θίγοντας  δομές του ίδιου του συστήματος, αφού για να γίνει αυτό χρειάζεται αντικαπιταλιστικός αγώνας που θα θέσει εκ νέου το «κοινωνικό ζήτημα» της εποχής μας. Σε αυτή την κατάσταση τα κύρια συνδικαλιστικά ρεύματα της Αριστεράς παρά την επιμέρους θετική συμβολή τους στην οργάνωση και αλληλεγγύη των αγώνων, δεν μπορούν να παραμείνουν αμετακίνητα σε εκτιμήσεις και παραδοχές του παρελθόντος. Παρά το γεγονός ότι έχουμε μαχητικούς κλαδικούς αγώνες  με παρατεταμένη διάρκεια, εντούτοις πουθενά δεν έσπασε κάποια αντεργατική επιλογή της κυβέρνησης. Αυτό είναι και το κύριο ζητούμενο: ένα νέο, εργατικό «Στάλινγκραντ» που θα αλλάξει τη ροή του πολέμου.

Αναπροσαρμογή της τακτικής

Οι αγώνες γρήγορα παίρνουν πολιτικό χαρακτήρα, οπότε η πολιτική προοπτική παίζει καθοριστικό ρόλο. Ωστόσο, όλοι οι αγώνες ξεκινούν από οικονομική, επιχειρησιακή και κλαδική βάση. Το πρώτο ζήτημα συνεπώς, είναι το καλά μελετημένο πλαίσιο πάλης και αιτημάτων για την αγωνιστική  ταξική ενότητα σε κάθε επιχείρηση και σε κάθε κλάδο, που θα υπολογίζει το συσχετισμό, τις διαθέσεις της βάσης, τις κοινωνικές συμμαχίες και την κλιμάκωση του αγώνα. Η γενίκευσή τους χρειάζεται ένα πολιτικό  πλαίσιο πάλης «από όλους τους εργάτες για όλους τους εργάτες», που θα είναι πλαίσιο αναφοράς κάθε επιμέρους αγώνα.

Από αυτή τη σκοπιά, τα αιτήματα για συλλογικές συμβάσεις που άμεσα θα ακυρώσουν τους νόμους για την κατάργησή τους και τη «φασίζουσα» διατίμηση της εργατικής δύναμης και προοπτικά θα διεκδικούν ουσιαστικές αυξήσεις και σταθερές, ασφαλείς σχέσεις εργασίας, είναι πολιτικά-συνδικαλιστικά αιτήματα πρώτης γραμμής. Μαζί με αυτά πρέπει επειγόντως να δεθούν τα επίσης πολιτικά-συνδικαλιστικά αιτήματα για την αντιμετώπιση της ανεργίας: Επίδομα ανεργίας για όλους, ίσο με τον  κατώτατο μισθό για όλο το χρόνο ανεργίας. Ριζική μείωση του χρόνου εργασίας και στα όρια συνταξιοδότησης. Πάλη ενάντια στις απολύσεις, νέες θέσεις εργασίας, όχι με «φαστ τρακ» ιδιωτικές επενδύσεις αλλά με δημόσιο πρόγραμμα μαζικών επενδύσεων. Για να καταργηθούν τα χαράτσια και τα φορομπηχτικά μέτρα. Για αναβάθμιση της υγείας και της παιδείας. Για δημοκρατικές και συνδικαλιστικές  ελευθερίες, για το δικαίωμα να διεκδικούμε, να απεργούμε, για να καταργηθεί η επιστράτευση. Για την  επιβολή ελέγχου στα είδη λαϊκής κατανάλωσης κόντρα στο σύγχρονο μαυραγοριτισμό του κεφαλαίου. Για να λυθεί δραστικά το ζήτημα των δανείων πρώτης κατοικίας για τους εργάτες και τους άνεργους.

Το εργατικό κίνημα δεν έχει βρει ακόμα τους σύγχρονους τρόπους πραγματικού εργατικού-απεργιακου  εκβιασμού με μετρήσιμες επιπτώσεις, που θα δημιουργούν πραγματικό πρόβλημα τόσο στην κυβέρνηση αλλά και στη κάθε εργοδοσία. Δεν έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα να βάλουμε  στοιχεία πρωτότυπων μορφών αγώνα, όπου οι επιμέρους  αντιστάσεις να συνενώνονται, να δημιουργούνται μέσα από την συνένωση αυτή όργανα αγώνα που θα αποφασίζουν μαζί με όλους τους εργαζόμενους την παραπέρα πορεία και τακτική. Αν και κάποιοι συντονισμοί σωματείων, κατά κύριο λόγο στο δημόσιο,  που δημιουργηθήκαν τελευταία, καλύπτουν σε ένα βαθμό  αυτή την ανάγκη, εντούτοις εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα και μεταξύ αυτών πρόβλημα στην κοινή γραμμή και δράση που πρέπει να έχουν. Έτσι, παραμένει στην πράξη η ηγεμονία των συνδικαλιστικών γραφειοκρατιών  όχι μόνο στα τριτοβάθμια όργανα αλλά και σε σωματεία και σε κλάδους.

Οι ταξικές δυνάμεις οφείλουν να προτάξουν την ανάγκη υπέρβασης της σημερινής κατάστασης στο συνδικαλιστικό κίνημα. Να ρίξουν το βάρος στην ανασυγκρότηση των συνδικάτων, στην συμμετοχή των εργαζομένων, στις γενικές συνελεύσεις. Να παλέψουν για την ταξική ενότητα των  εργαζομένων, υπερβαίνοντας τους ανούσιους διαχωρισμούς και τις μικροκομματικές σκοπιμότητες. Nα υπερβούμε τους διαχωρισμούς δημόσιου ιδιωτικού τομέα, ενιαία Γενική Συνομοσπονδία για ολους τους εργαζόμενους. Οι  Ομοσπονδίες και τα Εργατικά Κέντρα δεν μπορούν, και τα περισσότερα δεν θέλουν, να κάνουν ταξικά ενωτικό και μαχητικό αγώνα. Η προσπάθειά μας  τώρα πρέπει να είναι, δημιουργία συντονισμών πρωτοβάθμιων σωματείων σε όσο το δυνατόν περισσότερους κλάδους και πόλεις, με παράλληλη προσπάθεια για την αγωνιστική τους συνάντηση σε κοινές πρωτοβουλίες. Σταθερός και μόνιμος στόχος η δημιουργία κεντρικού πανελλαδικού συντονιστικού. Το βάρος αυτό πέφτει στις πλάτες του Συντονισμού Πρωτοβάθμιων Σωματείων Ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα Αττικής, παρά τις ανεπάρκειές του. Ο κεντρικός συντονισμός και οι συντονισμοί πρέπει να αξιοποιούν κάθε αγωνιστικό σκίρτημα και να  συμμαχούν, διατηρώντας την αυτοτέλειά τους,  με κάθε σωματείο, με κάθε Ομοσπονδία και Εργατικό Κέντρο που περιστασιακά παίρνει αγωνιστική θέση. Πολύ περισσότερο, οφείλουν να επιδιώκουν τη μόνιμη κοινή δράση με τις δυνάμεις του ΠΑΜΕ και με ομοσπονδίες του μαχητικού ρεφορμισμού.

Μέσα στους αγώνες δημιουργείται ένα εργατικό και λαϊκό ρεύμα με αδιαμόρφωτα ακόμη αντικαπιταλιστικά χαρακτηριστικά, που τείνει να αποκτήσει απρόσμενη δυναμική. Αυτό το υπόγειο εργατικό ρεύμα είναι  που σπρώχνει τις εξελίξεις και επιβάλει την πιο μαχητική ρητορεία στη ΓΕΝΟΠ και τη μαχητική στάση στην ΠΟΕ-ΟΤΑ. Αυτό κινεί τις αντιφατικές αναπροσαρμογές στο ΠΑΜΕ, και τις θετικές πλευρές στην Αυτόνομη Παρέμβαση. Αυτό οδηγεί και στις ανακατατάξεις και τη διαπάλη στην αντικαπιταλιστική συνδικαλιστική αριστερά, αναζητώντας κάτι ανώτερο από το Συντονισμό Πρωτοβάθμιων Σωματείων.  Αυτό είναι που  επέβαλε την κοινή συσπείρωση και δράση των 23 σωματείων του Πειραιά, όπου εκφράζονταν όλα τα πολιτικοσυνδικαλιστικά ρεύματα της Αριστεράς, και τα οποία, μαζί με όλα τα ναυτεργατικά σωματεία, πραγματοποίησαν την πιο μαζική συγκέντρωση που έγινε στον Πειραιά τα τελευταία χρόνια. Aυτό είναι που σπρώχνει για μια μεγάλη αγωνιστική συνάντηση πανελλαδικού χαρακτήρα, όπου πρωτοβάθμια σωματεία, μαχόμενες Ομοσπονδίες, όλο το μαχόμενο ταξικό εργατικό κίνημα μαζί με μεγάλα κομμάτια του παλιού μαχητικού ρεφορμισμού που αναζητούν τον δρόμο της ρήξης, θα βάλουν τις βάσεις για μια άλλη πορεία του εργατικού κινήματος η οποία θα σηματοδοτεί την σε βάθος ανασυγκρότηση του. Αυτή η διαδικασία θα δημιουργεί προϋποθέσεις για τις «Συνεργαζόμενες Αγωνιστικές Δημοκρατικές Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις» (ΣΑΔΕΟ) της νέας εποχής  που θα σταθούν στα ίσια απέναντι στην επίθεση και θα προσπεράσει τις ηγεσίες των  ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Aυτή η ανώτερη οργάνωση των «ΚΑΤΩ» δεν θα μπορέσει να έχει τα αποτελέσματα που απαιτούν οι καιροί αν δεν στηριχτεί από την κοινή δράση της πολιτικής συνδικαλιστικής Αριστεράς, η οποία σεβόμενη    την ανεξαρτησία του κινήματος θα δώσει ώθηση στην ενότητα πάνω σε ένα πλαίσιο αμέσων αιτημάτων για την επιβίωση, για την ανεργία, το μισθό, τη μείωση του χρόνου εργασίας, τις συμβάσεις, τη φορομπηξία, τα δημοκρατικά δικαιώματα. Κανένας « συντονισμός των συντονισμών» δεν έχει ελπίδα όταν υπονομεύεται από αυτό ή το άλλο πολιτικό σχέδιο της συνδικαλιστικής αριστεράς.

                           Για ένα εργατικό μέτωπο ρήξης και ανατροπής.

Είναι πολύ μεγάλη η καθυστέρηση στην συγκρότηση ενός εργατικού μετώπου ρήξης και ανατροπής σε μια κατεύθυνση ενιαίου παλλαϊκού εργατικού   μετώπου για την ανατροπή της επίθεσης, που θα έχει την πρωτοβουλία των εργατικών αγώνων αλλά και του συνόλου των αντιστάσεων της εργατικής τάξης. Η άμεση αυτή ανάγκη, που είναι παραδεκτή από όλους στα λόγια, προσκρούει κατά κύριο λόγο στα διαφορετικά πολιτικά σχέδια των κομμάτων της Αριστεράς για το εργατικό κίνημα, τα οποία αδυνατούν να βρουν εκείνα τα σημεία που θα ενώσουν την τάξη σε ένα νέο γύρο μεγάλων απεργιακών αγώνων και ξεσηκωμού του λαού  ο οποίος θα ανατρέψει τις κυβερνήσεις των μνημονίων. Αν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση η απογοήτευση και η στρατηγική πια ήττα του εργατικού κινήματος θα είναι προ των πυλών.

Οι διαφορετικές στρατηγικές και τα πολιτικά σχέδια που είναι  υπαρκτά  δεν θα ξεπεραστούν εύκολα, όμως  δεν μπορούν να αποτελούν εμπόδιο στο να «χτυπάμε όλοι μαζί». Για να υπάρξουν συγκεκριμένες επιχειρησιακές και κλαδικές νίκες απέναντι στην ισοπεδωτική  κυριαρχία της αστικής επίθεσης προς όφελος των συμφερόντων, του ηθικού, της ενότητας και της πολιτικής «εκπαίδευσης» του συνόλου των εργαζομένων. Γι αυτό  το Κ.Κ.Ε  που συγκεντρώνει  σοβαρές  σε κλάδους και χώρους δυνάμεις , έχει ευθύνες όταν επιμένει στην γραμμή του κομματικού διαχωρισμού της τάξης, αδυνατώντας κατά συνέπεια   να γενικεύσει και να ενώσει σωματεία και ομοσπονδίες εκτός ΠΑΜΕ, να βρει επαφή με πλατιά τμήματα της τάξης που πλήττονται ολοσχερώς, πολιτικοποιώντας τους αγώνες και για το «σήμερα» αλλά και για το «αύριο». Παρά τα βήματα που κάνει τελευταία στηρίζοντας αγώνες που δεν ελέγχει το ίδιο πχ αγώνας Ναυτεργατών, Μετρό, εξακολουθεί να προβάλει μόνο οικονομικά αιτήματα φοβούμενο την πολιτικοποίηση του αγώνα γιατί αυτή, όπως πιστεύει την καρπώνεται  τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ

Δυνάμεις του ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ βλέπουν το κίνημα σαν διαμαρτυρία που θα εξαργυρωθεί σε ψήφους. Παρά το γεγονός ότι τμήματά του προσπαθούν να αποστασιοποιηθούν από  τη λογική του  κινηματικού «κυβερνητισμού», με πραγματικούς ταξικούς πολιτικούς  όρους. Οι δυνάμεις αυτές  επιδιώκουν να  διαχωριστούν από την συνδικαλιστική γραφειοκρατία στηρίζοντας τον Συντονισμό πρωτοβάθμιων Σωματείων, μιλούν για μια ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος σε ταξική βάση, παραμένουν μειοψηφικές απέναντι στην κύρια γραμμή όπως αυτή εκφράζεται επίσημα με το μοντέλο εκείνου του μαχητικού ρεφορμισμού που τα βρίσκει με την συνδικαλιστική γραφειοκρατία, που αρκείται στην αλλαγή των συσχετισμών  στην ΓΣΕΕ με όρους κοινοβουλευτικής αντιστοίχησης .

Από τμήματα της αντικαπιταλιστικής συνδικαλιστικής Αριστεράς, αλλά και από τμήματα του νέου μαχητικού ρεφορμισμού, πολλές φορές φετιχοποιείται η μορφή της «απεργίας διαρκείας». Το εργατικό κίνημα έχει στη φαρέτρα του όλες τις μορφές και επιδιώκει να φτάσει ακόμη και στη γενική πολιτική απεργία διαρκείας. Αλλά σε αυτή δε θα φτάσει εγκεφαλικά και ετσιθελικά. Η τάση αυτή αδυνατεί να κατανοήσει ότι η εργατική συνείδηση δεν χειραφετείται  με βερμπαλισμούς, αλλά με επίμονη δουλειά στους τόπους δουλειάς ιδιαίτερα του ιδιωτικού τομέα. Δεν κατανοεί ότι για να έχουμε νικηφόρους  αγώνες χρειάζεται να μπουν στη μάχη πλατιές μάζες εργαζομένων και όχι αποκλειστικά οι πρωτοπορίες. Το ουσιαστικό στις μορφές πάλης είναι η συμμετοχή της εργατικής βάσης μέσα από τις γενικές συνελεύσεις, η κλιμάκωση με τη συμφωνία της, ο υπολογισμός των συμμαχιών με άλλους κλάδους και κοινωνικά στρώματα.

Η πολιτική προοπτική αποκτά πλέον, κινητήριο χαρακτήρα. Κανένας επιμέρους αγώνας όποια  νίκη και να επιτύχει δεν θα είναι σταθερός  χωρίς την προοπτική για ανατροπή της αντεργατικής πολιτικής και των κυβερνήσεών της, χωρίς το διώξιμο της τρόικας, χωρίς σύγκρουση και έξοδο από ευρώ και ΕΕ. Τι θα έρθει στη θέση τους; Αυτό το ερώτημα βασανίζει το ταξικό εργατικό κίνημα που δε μένει αδιάφορο απέναντι στο «κυβερνητικό ζήτημα» που ταλανίζει την Αριστερά. Η ουσιαστική και πραγματική ανατροπή των αντιδραστικών συσχετισμών, της αντεργατικής πολιτικής και των κυβερνήσεών τους δεν θα έρθει με την αλλαγή των κοινοβουλευτικών συσχετισμών. Θα έρθει μέσα από μια γενικευμένη  εργατική και παλλαϊκή σύγκρουση. Στη νέα, ασταθή κατάσταση που θα δημιουργηθεί, το κύριο είναι να έχει οικοδομηθεί ένα νέο, οργανωμένο ταξικό εργατικό κίνημα και παλλαϊκό μέτωπο. Αυτό το κίνημα και μέτωπο ανατροπής, με βάση την ταξική ανεξαρτησία του, θα προωθεί και θα επιβάλει το  πρόγραμμά του στον αστικό συνασπισμό εξουσίας και σε κάθε κυβέρνηση, θα διεκδικεί τη δική του εξουσία και κυβέρνηση, θα ανοίγει δρόμους για τις επαναστάσεις που έχει ανάγκη η εποχή μας.

Μοχλός για την προώθηση των παραπάνω θα αποτελέσει η συγκρότηση με μαζικούς όρους  πανελλαδικής ταξικής κίνησης όλων των δυνάμεων και των αγωνιστών που θέλουν να παλέψουν για τον  ιδεολογικό και πολιτικό επανεξοπλισμό του εργατικού κινήματος  με όρους μιας  νέας ταξικής ενότητας και να συμβάλλουν  στην ανασυγκρότηση του  από τη σκοπιά της εργατικής χειραφέτησης και απελευθέρωσης. Όπου θα πρέπει επιτελούς να συναντηθούν μέσα από διαδικασίες για την συγκρότηση της. Για μια πλατιά  πολιτικοσυνδικαλιστική  κίνηση που δεν θα είναι μια ακόμα  κομματική παράταξη αλλά  ένα διακριτό ρεύμα, το οποίο θα ενισχύσει την ενωτική πολιτική συγκρότηση και δράση των δυνάμεων  ταξικής αναφοράς. Η δημιουργία της θα δώσει δύναμη στα ταξικά και αγωνιστικά σωματεία και στο συντονισμό τους. Θα συντονίσει την παρέμβασή τους στους αγώνες που ξεσπούν. Θα συμβάλει στον πολλαπλασιασμό, στην ενότητα και στον πολιτικό προσανατολισμό  των εργατικών συσπειρώσεων. Σε αυτή την κατεύθυνση  συνέβαλε με την δράση της ως τώρα και θα συνεχίσει να συμβάλλει  η Πρωτοβουλία για την δημιουργία Πανελλαδικής Ανεξάρτητης Ταξικής Κίνησης.

http://prin.gr/?p=778&fb_action_ids=10151467665990470&fb_action_types=og.likes&fb_ref=wp&fb_source=other_multiline&action_object_map=

 

Ένα εξαιρετικά διαφωτιστικό κείμενο του Β.Δρουκόπουλου για το θέμα του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή και το «λάθος» της τρόικας

Το κείμενο αυτό και το επίμετρο του (που δείχνει ότι οι ιθύνοντες γνώριζαν πολύ καλά το σφάλμα μέτρησης του πολλαπλασιαστή και συνειδητά προχώρησαν στην μνημονιακή στρατηγική) δημοσιεύθηκε στο http://www.leftlab.gr.

Το έχει γράψει ο Βασίλης Δρουκόπουλος (καθηγητής Βιομηχανικής Οργάνωσης στο Τμ. Οικονομικών Επιστημών του ΕΚΠΑ, με εκτεταμένο έργο στην Πολιτική Οικονομία).

Έχει αρκετές τεχνικές πλευρές (για τους επαϊοντες) αλλά ταυτόχρονα κάνει εκτενή επισκόπηση της σχετικής βιβλιογραφίας και δίνει με μεγάλη ενάργεια την πολιτικο-οικονομική διάσταση του ζητήματος.

Στ.Μαυρουδέας

—————————————————————————–

ύφεση ΑΕΠ

 

ΟΙ ΑΦΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΕΝΟΣ «ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΗ»:

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΟΨΕΩΝ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Του Βασίλη Δρουκόπουλου

«Αν ο διπρόσωπος θεός Ιανός ήταν οικονομολόγος θα είχε σίγουρα προσληφθεί και θα δούλευε για το ΔΝΤ» (Pettifor, 2013).

Ι

Πολύ συχνά οικονομικές έννοιες και θεωρίες ανασύρονται, με διάφορες αφορμές, από τις φαρέτρες των οικονομολόγων και εκτοξεύονται σε εαυτούς και αλλήλους. Οι αψιμαχίες, άλλοτε ήπιες και άλλοτε οξείες, δίνουν και παίρνουν, διαρκούν για κάποιο διάστημα και μετά καταλαγιάζουν. Μερικές φορές υπάρχουν νικητές και ηττημένοι κι’ άλλοτε όχι. Αλλά πάλι σε μερικές περιπτώσεις οι ηττημένοι εξακολουθούν να κάνουν ότι δεν έχουν καταλάβει ότι έχουν χάσει και συνεχίζουν να προβάλλουν τις ιδέες τους προσποιούμενοι ότι τίποτε δεν έχει αλλάξει. Μάλλον από κάπου αλλού πρέπει να αντλούν τη δυνατή επιμονή τους μιας και η στάση τους δεν μπορεί να αποδοθεί σε γεροντικό πείσμα. Όλη αυτή η διαδικασία συνήθως παραμένει εγκλεισμένη στα περιχαρακωμένα όρια της «οικονομικής επιστήμης». Υπάρχουν όμως και στιγμές όταν η προβολή του προβλήματος και η ανταλλαγή των επιχειρημάτων διαρρέει προς τα έξω και κυκλοφορεί σ’ έναν ευρύτερο χώρο. Αυτό συμβαίνει βέβαια ιδίως όταν οι διαφωνίες έχουν διαφορετικές επιπτώσεις που σε ορισμένες χρονικές περιόδους έχουν καταστεί επίκαιρες και σημαντικές. Επίσης, αν οι διαφωνίες έχουν προέλθει μέσα από τα σπλάχνα της ίδιας, ή συγγενικής, θεωρητικής σχολής και ιδεολογίας, τότε αυτές μπορεί να προξενήσουν μεγαλύτερη απορία και να αποκτήσουν ακόμα εντονότερο ενδιαφέρον και διάχυση. Μια από αυτές τις σχετικά σπάνιες περιπτώσεις είναι και η διαμάχη για τον «πολλαπλασιαστή». Αλλά για τι ακριβώς πρόκειται;

Αποκλείοντας πιο περίτεχνους τεχνικούς ορισμούς ας υπενθυμιστεί ότι η έννοια του πολλαπλασιαστή -κεϋνσιανής προέλευσης- αναφέρεται στα αποτελέσματα που προκαλούνται στο παραγόμενο προϊόν (και εισόδημα) από τις μεταβολές στα δημοσιονομικά μεγέθη (σε καθένα ξεχωριστά ή στο σύνολό τους δηλ. στο δημοσιονομικό ισοζύγιο) μιας χώρας ή μιας ομάδας κρατών.[1] Πιο συγκεκριμένα, με ποικίλες στατιστικές, οικονομετρικές και αναλυτικές μεθόδους είναι δυνατό να εκτιμηθούν οι άμεσες επιπτώσεις μιας π.χ. αύξησης/μείωσης των δημόσιων επενδύσεων, των αμοιβών των δημόσιων υπαλλήλων ή της άμεσης φορολογίας και ταυτόχρονα οι δευτερογενείς τους επιδράσεις. Ειδικότερα, και πάλι χάριν παραδείγματος, μπορεί να τεθεί το ερώτημα: θα είναι μεγαλύτερη ή μικρότερη η αύξηση του παραγόμενου προϊόντος από τη συγκεκριμένη αύξηση των δημόσιων επενδύσεων (δηλ. ο πολλαπλασιαστής θα είναι μεγαλύτερος ή μικρότερος από τη μονάδα;), σε πόσο διάστημα και πώς δικαιολογείται ένα τέτοιο αποτέλεσμα; Ή υπάρχει και η περίπτωση η αύξηση των δημόσιων επενδύσεων να έχει μηδενικό αποτέλεσμα ή ακόμα  και να επιφέρει μια μείωση του παραγόμενου προϊόντος; Ακόμα, μια συγκεκριμένη αύξηση των δημόσιων επενδύσεων θα έχει ισόποσο αποτέλεσμα, με αντίθετο πρόσημο, με την ίδια μείωση τους, δηλ. θα υπάρξει συμμετρικότητα; Επίσης, αν ταυτόχρονα επέλθουν ποσοτικές αλλαγές σε πολλές δημοσιονομικές κατηγορίες τότε η συνολική μεταβολή στο πλεόνασμα/έλλειμμα τι επιπτώσεις θα έχει στο προϊόν (εισόδημα); Και βέβαια, ποια θα είναι τα παρεπόμενα αποτελέσματα όλης αυτής της διαδικασίας, π.χ. οι συνέπειες στην απασχόληση κ.α.;

Ερωτήματα σαν τα πιο πάνω έχουν απασχολήσει την «οικονομική επιστήμη» εδώ και δεκαετίες.[2] Εκείνο όμως που έφερε πρόσφατα στο φως της ευρύτερης δημοσιότητας, μάλλον για πρώτη φορά, το θέμα της εκτίμησης του «πολλαπλασιαστή» είναι μια έκθεση του ΔΝΤ που κυκλοφόρησε πέρυσι (IMF, October 2012). Θα περιοριστώ, αρχικά, στην παρουσίαση του κύριου ευρήματος και θα απέχω, όσο είναι εφικτό, από το σχολιασμό των τεχνικών λεπτομερειών τόσο της ανάλυσης του ΔΝΤ όσο και των υπολοίπων. Πριν από αυτό όμως έχει αξία να τονιστεί ότι: δεν υφίσταται, όπως είναι λογικό, ένας και μοναδικός πολλαπλασιαστής. Ούτε είναι κοινός για όλες τις χώρες. Ούτε είναι ο ίδιος σε μια χώρα για όλα τα χρονικά διαστήματα. Ούτε βέβαια είναι ο ίδιος για τις διάφορες δημοσιονομικές κατηγορίες (εργαλεία). Η αριθμητική του τιμή εξαρτάται, εκτός βέβαια από τη μέθοδο που ακολουθείται για την εκτίμησή του, από τις συνθήκες που επικρατούν σε κάθε περίοδο. Μονολεκτικά σχεδόν, αναφέρω τους παράγοντες που τον επηρεάζουν: α. Η φάση του οικονομικού κύκλου στην οποία βρίσκεται μια χώρα, β. Η νομισματική και η συναλλαγματική πολιτική που ακολουθείται, γ. Η αξιοπιστία των μέτρων δημοσιονομικής πολιτικής που εφαρμόζεται, δ. Το μέγεθος, ο τύπος και η διάρκεια της δημοσιονομικής προσαρμογής που επιχειρείται, ε. Η κατάσταση της οικονομίας και οι πολιτικές (ταυτόχρονες δημοσιονομικές προσαρμογές;) που ακολουθούνται σε χώρες με τις οποίες υπάρχουν συναλλαγές, στ. Η σημασία των εισαγωγών σε σχέση με το εγχώριο προϊόν κ.α.

Η έκθεση του ΔΝΤ δεν είχε προκύψει από παρθενογένεση. Το έδαφος είχε καλλιεργηθεί νωρίτερα και συγκεκριμένα στο πρόσφατο παρελθόν είχαν προηγηθεί τρεις άλλες μελέτες του οργανισμού. Αρκούμαι σε μια πολύ σύντομη αναφορά. Η σχετικά πιο παλιά (Coenen et al., 2010) βρίσκει, ανάμεσα σε άλλα, ότι το μέγεθος πολλών πολλαπλασιαστών είναι μεγάλο. Ιδίως αν πρόκειται για κυβερνητικές δαπάνες και στοχευμένες μεταβιβάσεις (κατά κύριο λόγο σε λαϊκά στρώματα που δεν έχουν πρόσβαση σε δανεισμό ούτε σε αποταμιεύσεις). Ακολουθεί η έκθεση του ΔΝΤ (IMF, October 2010) όπου αναφέρεται (σ. 98) ότι η δημοσιονομική προσαρμογή (consolidation) έχει κατά κανόνα συσταλτικά αποτελέσματα. Πιο συγκεκριμένα, μια περιοριστική δημοσιονομική πολιτική ίση με 1% του ΑΕΠ μείωνει το ΑΕΠ κατά 0,5% ύστερα από δύο χρόνια ενώ αυξάνει και το ποσοστό της ανεργίας. Επιπλέον, επισημαίνεται για την Ελλάδα (σ. 165) ότι «Δημοσιονομικές προβολές υποθέτουν έντονα εμπροσθοβαρή δημοσιονομική προσαρμογή το 2010 που ακολουθούνται από περαιτέρω μέτρα για την περίοδο 2010-2013. Η μεγέθυνση (sic) θα ‘πιάσει πάτο’ στο τέλος του 2010 και σταδιακά θα ανακάμψει επανερχόμενη σε θετικό έδαφος το 2012»! Επίσης, η έκθεση παραδέχεται ότι στο οικονομικό περιβάλλον εκείνης της εποχής η δημοσιονομική περιοριστική πολιτική θα έχει περισσότερο αρνητικά βραχυχρόνια αποτελέσματα ενώ δεν παραλείπει να αναφέρει ότι για οικονομίες που θεωρούνται ως υψηλού κινδύνου χρεωκοπίας, τα βραχυχρόνια αρνητικά αποτελέσματα μάλλον θα είναι μικρότερα.[3] Ας φανταστούμε λοιπόν πόσο μεγαλύτερα θα ήταν τα αρνητικά αποτελέσματα αν η Ελλάδα δεν διέτρεχε τον κίνδυνο χρεωκοπίας! Πόσο τυχεροί αλήθεια φανήκαμε, σύμφωνα με το ΔΝΤ, στην ατυχία μας!

Συνεχίζω με την τρίτη συναφή μελέτη (Batini et al., 2012) του ΔΝΤ πριν από την έκθεση του Οκτωβρίου του 2012. Το κύριο εύρημά της ήταν ότι οι ήπιες και βαθμιαίες περιοριστικές πολιτικές πρέπει να προτιμώνται σε σχέση με τις εμπροσθοβαρείς ή τις επιθετικές περιοριστικές πολιτικές προπάντων σε οικονομίες που αντιμετωπίζουν υψηλά ασφάλιστρα κινδύνου στο δημόσιο χρέος διότι η προστασία της μεγέθυνσης είναι σ’ αυτές τις περιπτώσεις το κλειδί της επιτυχίας της δημοσιονομικής πολιτικής. Επίσης επισημαίνεται σχετικά ότι οι εμπροσθοβαρείς προσαρμογές έχουν εντονώτερα υφεσιακά επακόλουθα και γι’ αυτό καθυστερούν τη μείωση του λόγου χρέους/ΑΕΠ σε αντίθεση με πιο σταδιακές και ήπιες προσαρμογές (σσ. 8, 32). Αξίζει μάλιστα να προστεθεί το συμπέρασμα ότι η πιθανότητα μια δημοσιονομική προσαρμογή που αρχίζει να εφαρμόζεται σε περιόδους ύφεσης, να  βαθαίνει ή να επιμηκύνει την ύφεση είναι σχεδόν διπλάσια από την πιθανότητα μια δημοσιονομική προσαρμογή που αρχίζει σε περίοδο άνθησης να πυροδοτήσει μια ύφεση. Τέλος, για τους πολλαπλασιαστές οι συγγραφείς έχουν να αναφέρουν ότι οι περισσότερες μελέτες που επικεντρώνονται σε περιόδους κρίσης όπως στην τωρινή, βρίσκουν ότι αυτοί είναι τουλάχιστον ίσοι με τη μονάδα (σ. 15). Η δική τους μελέτη  καταλήγει στο ότι οι πολλαπλασιαστές των δημόσιων δαπανών σε περίοδο ύφεσης είναι δέκα φορές μεγαλύτεροι από τους αντίστοιχους σε περίοδο οικονομικής μεγέθυνσης (σ. 23).

Ένα άλλο από τα υπόλοιπα δυο τρίτα της Τρόικας, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, είχε και αυτό μελετήσει (European Commission, July 2012 και Boussard et al., 2012) το θέμα του πολλαπλασιαστή και της δημοσιονομικής προσαρμογής. Επισημαίνεται (European Commission, July 2012, σ. 121) ότι «…αν η δημοσιονομική σύσφιξη έχει σχεδιασθεί άσχημα-π.χ. υψηλές αυξήσεις φόρων στο εισόδημα ή περικοπές σε απαραίτητες δημόσιες επενδύσεις τότε το μακροπρόθεσμο όφελος μπορεί να αποδειχθεί πολύ μικρότερο ή ανύπαρκτο αν υψηλότερες στρεβλώσεις και/ή απώλεια παραγωγικότητας αντισταθμίζουν τα οφέλη από τα χαμηλότερα πραγματικά επιτόκια». Επίσης, ομολογείται ότι στην τωρινή συγκυρία οι πολλαπλασιαστές ύστερα από ένα χρόνο είναι μεγαλύτεροι απ΄ ό,τι συνήθως και γίνονται ακόμα μεγαλύτεροι στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη που χαρακτηρίζονται από υψηλή εμπορική ολοκλήρωση, σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία και ταυτόχρονη δημοσιονομική προσαρμογή την περίοδο που η υπόλοιπη παγκόσμια οικονομία μεγεθύνεται βραδύτερα από το δυνητικό ρυθμό της. Συγκεκριμένα (European Commission, July 2012, σ. 136 και Boussard et al., 2012, σ. 8), υπολογίζεται ότι ο πολλλαπλασιαστής των δημόσιων δαπανών για μισθούς και δημόσιες επενδύσεις είναι πάνω από τη μονάδα και λίγο κάτω για άλλες κατηγορίες δημοσιονομικών εργαλείων (π.χ. 0,7 για τον ΦΠΑ).  Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί η εκτίμηση των Boussard et al. (2012, σσ. 11, 12) ότι ο βραχυχρόνιος «κρίσιμος» πολλαπλασιαστής το 2011 για την Ελλάδα ήταν 0,5 (ο χαμηλότερος από όλους των άλλων χωρών-μελών της ΕΕ)  που σημαίνει ότι με όποια τιμή του πολλαπλασιαστή που είναι υψηλότερη του 0,5 η δημοσιονομική συστολή οδηγεί απαρέγκλιτα σε αύξηση του λόγου Χρέος/ΑΕΠ. Με άλλα λόγια, δεν είναι ανάγκη ο πολλαπλασιαστής να είναι υψηλός για να μειωθεί πολύ το ΑΕΠ ώστε να χειροτερέψει ο λόγος. Δηλαδή και να είχε υποεκτιμηθεί ο πολλαπλασιαστής, όπως θα δούμε πιο κάτω, ή και σε «κανονικούς καιρούς» όταν οι πολλαπλασιαστές δεν είναι τόσο υψηλοί, πάλι βραχυχρόνια ο λόγος Χρέος/ΑΕΠ θα αυξανόταν.[4]

Φθάνουμε λοιπόν αισίως ύστερα από αυτή τη περιήγηση στην έκθεση του ΔΝΤ του Οκτωβρίου 2012  και συγκεκριμένα, στο επίμαχο Πλαίσιο 1.1 (σ. 41) που ανέσυρε μια σχεδόν εν υπνώσει έννοια από τη δημόσια αφάνεια στη κοινή θέα των πολιτικο/οικονομικών αντιπαραθέσεων. Το κύριο εύρημα της ανάλυσης των τριών σελίδων του Πλαισίου 1.1 είναι ότι είχε υποεκτιμηθεί το μέγεθος των πολλαπλασιαστών 28 χωρών που άρρητα χρησιμοποιήθηκαν για την πρόβλεψη από διεθνείς οργανισμούς των βραχυχρόνιων (αρνητικών) συνεπειών των δημοσιονομικών περικοπών. Εκτιμάται ότι ενώ είχαν χρησιμοποιηθεί πολλαπλασιαστές της τάξης του 0,5, η πραγματική τιμή τους κυμαινόταν μεταξύ 0,9 και 1,7.  Αποτέλεσμα: οι αρνητικές επιπτώσεις της εφαρμοζόμενης λιτότητας είχαν υποεκτιμηθεί (συνειδητά και εγνωσμένα για να καταστεί η λιτότητα πιο εύπεπτη και αποδεκτή; προσθέτω εγώ και αναρωτιέμαι). Το άνοιγμα του ασκού του Αιόλου προκάλεσε  ακαριαίες αντιδράσεις.

Η Christine Lagarde στην κοινή ετήσια συνέλευση του ΔΝΤ και της Διεθνούς Τράπεζας στο Τόκυο (Οκτώβριος 2012) υποστήριξε τα ευρήματα της μελέτης του οργανισμού της αλλά ο Wolfgang Schäuble φέρεται να δήλωσε στο περιθώριο των συνεδριάσεων ότι η  Lagarde φαίνεται να αντιφάσκει με τη θέση του ίδιου του ΔΝΤ που είχε επανειλημμένα αποφανθεί ότι υψηλά επίπεδα χρέους απειλούν την οικονομική μεγέθυνση (Beams, 2012) και συμπλήρωσε: «Όταν υπάρχει κάποιος μεσοπρόθεσμος στόχος δεν οικοδομείται εμπιστοσύνη όταν ένας αρχίζει να προχωρά προς διαφορετική κατεύθυνση. Όταν θέλεις να ανέβεις ένα ψηλό βουνό και αρχίσεις να κατεβαίνεις τότε το βουνό θα γίνεται όλο και ψηλότερο» (Jones and Spiegel, 2012). H επιφανειακή διχογνωμία γεφυρώθηκε με μια κοινή παρουσία σε πάνελ του BBC όπου ο Schäuble όταν ρωτήθηκε αν η Ελλάδα πρέπει να ενεργεί σύμφωνα με τις συνταγές του ΔΝΤ ή της Γερμανίας απάντησε: «Δεν υπάρχει ποτέ διαφορά. Είναι αδύνατο. Πάντα συμφωνούμε» (Giles, 2012). Η δε Lagarde αρνήθηκε ότι η θέση του ΔΝΤ είχε αλλάξει. Επίσης αργότερα πρόσθεσε ότι οι όποιες διαφωνίες σχετικά με την ταχύτητα της δημοσιονομικής προσαρμογής «είναι περισσότερο θέμα αντίληψης παρά πραγματικότητας» (sic)(Bretton Woods Project, 2012).[5] Τέλος, αναφορικά με την ουσία της αναθεωρημένης θέσης του ΔΝΤ είχει παρατηρηθεί ότι αυτή δεν επρόκειτo να επιφέρει παρά οριακές διαφορές στα μνημονιακά προγράμματα στα οποία συμμετέχει ο οργανισμός: «…το ΔΝΤ θα δει ότι είναι πιο εύκολο να αλλάξει τη γνώμη του παρά τις πολιτικές του» (Beattie, 2012).

Μετά τις πρώτες αψιμαχίες και την ανταλλαγή αναγνωριστικών φίλιων πυρών, το βαρύ πυροβολικό της ΕΕ και της ΕΚΤ ανέλαβε δράση και εξακόντισε τα βλήματά του κατά των άκαιρων, ανορθόδοξων και καινοφανών απόψεων του ΔΝΤ. Πρώτα ήρθε ταχύτατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με το Πλαίσιο Ι.5 στις Φθινοπωρινές Προβλέψεις (European Commission, 2012) καταλήγοντας στα εξής συμπεράσματα: α. Αναγνωρίζει ότι οι πολλαπλασιαστές είναι πιθανόν υψηλότεροι στην παρούσα οικονομική συγκυρία, β. Απορρίπτει την ορθότητα της οικονομετρικής ανάλυσης του ΔΝΤ και γ. Υποστηρίζει ότι ο μέσος όρος του πολλαπλασιαστή στις χώρες της ευρωζώνης είναι μικρότερος από τη μονάδα. Όσο για την Ελλάδα, το μεγάλο σφάλμα πρόγνωσης του πολύ χαμηλότερου ΑΕΠ ως συνέπεια της μεγαλύτερης δημοσιονομικής προσαρμογής από όλες τις χώρες-μέλη δεν οφείλεται στην υποεκτίμηση του πολλαπλασιαστή αλλά αποδίδεται στην έλλειψη εμπιστοσύνης από τον ιδιωτικό τομέα. Αυτό γιατί, ισχυρίζεται η Επιτροπή, η δημοσιονομική «προσπάθεια» ερμηνεύτηκε ως ανεπαρκής. Με άλλα λόγια, μια ακόμα πιο σφιχτή δημοσιονομική προσαρμογή θα αποκαθιστούσε την εμπιστοσύνη των αγορών και η πτώση του ΑΕΠ θα ήταν περιορισμένη! Τέλος, η ΕΕ επανέρχεται το Δεκέμβριο του 2012 στην Έκθεση Αξιολόγησης του Ελληνικού προγράμματος (European Commission, December 2012, σ.12) και αποφεύγει να αποφανθεί για το μέγεθος του πολλαπλασιαστή αν πρώτα, όπως υποστηρίζει, δεν έχει γίνει η διάκριση της σχετικής συμβολής από τη δημοσιονομική διαταραχή, τη διαταραχή από την αβεβαιότητα και τη χρηματοπιστωτική διαταραχή, αποδίδοντας ταυτόχρονα κυρίαρχο ρόλο στον παράγοντα της αβεβαιότητας. Ωσάν η αβεβαιότητα να είναι κάτι το αυθύπαρκτο και να μην επηρεάζεται από τη λιτότητα που επιβάλλεται, μεταξύ των άλλων, και από την εφαρμοζόμενη δημοσιονομική πολιτική!

Σχεδόν μαζί ήρθε και ο σχολιασμός από  την  ΕΚΤ (ECB, 2012). Σύμφωνα με την ανάλυση του Πλαισίου 6 (σσ. 82-85), συνολικά για όλες τις χώρες της ευρωζώνης, μόνον οι δημόσιες δαπάνες για επενδύσεις έχουν βραχυχρόνιο πολλαπλασιαστή μεγαλύτερο της μονάδας και αυτό κάτω από το καθεστώς «ατελούς αξιοπιστίας» δηλ. όταν οι αγορές αρνούνται να πιστέψουν ότι οι κυβερνήσεις είναι απόλυτα αποφασισμένες και δεσμεύονται να εφαρμόσουν τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής που έχουν αναγγελθεί (και στις περισσότερες περιπτώσεις «παραγγελθεί και επιβληθεί» θα πρόσθετα). Όσο για τους μακροχρόνιους πολλαπλασιαστές, αυτοί μετατρέπονται πλέον σε θετικούς δηλ. ο περιορισμός των δημόσιων δαπανών επιδρά θετικά στο μέγεθος του ΑΕΠ με αποτέλεσμα να καλυφθούν και οι προηγούμενες βραχυχρόνιες απώλειες. Τα μηνύματα είναι εκκωφαντικά και σαφή: Φροντίστε να σας εμπιστεύονται οι αγορές με το να εφαρμόζετε απαρέγκλιτα όσα σας διατάσσουμε και μη σκεφθείτε να αποτολμήσετε κάτι διαφορετικό. Έτσι αίρεται η αβεβαιότητα, ενισχύεται η αξιοπιστία σας και περιορίζοντας το δημόσιο τομέα θα ανταμειφθείτε κάποτε μελλοντικά! Σ’ αυτό το σημείο θα επανέλθω προς το τέλος του άρθρου.

Το ΔΝΤ όμως φαίνεται ότι δεν το βάζει εύκολα κάτω! Αρχές Ιανουαρίου 2013 κυκλοφορεί μια νέα μελέτη (Blanchard and Leigh, 2013) του επικεφαλής οικονομολόγου του οργανισμού, Olivier Blanchard [ο οποίος όπως σχολιάζει ο Paul Krugman (2013) δεν είναι ένας ερευνητής της σειράς] και του συνεργάτη του David Leigh, συντακτών και του επίδικου Πλαισίου 1.1 του Οκτωβρίου 2012. Και εκεί που έμοιαζε ότι τα πράγματα θα ηρεμούσαν νέος κουρνιαχτός έχει ξεσηκωθεί και ασφαλώς δε θα κατακαθίσει ούτε πολύ σύντομα ούτε εύκολα μιας και, απ’ ό,τι φαντάζομαι, η ΕΕ και η ΕΚΤ πυρετωδώς θα προετοιμάζουν την επίσημη απάντησή τους, όπως είχαν κάνει πριν μερικούς μήνες εξάλλου, το φθινόπωρο του 2012. Tι μας προσφέρει λοιπόν η νέα αυτή μελέτη;

Οι συγγραφείς επισκέπτονται τα πρότερα αποτελέσματά τους, επανεξετάζουν την αξιοπιστία τους (εννοώ των αποτελεσμάτων και μέσω αυτών βέβαια και τη δική τους!), τα υποβάλλουν σε επιπλέον ελέγχους και επεκτείνουν την ανάλυσή τους απαντώντας έτσι και στις επικρίσεις και σχόλια που είχαν προκύψει από την προηγούμενή τους εργασία. Καταλήγουν στα εξής: α. Επιβεβαιώνουν την ορθότητα των εκτιμήσεών τους και επαναδιατυπώνουν την πεποίθησή τους ότι οι πολλαπλασιαστές 26 ευρωπαϊκών χωρών, για την περίοδο 2009-11, πρέπει να είχαν υποεκτιμηθεί, κατά μέσο όρο, περίπου μια μονάδα και ήσαν για τα πρώτα χρόνια της κρίσης σημαντικά υψηλότεροι της μονάδας β. Καταλογίζουν στο δικό τους οργανισμό αλλά και σε άλλους (π.χ. ΕΕ και ΕΚΤ) την υποεκτίμηση των αυξήσεων της ανεργίας και των μειώσεων της ιδιωτικής κατανάλωσης και επενδύσεων που σχετίζονται με τη δημοσιονομική προσαρμογή, γ. Εκτιμούν ότι οι μεγαλύτερες προγραμματισμένες δημοσιονομικές προσαρμογές τείνουν να έχουν μεγαλύτερες «απογοητεύσεις» (sic) στη μεγέθυνση, και δ. Αποκλείουν την πιθανότητα η μεγαλύτερη αρνητική επίπτωση που καταγράφηκε στο ΑΕΠ να μην οφείλεται στους υποεκτιμημένους πολλαπλασιαστές αλλά στο γεγονός ότι η δημοσιονομική προσαρμογή ήταν μεγαλύτερη από αυτή που είχε προγραμματιστεί.[6] Η μόνη, απ’όσο γνωρίζω ως σήμερα (Ιανουάριος 2013), αντίδραση από τη μεριά των υπολοίπων δύο πυλώνων (ΕΕ και ΕΚΤ) της οικονομικής ορθοδοξίας ήταν εκείνη του Olli Rehn που φέρεται να δήλωσε ότι «κάποιος δεν μπορεί να βγάλει από την έρευνα αυτή ισχυρά συμπεράσματα» και ότι η κριτική απέναντι στην πολιτική της λιτότητας δε λαμβάνει υπόψη τις θετικές συνέπειες στην εμπιστοσύνη των αγορών (www.euro2day.gr, 11/1/2013). Κάθε σχόλιο περιττεύει.

Πριν αποτιμηθεί η ουσία και η πραγματική έννοια των ευρημάτων των εκθέσεων και μελετών των οποίων τα κύρια σημεία παρουσιάστηκαν πιο πάνω, αξίζει μια σύντομη αναφορά στα σχετικά για την Ελλάδα, πέραν των όσων έχει ήδη γίνει μνεία.

Ο υφυπουργός Χρ. Σταϊκούρας στην ομιλία του σε συνέδριο οργανωμένο από την International Herald Tribune (15/10/2012) παρατήρησε ότι οι περικοπές των 49δις ευρώ στις οποίες είχαν προχωρήσει οι ελληνικές κυβερνήσεις από το 2010 δεν μπόρεσαν να πιάσουν το στόχο τους διότι κακώς χρησιμοποιήθηκε από την Τρόϊκα τιμή  πολλαπλασιαστή 0,5 ενώ στην πραγματικότητα αυτός ήταν περίπου μονάδα με αποτέλεσμα η χώρα να εισέλθει σε βαθειά ύφεση (Agence France-Presse, 15/10/2012). Με άλλα λόγια, για την ισοπέδωση της ελληνικής οικονομίας φταίει ένα απλό (αθώο και χωρίς υστεροβουλία;) λάθος και όχι η ταξική πολιτική που ακολουθήθηκε σε όλα τα τα επίπεδα. Ο φαρισαϊσμός και η στρεψοδικία στο απόγειό τους και βέβαια αποσιωπάται έντεχνα το εύλογο ερώτημα: θα είχαν αποφασιστεί μικρότερες περικοπές αν είχε εφαρμοστεί στους υπολογισμούς η «σωστή» τιμή του πολλαπλασιαστή; Η απάντηση προκύπτει αβίαστα και εύγλωττα με τη βοήθεια του αποσπάσματος που ακολουθεί: «Ο υπουργός Οικονομικών Ι. Στουρνάρας ζήτησε από το ΔΝΤ τεχνική υποστήριξη στο θέμα των πολλαπλασιαστών προκειμένου να εμπλουτιστεί το τεχνικό υπόδειγμα που χρησιμοποιούν οι υπηρεσίες του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για το βασικό μακροοικονομικό σενάριο της διετίας 2013-2014. Οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονομικών χρησιμοποιώντας δημοσιονομικό πολλαπλασιαστή 0,5 υπολόγιζαν την ύφεση για το 2013 στο 3,8% του ΑΕΠ, πλέον με τη χρήση συντελεστή 1,7 η ύφεση για το επόμενο έτος ξεπερνά το 5%» («Η τρόικα βάδιζε στα τυφλά», www.tanea.gr, 15/10/2012). Αναλογίζομαι βέβαια πόσο θα μειώθηκαν οι περικοπές λόγω της χρήσης του νέου υψηλότερου πολλαπλασιαστή! Επίσης, αν η ΕΕ και/ή η ΕΚΤ επανέλθουν και ισχυριστούν πάλι ότι οι υπολογισμοί του ΔΝΤ δεν είναι ακριβείς και ότι το κυρίαρχο είναι η αξιοπιστία, η εμπιστοσύνη και τα άλλα συναφή φληναφήματα τότε με ποιούς θα συνταχθεί το Υπουργείο; Με τους «οιονεί φιλελεύθερους αμερικανούς» ή τους «αμετανόητους σκληροπυρηνικούς ευρωπαίους»;  Ή θα εφαρμόσει έναν άλλο πολλαπλασιαστή, μια τιμή κάπου στη μέση, για την πρόβλεψη του ΑΕΠ του 2013 μην αφήνοντας έτσι κανέναν ανικανοποίητο;

Οι Holland and Portes (2012) εκτιμούν τιμές πολλαπλασιαστών για 12 ευρωπαϊκές χώρες και τις ΗΠΑ και για «κανονικές περιόδους» δηλ. όταν η λειτουργία της οικονομίας δεν απέχει από ένα σημείο ισορροπίας. Ο βραχυχρόνιος πολλαπλασιαστής της Ελλάδας για τις δημόσιες καταναλωτικές δαπάνες υπολογίζεται σε 1,35 (ο υψηλότερος και ο μόνος με τιμή πάνω από τη μονάδα από όλες τις υπόλοιπες 12 χώρες) και 0,53 για τα έσοδα του φόρου εισοδήματος (πάλι ο υψηλότερος όλων).[7] Επίσης, οι συγγραφείς εκτιμούν ότι οι πολλαπλασιαστές θα είναι ακόμα μεγαλύτεροι αν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες εφαρμόσουν παράλληλα περιοριστικές δημοσιονομικές πολιτικές.[8] Ακόμη, επισημαίνω δυο άλλες πρόσφατες εκτιμήσεις της τιμής του πολλαπλασιαστή για την Ελλάδα. Εκείνη της  Natixis  (2012) που υπολογίζει ότι η τιμή είναι 3,6 για την περίοδο 2011-13 ενώ έχει αναφερθεί ότι η Société Générale  επιχειρηματολογεί ότι η τιμή υπερβαίνει το 2 «πράγμα που σημαίνει ότι μείωση του ελλείμματος σ’αυτό το χρονικό σημείο είναι  αυτοκαταστροφική» (Kohler, 2012).[9] Τέλος, έρχομαι στην τελευταία έκθεση του ΔΝΤ (με ημερομηνία 21/12/2012 αλλά που δημοσιοποιήθηκε την Παρασκευή 18/1/2013) για την Ελλάδα καθώς και στη συνέντευξη (IMF Survey online, 2013) του γνωστού εκπροσώπου του ΔΝΤ στην Τρόικα Poul Thomsen. Στη σ. 13 της Έκθεσης (IMF, 2013) ομολογείται ότι η μείωση του ΑΕΠ το 2013 θα είναι 4,25% ενώ προηγουμένως προβλεπόταν στασιμότητα και ότι οι πολλαπλασιαστές έχουν αυξηθεί και εκτιμούνται πλέον γύρω στη μονάδα αλλά αυτό δε θα πρέπει να αποδίδεται ολοκληρωτικά στη δημοσιονομική συρρίκνωση αλλά και στην πολιτική κρίση, το φόβο για έξοδο από το ευρώ και τα οποία είχαν αρνητικά επηρεάσει  την εμπιστοσύνη. Όμως στη σ. 40 επισημαίνεται το εξής και το οποίο εκλαμβάνω ως αντίφαση με το προηγούμενο σημείο: «Το πρόγραμμα τώρα υιοθετεί μια πιο συντηρητική άποψη για τους δημοσιονομικούς πολλαπλασιαστές αλλά και που μπορούν να πάρουν υψηλότερες τιμές απ’αυτές που  προβλέπονται τώρα, ιδίως αν το εξωτερικό περιβάλλον είναι αδύναμο κτλ». Όσον αφορά τη συνέντευξη του Poul Thomsen, αυτός αποδίδει την υποεκτίμηση των πολλαπλασιαστών που είχαν ληφεί υπόψη στο πρόγραμμα του Μαίου 2010 στους εξής παράγοντες: στην πολιτική κρίση που διέβρωνε την εμπιστοσύνη και που συνέβαλε στην πιο σφιχτή πολιτική δανεισμού και στην αργοπορία επίτευξης των στόχων σχετικά με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Με άλλα λόγια, υπονοείται ότι αν αυτοί οι παράγοντες απουσίαζαν τότε η δημοσιονομική περιοριστική πολιτική δε θα επέφερε τόσο μεγάλη μείωση στο ΑΕΠ. Δεν μας λέει όμως τους λόγους για τους οποίους αυτοί οι παράγοντες είχαν παντελώς παραβλεφθεί και δε θεωρήθηκε απαραίτητο να ληφθούν καν υπόψη ως πιθανό ενδεχόμενο. Άγνοια, πνευματική ραστώνη, διανοητική νωθρότητα ή σκοπιμότητα; Και ούτε βέβαια φαίνεται να συγκινείται από τις συστηματικές αστοχίες των προγραμμάτων του οργανισμού του, όπως αυτές είχαν καταγραφεί από το ίδιο του ΔΝΤ και περιληπτικά αναφέρθηκαν πιο πάνω. Καταλήγοντας, δηλώνει ότι τώρα το πλαίσιο του νέου προγράμματος ενσωματώνει υψηλότερους πολλαπλασιαστές που πιστεύεται ότι, αν δεν αλλάξουν πάλι οι υποθέσεις, οι προβλέψεις αυτή τη φορά θα επαληθευτούν.

Μετά από αυτή την περιπετειώδη περιπλάνηση στους χώρους της οικονομίας και της πολιτικής, ελληνικής και ξένης, με αφορμή την πρόσφατη ανάδυση από τα ερεβώδη βάθη της «οικονομικής επιστήμης» ενός και μοναδικού όρου, του «πολλαπλασιαστή», έρχεται πλέον η νηφάλια στιγμή της περίσκεψης και της απόπειρας μιας ερμηνείας, σχολιασμού και αξιολόγησης όσων προηγήθηκαν.

 

 

ΙΙ

«Γνωρίζουμε τι παθαίνει ο κόσμος που στέκεται στη μέση του δρόμου. Τον πατάει το αυτοκίνητο» Aneurin Bevan, TheObserver, 6/12/1953.

Όπως συνηθίζουν να λεν οι αγγλοσάξωνες, σε ελεύθερη μετάφραση, «οι ένορκοι (κριτές) ακόμα συνεδριάζουν». Είναι μάλλον λοιπόν κάπως πρώιμο, ιδιαίτερα επειδή η τελευταία μελέτη των Blanchard and Leigh (Ιανουάριος 2013) δεν έχει επίσημα ακόμα σχολιασθεί όπως επισημάνθηκε πιο πάνω, να καταλήξει κάποιος σ’ένα αδιάσειστο και τελεσιδίκο συμπέρασμα για το επίδικο ζήτημα, αν βέβαια ποτέ κάτι τέτοιο θα ήταν δυνατό. Όμως, όπως διαβάζω και εισπράττω τις αναλύσεις και τη συζήτηση των τελευταίων μηνών πράγματι οι τιμές των πολλαπλασιαστών που είχαν πρόσφατα χρησιμοποιηθεί ήσαν σημαντικά υποεκτιμημένοι με αποτέλεσμα οι μειώσεις του ΑΕΠ  που προέκυψαν από τη βάρβαρη κι’ απάνθρωπη λιτότητα της πρόσφατης περιόδου να υπερβαίνουν κατά πολύ τις αντίστοιχες  προβλέψεις των διεθνών οργανισμών.

Το ΔΝΤ, οργανισμός με περίπου 1100 οικονομολόγους (και με τους περισσότερους με διδακτορικά διπλώματα) και με έναν προϋπολογισμό για το προσωπικό της τάξης των 800εκ.$ (Pettifor, 2013), τελικά και ύστερα από πολύ καιρό, ανατρέπει το σκηνικό που είχε στηθεί αναγνωρίζοντας ως ανακριβείς τις προηγούμενες εκτιμήσεις του και αμφισβητώντας τις μετρήσεις των αδελφών οργανισμών. Λέω «τελικά και ύστερα από πολύ καιρό» ανατρέχοντας στα εξής αποσπάσματα που προέρχονται από το Γραφείο της Ανεξάρτητης Αξιολόγησης του ίδιου του ΔΝΤ (IMF, 2003) που εξέτασε τη δημοσιονομική προσαρμογή σε 133 προγράμματα με την καθοδήγησή του σε 70 χώρες: «…αντίθετα  με την γενικευμένη αντίληψη ότι τα προγράμματα που υποστηρίζονται από το ΔΝΤ επιβάλλουν  τη λιτότητα, [η Έκθεση του Γραφείου] ανακαλύπτει πολλές περιπτώσεις όπου είχε προβλεφθεί ότι τα δημοσιονομικά ελλείμματα στην πραγματικότητα  θα διευρύνονταν ως ποσοστό του ΑΕΠ. Επίσης, η Έκθεση δεν βρίσκει καμια απόδειξη ότι υπήρξε μια γενική μεροληψία υπέρ των οικονομικών συρρικνώσεων που θα οδηγούσαν σε  μείωση του ρυθμού της μεγέθυνσης σε σύγκριση με το μέσο όρο της περιόδου πριν από την κρίση» (σ. vii). Αλλά όμως προσθέτει: «Υπάρχει μια τάση να υιοθετούνται δημοσιονομικοι στόχοι που βασίζονται σε υπεραισιόδοξες παραδοχές για το ρυθμό της οικονομικής ανάκαμψης που οδηγούν αναπόδραστα σε δημοσιονομική υπο-απόδοση και συχνές αναθεωρήσεις των στόχων. Η αισιοδοξία για σύντομη ανάκαμψη είναι με τη σειρά της αποτέλεσμα υπεραισιόδοξων υποθέσεων για την επανεκκίνηση των ιδιωτικών επενδύσεων ενώ μια περισσότερο ρεαλιστική εκτίμηση σε μερικές περιπτώσεις θα δικαιολογούσε την υιοθέτηση μιας πιο χαλαρής δημοσιονομικής πολιτικής (fiscal stance) για αντικυκλικούς λόγους» (σ. vii). Συνεχίζει πιο κάτω: «Η αισιοδοξία που αφορούσε την ανάκαμψη του ρυθμού της μεγέθυνσης ήταν ιδιαίτερα σημαντική στα προγράμματα που άρχιζαν από μια δυσμενή κατάσταση. Όταν ο ρυθμός ήταν αρνητικός στον πρώτο χρόνο του προγράμματος, οι προβλέψεις  ανάπτυξης για το δεύτερο χρόνο ήταν διπλάσιες από αυτές που καταγράφηκαν τελικά. Επιπλέον τα προγράμματα ήταν σε γενικές γραμμές απρόθυμα να προβάλλουν μελλοντικές επιβραδύνσεις στους ρυθμούς μεγέθυνσης και πολύ σπάνια πρόβλεπαν αρνητικό ρυθμό. Παραδείγματος χάρη, οι πραγματικές επιβραδύνσεις ανάμεσα στον πρώτο και δεύτερο χρόνο του προγράμματος ήσαν διπλάσιες σε αριθμό από αυτές που είχαν προβλεφτεί. Αρνητικός ρυθμός για το δεύτερο χρόνο του προγράμματος είχε προβλεφτεί μόνον σε 1,3% των περιπτώσεων ενώ στην πραγματικότητα αυτό συνέβη 10 φορές πιο συχνά» (σ. 6).

Αυτά πριν δέκα χρόνια. Το 2009 το ΔΝΤ δημοσιεύει ένα Position Note (Spilimbergo et al., 2003) όπου παρατηρείται ότι «το μέγεθος του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή είναι ιδιαίτερο για κάθε χώρα, περίοδο και κατάσταση.» Αναφέρεται στην ύπαρξη σχετικά μικρών πολλαπλασιαστών, παραδέχεται ότι αυτοί μπορεί να πάσχουν από αρνητική μεροληψία και προσθέτει: «οι δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές έχουν εκτιμηθεί για μερικές χώρες αλλά πρέπει να επανεξεταστούν προσεχτικά στο φως των σύγχρονων γεγονότων» (σ. 3). Όμως παράλληλα δεν συστήνεται η χρήση των παλιών υποδειγμάτων (μοντέλων) με τα νέα στοιχεία αλλά ούτε όμως προτείνεται η παραγωγή νέων. Απλά, συμβουλεύουν οι συγγραφείς, καλό είναι να στηριζόμαστε στις παλιές εκτιμήσεις οι οποίες, όπως διατείνονται, προσφέρουν προσανατολισμό αλλά ταυτόχρονα απαιτείται και ευθυκρισία βασισμένη στις παρούσες συνθήκες.

ΙΙΙ

«Η πρόοδος ορίζεται ως ένας απλός πολλαπλασιασμός του παρόντος»                                                                       Massimo De Angelis (2000a, σ. 99)

Με όλα τα αμέσως πιο πάνω και με όλη την υπόλοιπη αφήγηση που προηγήθηκε διακρίνεται ένας τεράστιο χάσμα ανάμεσα στις διαπιστώσεις και παροτρύνσεις και στις πιο πρόσφατες πρακτικές εφαρμογές και επεξεργασίες των μνημονιακών ή μη σχεδιασμών. Όμως αυτή η κραυγαλέα αντίφαση και ανακολουθία δεν έχει τόσο βαρύνουσα σημασία όσο έχει η συγκαλυμμένη ιδεολογία από την οποία εμφορείται το ΔΝΤ και η οποία υποκρύπτεται, λιγότερο ή περισσότερο έντεχνα, στη διεκπεραίωση των προγραμμάτων του.

Tα δυο επίμαχα κείμενα του ΔΝΤ στα οποία, όπως είδαμε, εκτιμάται ότι οι πολλαπλασιαστές είχαν υποεκτιμηθεί με συγκεκριμένο αντίκτυπο στις προβλέψεις για την πορεία των οικονομιών, πυροδότησαν την άποψη, σε μερικούς κύκλους, ότι το ΔΝΤ με αυτόν τον τρόπο διαχωρίζει τη θέση του από τους άλλους διεθνείς οργανισμούς ως προς το θέμα της λιτότητας. Τείνει  λοιπόν να παρουσιάζεται το ΔΝΤ ως μια φωνή με «ανθρώπινο» πρόσωπο, διαλλακτική και μετριοπαθής. Τίποτε το αναληθέστερο ή πράγματι ισχύει κάτι τέτοιο; Στη μελέτη των Blanchard and Leigh (2013) αναφέρεται: «Μερικοί σχολιαστές ερμήνευσαν ότι το προηγούμενο Πλαίσιο [του Οκτωβρίου 2012] υπαινίσσεται την πλήρη αποφυγή της δημοσιονομικής προσαρμογής. Αυτό δεν προκύπτει από την ανάλυσή μας» (σ. 6) και πιο κάτω «…τα αποτελέσματά μας δεν υπονοούν ότι η δημοσιονομική προσαρμογή είναι ανεπιθύμητη. Ουσιαστικά όλες οι αναπτυγμένες οικονομίες αντιμετωπίζουν την πρόκληση της δημοσιονομικής ρύθμισης σε απάντηση των υψηλών επιπέδων χρέους και τη μελλοντική πίεση που θα ασκηθεί από τις δημογραφικές αλλαγές στα δημόσια οικονομικά. Οι βραχυχρόνιες επιπτώσεις της δημοσιονομικής πολιτικής στην οικονομική δραστηριότητα είναι μόνον ένας από τους πολλούς παράγοντες που πρέπει να μελετηθούν για να προσδιοριστεί ο απαραίτητος ρυθμός της δημοσιονομικής προσαρμογής για κάθε χώρα» (σ. 20).[10] Με άλλα λόγια, το ΔΝΤ ή έστω ο επικεφαλής οικονομολόγος του με τον συνεργάτη του δεν υποστηρίζουν ότι η πολιτική της λιτότητας πρέπει να αποφευχθεί γιατί είναι σκληρή και άδικη επειδή πλήττει περισσότερο την εργατική τάξη και τα κατώτερα λαϊκά στρώματα. Απλά υπονοεί ότι πιθανόν μια πιο σταδιακή λιτότητα να μπορούσε να πετύχει τους στόχους της πιο ανώδυνα, χωρίς πολιτικές εντάσεις, κραδασμούς και ρίσκο. Επίσης, όπως παρατηρεί σχετικά με την «ορθή και ενδεδειγμένη» διαχείριση της λιτότητας και ένας άλλος πυλώνας της οικονομικής ορθοδοξίας, ο ΟΟΣΑ (Hagemann, 2012, σ. 53): «Ένα μάθημα-κλειδί που προκύπτει από τις εμπειρίες των μεταρρυθμίσεων στις χώρες του ΟΟΣΑ είναι ότι η επιτυχία εξαρτάται από την επίτευξη συναίνεσης παρά από την εξασφάλιση συμμόρφωσης. Για να πραγματοποιηθεί αυτό η κυβερνητική συνοχή για την υποστήριξη των μεταρρυθμίσεων είναι κρίσιμος παράγοντας ώστε να  υπάρξει εγγύηση ότι ένα συνεπές μήνυμα θα μεταδίδεται σχετικά με τη βάση και τα κέρδη που θα επιτευχθούν απο το πακέτο των μεταρρυθμίσεων. Αντίθετα, ανάμικτα μηνύματα επιτρέπουν σε όσους αντιτίθενται στις μεταρρυθμίσεις να εκμεταλλεύονται εμφανείς ρωγμές. Επιπλέον, εμπλέκοντας στη συζήτηση για τις μεταρρυθμίσεις τούς εν δυνάμει ζημιωμένους βοηθάει στο να δημιουργηθεί μια αίσθηση πίστης σε αυτούς που εναντιώνονται ότι θα καταβληθούν προσπάθειες για να δοθούν αποζημιώσεις-παρόλο που αυτές θα είναι μόνο μερικές-χωρίς να υπάρχουν αντιρρήσεις για τους συνολικούς στόχους των δημοσιονομικών μεταρρυθμίσεων». Οδηγίες από το εγχειρίδιο του εκπαιδευτή!

Οδεύοντας προς το κλείσιμο του άρθρου, αποτολμώ να διατυπώσω την άποψη ότι η υποεκτίμηση των πολλαπλασιαστών δεν οφείλεται μόνον σε όλα όσα καταλογίστηκαν πιο πάνω αλλά και στην ενδόμυχη πίστη και ελπίδα των ακραίων νεοφιλελεύθερων οικονομολόγων ότι η συρρίκνωση του δημόσιου τομέα με την περικοπή των δημόσιων δαπανών και με την ανελέητη κατασυκοφάντηση και απαξίωση του δημόσιου τομέα δε θα βλάψει την ιδιωτική οικονομία αφού ταυτόχρονα θα πάψει η υποτιθέμενη εκτόπιση των ιδιωτικών επενδύσεων και έτσι ο ιδιωτικός τομέας θα έχει τελικά αλώσει όλα τα εναπομένοντα κερδοφόρα οχυρά του δημόσιου χώρου. Από την άλλη μεριά βέβαια, ένας μικρός πολλαπλασιαστής στην περίπτωση μιας επέκτασης των δημόσιων δαπανών μπορεί να ερμηνευθεί από τους ίδιους οικονομολόγους ότι αποδεικνύει την ανικανότητα του δημόσιου τομέα να επιφέρει θεαματικά αποτελέσματα στην οικονομική μεγέθυνση. Και η ανικανότητα προδικάζει και δρομολογεί  τη συρρίκνωσή του (Κοίτα και Burke, 2012).

Καταλήγω με τις εξής παρατηρήσεις παίρνοντας ως αφορμή τις σκέψεις του Massimo De Angelis από το ιδιαίτερα ενδιαφέρον άρθρο “Social Relations and the Keynesian Multiplier” (2000a) και από το σχετικό βιβλίο (2000b) όπου και σημειώνεται: «…ο Κεϋνσιανισμός αποδίδεται με όρους μιας επεκτατικής στρατηγικής μεγέθυνσης, ενσωματωμένος σε ένα κοινωνικό και θεσμικό πλαίσιο που επιτρέπει στα διάφορα κοινωνικά συμφέροντα να βρίσκονται σε μια δυναμική ισορροπία μέσα σ’ένα σύστημα καπιταλιστικής συσσώρευσης. Σε πολιτικούς όρους, η διατήρηση αυτής της δυναμικής ισορροπίας σημαίνει ότι είναι ικανό να ελέγχει, στο κοινωνικό επίπεδο, τις θεμελιώδεις παραμέτρους της καπιταλιστικής συσσώρευσης. Ο Κεϋνσιανισμός δεν ήταν ποτέ μόνον μια οικονομική θεωρία, ήταν επίσης μια μορφή κοινωνικής πρακτικής. Απαιτούσε θεσμούς που επέτρεπαν στη θεωρία να λειτουργήσει, και προϋπέθετε μια συγκεκριμένη απεικόνιση των σχέσεων εξουσίας και δύναμης ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις. Αυτή η τετριμμένη παρατήρηση αποκτά οξύτητα (sharpness) αν προσθέσουμε το πιο ουσιαστικό επιχείρημα ότι αυτή η κοινωνική πρακτική δεν υπήρξε ποτέ ‘ταξικά ουδέτερη’ αλλά είχε την αποστολή της επίταξης, ή αυτό που θα αποκαλέσω ‘επανάκτηση’, του διάχυτου κοινωνικού ανταγωνισμού από τα κάτω και τη μετατροπή του σε μια μηχανή μεγέθυνσης και καπιταλιστικής συσσώρευσης» (σσ. 2, 3).[11] Με άλλα λόγια, τελικά η τιμή του πολλαπλασιαστή μπορεί να μην έχει και την απόλυτα κυρίαρχη σημασία που της αποδίδεται όταν η δυναμική ισορροπία σε μια χώρα φαίνεται να είναι στα πρόθυρα της διάρρηξης και η άρχουσα τάξη, την ίδια στιγμή, άοκνα πασχίζει την εξασφάλιση του ελέγχου, και στο κοινωνικό επίπεδο, των βασικών παραμέτρων της ομαλής καπιταλιστικής συσσώρευσης, πρωτεύουσας προϋπόθεσης της χρονικής επιμήκυνσης του υφιστάμενου κοινωνικού σχηματισμού.

 

Ιανουάριος 2013

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Batini, Nicoletta et al., Successful Austerity in the United States, Europe and Japan, IMF Working Paper/12/190, July 2012.

Baum, Anja et al., Fiscal Multipliers and the State of the Economy, IMF Working Paper/12/286, December 2012.

Beams, Nick, “Friction at IMF meeting as global economic outlook worsens”, World Socialist Web Site, http://www.wsws.org/en/articles/2012/10/imfj-o15.html, 15/10/2012.

Beattie, Alan, “Troika a barrier to IMF new fiscal faith”, Financial Times, 12/10/2012.

Blanchard, Olivier and  Daniel Leigh, Growth Forecast Errors and Fiscal Multipliers, IMF Working Paper/13/1, January 2013.

Boussard, Jocelyn et al., Fiscal Multipliers and Public Debt Dynamics in Consolidations, European Economy, Economic Papers 460, European Commission, July 2012.

Bretton Woods Project, “IMF’s World Economic Outlook admission of flaws creates controversy”, http://www.brettonwoodsproject.org/art-571394, 16/10/2012.

Burke, Michael, “The importance of the debate on the IMF’s ‘multipliers’”, Socialist Economic Bulletin, http://socialisteconomicbulletin.blogspot.gr/2012/10/the-importance-of-debate-on-imfs.html, 23/10/2012.

Cary Brown, E., “Fiscal policy in the ‘Thirties: a reappraisal”, American Economic Review, Vol. 46, No. 5, December 1956.

Coenen, Günter et al., Effects of Fiscal Stimulus in Structural Models, IMF Working Paper/10/73, January 2010.

De Angelis, Massimo, “Social relations and the Keynesian multiplier”, Review of Radical Political Economics, Vol. 32, No. 1, March 2000a.

________, Keynesianism, Social Conflict and Political Economy, St. Martin’s Press, New York, 2000b.

ECB, Monthly Bulletin, December 2012.

European Commission, The Second Economic Adjustment Programme for Greece-First Review, December 2012.

________, European Economic Forecast-Autumn 2012, 2012.

________, Public Finances in EMU-2012, July 2012.

Giles, Chris, “Robustness of IMF data scrutinised”, Financial Times, 13/10/2012.

Godoy, Julio, “IMF pleads guilty but insists on austerity”, http://www.indepthnews.info/index.php/global-issues/1377-imf-pleads-guilty-but-insists-on-austerity, 11/1/2013.

Hagemann, Robert P., What Are the Best Policy Instruments for Fiscal Consolidation?, OECD-Economics Department Working Paper No. 937, January 2012.

Hall, David, “Austerity, economic growth, and multipliers”, www.psiru.org, October 2012.

Holland, Dawn and Jonathan Portes, “Self-defeating austerity?”, National Institute Economic Review, No. 222, October 2012.

IMF, Greece, IMF Country Report No. 13/20, January 2013.

_________, World Economic Outlook, October 2012.

_________, World Economic Outlook, October 2010.

IMF Survey online, “Interview on Greece-IMF support for Greece moves ahead with 3.24 billion Euros disbursement”, http://www.imf.org/external/pubs/ft/survey/so/2013/int011813a.htm, 18/1/2013.

Jones, Claire and Peter Spiegel, “Schaüble and Lagarde clash over austerity”, Financial Times, 12/10/2012.

Kohler, Alan “The IMFs world-changing U-turn”, www.businessspectator.com.au,

15/10/2012.

 

Krugman, Paul, “The big fail”, The New York Times, 6/1/2013.

 

Natixis, “Why is the fiscal multiplier apparently very high in the euro zone?”, Flash Economics,  No. 787, http://cib.natixis.com/flushdoc.aspx?id=67106, 22/11/2012.

Pettifor, Ann, “If the god Janus were an economist, he would work for the IMF”, http://www.primeeconomics.org/?p=1470, 6/1/2013.

Spilimbergo, Antonio et al., Fiscal Multipliers, IMF Staff Position Note 09/11, May 2009.

Sutherland, Douglas et al., How Much Is Needed and How to Reduce Debt to a Prudent Level?, OECD-Economics Department Working Paper No. 932, January 2012.

 

Κουτεντάκης, Φραγκίσκος, «Λανθασμένες προβλέψεις και δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές», Η Αυγή, 12/1/2013.

 

Malevich

EΠΙΜΕΤΡΟ

Επανέρχομαι. Το ζήτημα του «πολλαπλασιαστή» δε λέει να κοπάσει. Μετά την πρώτη ανάρτηση του παρόντος άρθρου στο www.leftlab.gr (29/1/2013) ακολούθησε συνέντευξη (31/1/2013) του Gerry Rice, διευθυντή Εξωτερικών Σχέσεων του ΔΝΤ. Η τελευταία αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον και πολλοί, μεταξύ των οποίων και η ΔΗΜΑΡ, επαναφέρουν στην επικαιρότητα το (ακούσιο; συγγνωστό;) λάθος στον «πολλαπλασιαστή» σε μια απεγνωσμένη προσπάθεια να επιρρίψουν αποκλειστικά την ευθύνη και να στοχοποιήσουν το ΔΝΤ αποσείοντας έτσι την ευθύνη από τους εγχώριους συνενόχους. Όπως αναφέρθηκε και στο κυρίως άρθρο αυτό ήταν και επιδίωξη του υφυπουργού Χρ. Σταϊκούρα (20/10/2012).

Αποκαλύπτεται όμως το εξής από την ανάγνωση του κειμένου που συνέταξε στ’αγγλικά το Υπουργείο Οικονομίας και είδε το φως της δημοσιότητας τον Ιούλιο του 2011, δηλ. περίπου δεκαπέντε μήνες νωρίτερα από τότε που το ΔΝΤ άρχισε να ομολογεί το «λάθος» του[12]: “Fiscal multipliers have been estimated by the Ministry of Finance as well as in the international literature.[13] The fiscal multiplier (effect on GDP of a 1 percentage point change in the fiscal deficit) is estimated to be between 2.5 and 3.0 (higher in comparison with other countries),…” [Μεταφράζω: «Δημοσιονομικοί πολλαπλασιαστές έχουν εκτιμηθεί από το Υπουργείο Οικονομικών όπως και επίσης στη διεθνή βιβλιογραφία. Ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής (αποτέλεσμα στο ΑΕΠ της μεταβολής μιας ποσοστιαίας μονάδας στο δημόσιο έλλειμμα) εκτιμάται ότι είναι μεταξύ 2,5 και 3,0 (υψηλότερα σε σύγκριση με άλλες χώρες),…]. Με άλλα λόγια, το ίδιο το  ελληνικό υπουργείο αναγνώριζε και συνέπιπτε στις εκτιμήσεις του με τις άλλες υψηλές μετρήσεις της τιμής του πολλαπλασιαστή τουλάχιστον από το 2011.[14]

Για ποιο λάθος λοιπόν γίνεται λόγος, σε ποια άγνοια αναφερόμαστε και ποια ευθύνη γίνεται προσπάθεια να μετατοπιστεί όταν ήταν έγκαιρα γνωστή η τιμή του πολλαπλασιαστή και επομένως ήταν προβλεπόμενα τα βίαια και βαθύτατα αρνητικά αποτελέσματα των δημοσιονομικών μεταβολών;[15]

Μερικές πτυχές των μνημονιακών οικονομικών αποφάσεων και χειρισμών έχουν προκαλέσει το ενδιαφέρον της ελληνικής δικαιοσύνης. Δεν είμαι αρμόδιος να κρίνω αν και και κατά πόσο κάτι ανάλογο θα πρέπει να ισχύσει και για την περίπτωση του επονομαζόμενου «λάθους στον πολλαπλασιαστή». Σίγουρα όμως η διαστρέβλωση των δεδομένων, η επιτήδεια απόκρυψη των συνεπειών και η συσκότιση της πραγματικότητας, με απόλυτη επιδίωξη την υιοθέτηση και υλοποίηση ενός ανελέητου ταξικού οικονομικού προγράμματος, χαρακτηρίζουν ανεξίτηλα τους υπεύθυνους εκείνης και της σημερινής εποχής.

Βασίλης Δρουκόπουλος                                                                    Φεβρουάριος 2013

 

 

 


[1] Το ενδιαφέρον βέβαια πρωταρχικά θα έπρεπε να επικεντρώνεται στις μεταβολές που προκαλούνται από τα διακριτικά μέτρα παρέμβασης (discretionary policies) κι’όχι από τα αυτόματα (automatic policies) που δεν οφείλονται σε αλλαγές της δημοσιονομικής πολιτικής.

[2] Από τις γνωστές συναφείς μελέτες κλασική πλέον θεωρείται εκείνη του Ε. Cary Brown (1956) που αναφέρεται στη Μεγάλη Κρίση της δεκαετίας του ’30 στις ΗΠΑ.

[3] Αντίστοιχα επιχειρήματα εμφανίζονται στο Sutherland (2012, σ. 35) και στο Baum et al. (2012, σ. 18).

[4] Μια κριτική τοποθέτηση της μελέτης της ΕΕ παρουσιάζεται στο Hall (2012).

 

[5] «Η ΕΕ ήδη έδειξε κάποια ελαστικότητα παραχωρώντας στην Ισπανία και Πορτογαλία έναν επιπλέον χρόνο για να πετύχουν τους στόχους μείωσης του ελλείμματος. Και τώρα που της απονεμήθηκε το Νόμπελ Ειρήνης μπορεί απότομα να καταληφθεί από λεπτότερα συναισθήματα και να αρχίσει να μοιράζει ακόμα περισσότερη φιλανθρωπία» παρατηρεί ειρωνικά ο Alan Kohler (“The IMFs world-changing U-turn”, http://www.businessspectator.com.au, 15/10/2012).

[6] Αυτό παραπέμπει στην απάντηση του Olli Rehn προς τον ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Χουντή ότι για το 2012 «το ύψος των καταβολών μισθών και συντάξεων ήταν χαμηλότερο από εκείνο το οποίο είχε προβλεφθεί στον προϋπολογισμό…» (www.newsit.gr, 3/1/2013).

[7] Όπως σωστά παρατηρείται, ο συνολικός πολλαπλασιαστής θα πρέπει να εκτιμηθεί σταθμικά δηλ. ανάλογα με την τιμή του πολλαπλασιαστή και τη βαρύτητα του κάθε δημοσιονομικού εργαλείου (European Commission, July 2012,  σ. 136).

[8] Κοίτα επίσης Antonio Fatas and Ilian Mihov, “Coordinated fiscal contraction”,

http://fatasmihov.blogspot.gr, 10/10/2012 και “The IMF multipliers: some maths, and Labour’s chance to get it right”, http://thoughcowardsflinch.com, 10/10/2012.

[9]Κατά τη διάρκεια της σύνταξης αυτών των σελίδων δημοσιεύτηκε στην Αυγή (12/1/2013) άρθρο του Φραγκίσκου Κουτεντάκη όπου παρουσιάζεται η τιμή 1,7 ως ένας «μπακάλικος» (κατά δήλωση του συγγραφέα) υπολογισμός του ελληνικού δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή από το 2009 ως το 2012.

[10] Είναι σίγουρο ότι, όπως παρατηρεί ο Julio Godoy (2013), οι μακροχρόνια άνεργοι νέοι στην Ελλάδα, Ισπανία και Πορτογαλία θα εκτιμήσουν ιδιαίτερα την άποψη των ερευνητών του ΔΝΤ ότι οι βραχυχρόνιες συνέπειες δεν είναι το άπαν!

[11] Στα γραπτά τού De Angelis αναπτύσεται και η πρωτότυπη έννοια του κοινωνικού πολλαπλασιαστή που βασίζεται στη διαφορά μεταξύ παραγωγικότητας και κοινωνικού μισθού δηλ. του κέρδους ανά χρονική περίοδο και του οποίου το μέγεθος ρυθμίζει την τελική μεταβολή των ωρών εργασίας, της απασχόλησης και του προϊόντος.

[12] Hellenic Republic, Update of the Hellenic Stability and Growth Programme 2011-2014, Ministry of Finance,  Athens, July 2011.

[13] Patrick Artus, “The arithmetic of fiscal deficit reduction, and the conditions for success of fiscal adjustment plans”, Economic Research, NATIXIS, No. 236, May 2010. Δηλαδή, το Υπουργείο αναφέρεται σε μια πηγή που από το Μάιο του 2010 (23/4/2010 η ανακοίνωση προσφυγής στο ΔΝΤ από το Καστελόριζο), είχε υπολογίσει ως  2,57 την τιμή του πολλαπλασιαστή!

[14] Ενώ, όπως έχει αναφερθεί πιο πάνω, το Υπουργείο είχε αρχικά χρησιμοποιήσει ως πολλαπλασιαστή, για την πρόβλεψη της φετεινής μείωσης του ΑΕΠ, την τιμή 0,5!

[15] Είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι ο ΙΟΒΕ ( «Η Ελληνική Οικονομία» τεύχος 04/2010, σσ. 54-6) είχε εκτιμήσει «χαμηλούς» πολλαπλασιαστές και είχε υπολογίσει σχετικά μικρές μειώσεις στο ΑΕΠ και την απασχόληση από την περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, εκτός από τις «μόνιμες και εξαιρετικά ισχυρές αρνητικές επίπτωσεις στο επίπεδο του ΑΕΠ» των περικοπών των δημόσιων επενδύσεων. Μετά από αυτή την επίθεση που δέχεται το ΔΝΤ αυτό δεν έχει παρά να επικαλεστεί τον ΙΟΒΕ για να ελαφρύνει τη θέση του!